Ενα από τα δημοφιλή ερωτήματα της περιόδου είναι αν μπορεί το ΠΑΣΟΚ να αμφισβητήσει την ηγεμονία της ΝΔ.
Και αν ναι, Πώς; Και επίσης, πότε;
1. Μπορεί;
Η ηγεμονία της ΝΔ εδράζεται κυρίως σε κοινωνικές μεταβολές και δευτερευόντως σε ασκηθείσες από την ίδια πολιτικές. Η ελληνική κοινωνία, μετά την παραζάλη του 2010- 2015, αναζητά απεγνωσμένα την αποφυγή μειζόνων αναστατώσεων, απειλητικών για την πορεία της καθημερινής ζωής των μελών της.
Αν αυτό λέγεται «συντηρητικοποίηση» είναι ακαδημαϊκό ζήτημα. Το πολιτικό θέμα είναι αν αυτό το αίτημα μη διαταραχής από εξωγενείς παράγοντες της ατομικής/προσωπικής προσπάθειας για μία στοιχειώδη αίσθηση σταθερής προοπτικής, δομείται σε βιώσιμη πολιτική πλατφόρμα, ικανή να συνδυαστεί με τις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταβολές στη χώρα.
Εχω μια αντιδημοφιλή απάντηση: Οχι, δε δομείται, από κανέναν. Κι αυτό οφείλεται και σε αδυναμία αλλά και σε απροθυμία.
Αν για το ΣΥΡΙΖΑ αυτό είναι κάτι παραπάνω από προφανές (όχι μόνο για την τρέχουσα φάση αποδόμησης, που θα τη ζήλευε κι ένας Ντεριντά), για τη ΝΔ μένει να αποδειχθεί αν μπορεί να το κάνει, ελλείψει πλέον του αντιπάλου που αποτελούσε το «σκιάχτρο» της αναστάτωσης. «Μένει να αποδειχθεί»: Κι όμως έχουν περάσει σχεδόν πέντε χρόνια άσκησης κυβερνητικής εξουσίας, όπου δεν είδαμε καμία ουσιαστική πράξη αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου ή αναδιάρθρωσης της Δημόσιας Διοίκησης ή μεταβολής της αρχιτεκτονικής του πολιτικού συστήματος (οι τρεις μεγάλες αιτίες της χρεοκοπίας).
Και, ισχυρίζομαι ότι για αυτό ακριβώς κέρδισε δια περιπάτου τις εκλογές: καθησύχασε τον κόσμο ότι η χρεοκοπία (και ο συνεπαγόμενος ΣΥΡΙΖΑ) μπόρα ήταν και πέρασαν. Συνεπώς, ήταν μέρος της στρατηγικής Μητσοτάκη να μην τεθούν καν τα θέματα που άπτονται των τριών πηγών της χρεοκοπίας. Επειδή θα δημιουργούσαν κραδασμούς. Τώρα, business as usual. Μόνο που το υπναλέο σύνηθες σπανίως σε προετοιμάζει για αυτό που έρχεται. Και η έλλειψη προετοιμασίας για το μέλλον, κάποια στιγμή σου καταλογίζεται. Είτε ιστορικά είτε εκλογικά.
Αν θεωρήσουμε ότι τα παραπάνω είναι ορθά, το ερώτημα αν «το ΠΑΣΟΚ μπορεί» έχει μια δυνητική θετική απάντηση επειδή, για πρώτη φορά εδώ και 14 χρόνια περίπου, του αφήνεται περιθώριο και από τα δεξιά και από τα αριστερά, να διατυπώσει τη δική του απάντηση. Διευκρίνιση: Τον Ιούνιο δεν είχε αυτή τη δυνατότητα. Την αποκτά – ως δυνατότητα- μετά το καλοκαίρι, όταν πλέον καταρρέει ο «λειψός δικομματισμός» ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ. Οι δημοτικές εκλογές αποτέλεσαν εκδήλωση και προμήνυμα αυτής της δυνατότητας.
Με άλλα λόγια, είναι στο χέρι του. Και, παρά τη φιλολογία, η σταδιακή και όχι απότομη αύξηση των ποσοστών του είναι ένας παράγοντας θετικός για τη διατύπωση αυτής της απάντησης.
2. Πώς;
Η απάντηση του θα μπορούσε να βασιστεί:
Α. Στην Εργασιακή και Κοινωνική Ασφάλεια (σχηματικά είναι το άθροισμα: συνθήκες και βιωσιμότητα Απασχόλησης + Κοινωνικό Κράτος + Πολιτική Προστασία)
Β. Στην ενδυνάμωση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (και πάλι σχηματικά: Υποστήριξη για οργανωσιακή και διοικητική αναβάθμιση + Εξωστρέφεια + Ανταγωνιστικότητα, όχι δια της ‘βίας΄ μείωση τους).
Γ. Στην αλλαγή του πολιτικού μας συστήματος (περιορισμός του πρωθυπουργοκεντρικού μοντέλου, με ενίσχυση άλλων θεσμικών εξουσιών + αλλαγή τρόπου εκλογής βουλευτών + υλοποίηση της συνταγματικής επιταγής περί διευκόλυνσης αλλαγής προσανατολισμού των εκλογέων – ένα θέμα που συνδέεται και με την κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων).
Δ. Στην αντιμετώπιση διαρθρωτικών στρεβλώσεων της Αγοράς (αντιμετώπιση στεγαστικού προβλήματος, δηλ. αγορά ακινήτων + ολιγοπώλια σε κρίσιμους τομείς τροφίμων και χρηματοδότησης νοικοκυριών/επιχειρήσεων + αλλαγή πολιτικής περί «εθνικών πρωταθλητών»).
Προφανώς, υπάρχουν και άλλα πολλά θέματα, όπως της εξωτερικής πολιτικής, της κλιματικής κρίσης, του αγροδιατροφικού τομέα, της αναβάθμισης της Δημόσιας Διοίκησης κ.ά. Παραλείπονται όχι επειδή είναι «μικρά» –αντιθέτως!– αλλά επειδή είτε υπάρχουν παραπλήσιες ρητορικές των κομμάτων επ’ αυτών είτε επειδή δεν μπορούν να αποτελέσουν «αιχμές» μιας αντιπολίτευσης που θέλει να βρει τον πολιτικό χώρο να αμφισβητήσει την κυβέρνηση (αν και βέβαια ως αντιπολίτευση οφείλει να κριτικάρει ελλείψεις, λάθος επιλογές κ.λπ.).
3. Πότε;
Οι ευρωεκλογές ασφαλώς αποτελούν ένα κρίσιμο πολιτικό σημείο. Ενδεχομένως να καταδείξουν τη μεταβολή πολιτικών συσχετισμών στο εσωτερικό της αντιπολίτευσης και μία κινητικότητα στην πέραν της ΝΔ Δεξιά. Αλλά δεν θα είναι – πλην εξαιρετικού απροόπτου – ένα σημείο καμπής σε σχέση με την εκλογική κυριαρχία της κυβερνητικής παράταξης.
Το σημείο καμπής – αν τελικά υπάρξει – θα είναι στο μέσον της τρέχουσας κυβερνητικής θητείας και θα είναι «σιωπηλό», όσο σιωπηλό μπορεί να είναι με τόσες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται σε τακτά διαστήματα. Και θα εξαρτηθεί από τη συνάρθρωση τριών παραγόντων:
– Την αύξηση ή μείωση της διαρροής από τη ΝΔ , προς άλλα σχήματα στα δεξιότερα της.
– Την επιβάρυνση (ή ελάφρυνση) της καθημερινής ζωής των νοικοκυριών
– Την αύξηση ή μείωση της κυβερνητικής εικόνας του ΠΑΣΟΚ.
Τότε, δηλαδή την άνοιξη του ’25 , θα αρχίσουμε να συζητάμε εάν οι εκλογές του ’27 θα έχουν κομβικό ενδιαφέρον (οπότε, στην περίπτωση αυτή, μπορεί να γίνουν πριν το ’27 – οι «εθνικοί λόγοι», ποτέ δεν μας έλειψαν) ή αν θα αρκεστούμε στην πλήξη της αναμονής του 2030/31
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News