Το είπε ο Μητσοτάκης στη Βουλή, το είχαν πει νωρίτερα ο Ευάγγελος Βενιζέλος και η Ντόρα Μπακογιάννη, το επαναλαμβάνουν μονότονα όλοι οι ιστορικοί που αναζητούν την ερμηνεία, όχι μόνο της επιβίωσης του ελληνικού κράτους που προέκυψε από την Επανάσταση του ’21, αλλά και της επέκτασής του στα σημερινά του σύνορα. Φυσικά, αυτή τη διατύπωση μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν μόνο οι αστικές και φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις της χώρας (κι αυτές, όχι όλες κι όχι πάντα). Οι αριστερές και κομμουνιστογενείς δυνάμεις, αν την επικαλεστούν, θα είναι σαν να προδίδουν τις επιλογές των προγονικών πολιτικών σχηματισμών τους, δηλαδή την ίδια την Ιστορία τους.
Ας έχουμε επίγνωση, επίσης, ότι η φράση «ήμασταν πάντα με τη σωστή πλευρά της Ιστορίας», στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου είναι συνώνυμο με τη διατύπωση «οι Ελληνες είναι τα χαϊδεμένα παιδιά της Δύσης» που χρησιμοποιεί κατά κόρον η τουρκική ηγεσία. Οταν ο Χουλουσί Ακάρ κραδαίνει έναν χάρτη που δείχνει τις διαδοχικές εδαφικές επεκτάσεις της Ελλάδας από το 1830 μέχρι και σήμερα, ακριβώς αυτό περιγράφει. Την ικανότητα της Ελλάδας (τις διπλωματικές επιδόσεις της οποίας εμείς οι Ελληνες οικτίρουμε) να αξιοποιεί κάθε διεθνή σύρραξη, αναμπουμπούλα ή ανακατάταξη για να κερδίσει εδάφη, πληθυσμούς και ζωτικό χώρο. Ας δούμε μερικά από τα κορυφαία ιστορικά μας παραδείγματα.
Η Ελλάδα ξεπήδησε σαν κράτος από το μηδέν, την κρίσιμη εκείνη χρονική στιγμή που είχε ωριμάσει το περίφημο Ανατολικό Ζήτημα, δηλαδή, ο διαμοιρασμός ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις της παρηκμασμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από τη μία ο ευρωπαϊκός φιλελληνισμός που κινητοποίησε το αίμα των αγωνιστών και από την άλλη η στρατηγική σκέψη του Μαυροκορδάτου, που έπεισε τους Βρετανούς ότι η ύπαρξη μιας ελεύθερης Ελλάδας ήταν υποβοηθητική των σχεδίων τους, οδήγησαν στο Ναυαρίνο. Το κράτος μας δημιουργήθηκε διότι την κατάλληλη στιγμή είχαμε τους κατάλληλους φίλους.
Μισό αιώνα αργότερα, η ευρισκόμενη σε πανάθλια οικονομική και στρατιωτική κατάσταση Ελλάδα, τοποθετημένη απλώς διπλωματικά στο πλευρό των Αγγλογάλλων στην αντιπαράθεσή τους με τη Ρωσία για τον έλεγχο των Βαλκανίων, βγήκε ξανά υπερκερδισμένη. Με τη Συνθήκη του Βερολίνου του 1878, δίχως καν να υπάρχει ελληνική αντιπροσωπεία στις συνομιλίες, μάθαμε με επιστολή ότι είχαμε αυξήσει κατά το ένα τρίτο το εθνικό μας έδαφος, ως βρετανογαλλικό αντιστάθμισμα στη Μεγάλη Βουλγαρία που προσπαθούσε να φτιάξει η Ρωσία. Τότε ήταν που πήραμε ολόκληρη τη Θεσσαλία δίχως να ρίξουμε ντουφεκιά.
Στον πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο (1912) η πολιτική ιδιοφυΐα του Ελευθερίου Βενιζέλου μας έβαλε στη σωστή συμμαχία (Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο, Βουλγαρία) για να πάρουμε την Ηπειρο και τη Δυτική Μακεδονία. Η ίδια ιδιοφυΐα μάς έβαλε και πάλι στη σωστή μεριά στον Β’ Βαλκανικό (Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο, Ρουμανία) με αποτέλεσμα να καταλάβουμε την ανατολική Μακεδονία και να εκδιωχθούν οι Βούλγαροι μέχρι και την Καβάλα.
Οι δύο μεγάλοι πόλεμοι
Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χρειάστηκε ένας εθνικός διχασμός για να ταχθεί η Ελλάδα στο πλευρό της Αντάντ, κόντρα στις πεποιθήσεις του Παλατιού που ζητούσε φιλογερμανική ουδετερότητα. Η ταύτισή μας με το πλευρό των νικητών του Α’ Παγκοσμίου, εκδίωξε την Βουλγαρία από την έξοδο της στο Αιγαίο και έφερε τη Θράκη στην εθνική μας αγκάλη.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και πάλι βρεθήκαμε στη σωστή και νικήτρια πλευρά της Ιστορίας. Στα δε Δεκεμβριανά και στον Εμφύλιο που ακολούθησε, ξέρουμε πια από ιστορική εμπειρία ότι νίκησε η σωστή πλευρά.
Δύο πράγματα ας έχουμε υπόψη μας για εκείνη την κρίσιμη περίοδο που ξαναφτιάχτηκε ο παγκόσμιος χάρτης. Πέραν της ελευθερίας και της οικονομικής ανάπτυξης που μας εξασφάλισε η συμμετοχή μας στη δημοκρατική Δύση και όχι στο σοβιετικό μπλοκ, μια κομμουνιστική Ελλάδα δεν θα είχε πάρει τα Δωδεκάνησα (1947), ενώ παίχτηκε ένα πελώριο (και εν πολλοίς άγνωστο) παιχνίδι στην ίδια την Κρήτη.
Οι Γερμανοί συνέχισαν να κατέχουν την Κρήτη (με πλήρη πειθαρχία και βαρύ οπλισμό) εννιά ολόκληρους μήνες μετά την απελευθέρωση της Αθήνας και έναν μήνα μετά την πτώση του Βερολίνου και την αυτοκτονία του Χίτλερ. Παρέδωσαν, δε, το νησί στους Βρετανούς και όχι στην ελληνική κυβέρνηση. Αν στη μάχη της Αθήνας επικρατούσε το κομμουνιστικό στρατόπεδο, η Κρήτη δεν θα αποδιδόταν σε ελληνική κομμουνιστική κυβέρνηση, αλλά θα επιβαλλόταν κάποιο είδος αυτονομίας. Θα είχαμε εθνικό ακρωτηριασμό.
Δύο λάθη, δύο τραγωδίες
Για να επιστρέψουμε στην τοποθέτηση μας στη «σωστή» πλευρά της Ιστορίας, μόνο δύο φορές η Ελλάδα δεν «διάβασε» σωστά τους παγκόσμιους συσχετισμούς και βρέθηκε στη «λάθος» πλευρά. Μία το 1921-22, με αποτέλεσμα τη Μικρασιατική Καταστροφή, και μία το 1974, με τις εγκληματικές ανοησίες της χούντας που μας στοίχησαν τη μισή Κύπρο.
Η Τουρκία, επίσης, που σήμερα διαμαρτύρεται ότι η Ελλάδα τη «σπρώχνει» προς τα ανατολικά και την «πνίγει» μέσα στις ακτές της, σε όλες τις περιόδους μεγάλων ανακατατάξεων έκανε λάθος επιλογές. Στον Α’ Παγκόσμιο ήταν με το πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, στον Β’ Παγκόσμιο τήρησε φιλογερμανική ουδετερότητα. Ο Τσόρτσιλ της είχε υποσχεθεί τα Δωδεκάνησα για να μπει στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων, η Τουρκία αρνήθηκε, πιστεύοντας ότι θα πάρει περισσότερα από τους Γερμανούς όταν νικήσουν. Είχε «διαβάσει» λάθος τις εξελίξεις.
Τώρα, λοιπόν, που διαμορφώνονται ξανά οι μεγάλες αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις στην περιοχή μας και στον πλανήτη, έχει τεράστια σημασία να «διαβάσουμε» σωστά τις επερχόμενες εξελίξεις και να πλασαριστούμε στη νικηφόρα και στη δημοκρατική πλευρά της Ιστορίας. Αυτά που επιλέγουμε σήμερα θα μας στρώσουν χαλί ή θα σκάσουν στα μούτρα μας μια δεκαετία αργότερα, στον καινούργιο κόσμο που θα προκύψει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News