1030
Η θερμή υποδοχή του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια από τον Ερντογάν στις 20 Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη ενόχλησε ιδιαίτερα το εβραϊκό λόμπι | GettyImages/CreativeProtagon

Τελικά πάει ή δεν πάει ο Ερντογάν στις ΗΠΑ;

Η θερμή υποδοχή του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια από τον Ερντογάν στις 20 Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη ενόχλησε ιδιαίτερα το εβραϊκό λόμπι
|GettyImages/CreativeProtagon

Τελικά πάει ή δεν πάει ο Ερντογάν στις ΗΠΑ;

Κατά τρόπο συμβολικό, αλλά και που αποτυπώνει ευκρινώς τη γενικότερη εικόνα των αμερικανοτουρκικών σχέσεων επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν, ένα πέπλο αβεβαιότητας σκέπασε ξαφνικά την επικείμενη (ή μη;) επίσκεψη του τούρκου προέδρου στην Ουάσινγκτον. Μια επίσκεψη, πάντως, που αν και ουδέποτε είχε ανακοινωθεί επισήμως –αυτό άλλωστε συνηθίζεται να γίνεται από τις εκατέρωθεν αρχές εθιμοτυπίας μόλις λίγες ημέρες πριν από την πραγματοποίησή της–, προετοιμαζόταν κανονικά από τα επιτελεία των δύο ηγετών.

Τι μεσολάβησε, όμως, μέχρι το δημοσίευμα μιας περιθωριακής τουρκικής ιστοσελίδας, σύμφωνα με το οποίο ο Ταγίπ Ερντογάν δεν πρόκειται τελικά να ταξιδέψει στην αμερικανική πρωτεύουσα; Και γιατί οι τουρκικές αρχές και δη ο πανίσχυρος μηχανισμός του διευθυντή Επικοινωνίας της Προεδρίας, Φαχρεντίν Αλτούν, δεν έσπευσε να «κατεβάσει» το δημοσίευμα ως ψευδή είδηση;

Οπως λένε στο protagon πηγές με άριστη γνώση του μιντιακού τοπίου στην Τουρκία, σε αντίστοιχες περιπτώσεις, ειδικά σε αυτές που αφορούν τον Ταγίπ Ερντογάν, δεν περνούν παρά μόνο λίγες ώρες έως την παρέμβαση του αρμόδιου εισαγγελέα, ο οποίος, εκτελώντας τη σχετική νομοθετική διάταξη, διατάζει πάραυτα την απόσυρση κάθε «κακόβουλης» ανάρτησης.

Μέχρι στιγμής όλοι κινούνται στον γοητευτικό κόσμο της εικασίας. Σύμφωνα με μια από τις προσεγγίσεις, ο Ερντογάν δεν περίμενε ότι το αμερικανικό Κογκρέσο θα ενέκρινε τον νόμο για τη στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας, στον οποίο όμως συμπεριλαμβάνεται και βοήθεια 26 δισ. δολαρίων προς το Ισραήλ. Αρα, έχει δεύτερες σκέψεις, διότι η κοινή παρουσία του με τον αμερικανό πρόεδρο θα θολώσει την αντισιωνιστική εικόνα που πουλάει κατά κόρον εντός και εκτός Τουρκίας. Μόλις λίγες ώρες πριν, σε μια πλήρη αντιστροφή της Ιστορίας, ο Ερντογάν αποκάλεσε τον Νετανιάχου «Χίτλερ της εποχής μας», απειλώντας τον ότι θα κληθεί να λογοδοτήσει ως εγκληματίας πολέμου.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το εβραϊκό λόμπι δεν μπορεί, λένε, να ανεχθεί άλλο τους σφιχτούς εναγκαλισμούς του Ερντογάν με τον ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια, εξ ου και διαμήνυσε στον Μπάιντεν ότι μια επίσκεψη του τούρκου προέδρου στον Λευκό Οίκο περισσότερο θα ζημίωνε την προεκλογική εκστρατεία του ενόψει του Νοεμβρίου, παρά θα λειτουργούσε υπέρ των αμερικανικών συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.

Περνώντας από τον κόσμο της εικασίας σε αυτόν της διπλωματίας, η πραγματικότητα είναι ότι τα προηγούμενα χρόνια ο Ταγίπ Ερντογάν επιζητούσε διακαώς μια πρόσκληση για ένα επίσημο ταξίδι στην Ουάσινγκτον. Καθώς, όμως, η Τουρκία κράτησε μια επιεικώς διφορούμενη  –αν όχι αντισυμμαχική– στάση στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, οι συνθήκες φαίνεται ότι ωρίμασαν μόνον όταν η Αγκυρα συμφώνησε στην είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί είπαν το πολυπόθητο «ναι» για την αναβάθμιση των τουρκικών F-16. Οταν, δηλαδή, ολοκληρώθηκε η μακρά και ιδιότυπη, με χαρακτηριστικά οθωμανικού παζαριού, διαπραγμάτευση των δύο μερών.

Ο Ταγίπ Ερντογάν με την ηγεσία της Χαμάς στην Κωνσταντινούπολη. Στο βάθος αριστερά ο πολιτικός ηγέτης της οργάνωσης Ισμαήλ Χανίγια (Mustafa Kamaci/Anadolu via Getty Images)

Οι Αμερικανοί είδαν την επίθεση του Ιράν εναντίον του Ισραήλ ως μια ευκαιρία επανασυσπείρωσης της Δυτικής συμμαχίας γύρω από το Τελ Αβίβ, καθώς η ευθεία εμπλοκή της Τεχεράνης στις πολεμικές εξελίξεις της Μέσης Ανατολής προμήνυε μια ραγδαία κλιμάκωση με πιθανές ανεξέλεγκτες επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Ανέμεναν, λοιπόν, και από την Τουρκία να συστρατευθεί, τουλάχιστον στο πεδίο της διπλωματίας, με τη Δύση. Ματαίως.

Η αργοπορημένη ανακοίνωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών ξεκινούσε ως εξής: «Υπό το πρίσμα των τελευταίων εξελίξεων, γίνεται όλο και πιο εμφανές ότι οι εντάσεις που προκλήθηκαν αρχικά με την επίθεση του Ισραήλ στην ιρανική πρεσβεία στη Δαμασκό, κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, κινδυνεύουν να μετατραπούν σε μόνιμη σύγκρουση».

Η λογική του επιτήδειου ουδέτερου και πάλι παρούσα. Αυτή τη φορά, μάλιστα, παρά το γεγονός ότι στο απέναντι στρατόπεδο δεσπόζει το σιιτικό Ιράν: το «απόλυτο κακό» για τους Αμερικανούς, ο ισχυρότερος σύμμαχος της Μόσχας στη Μέση Ανατολή, αλλά και ο μεγάλος αντίπαλος των απανταχού σουνιτών μουσουλμάνων, τους οποίους έχει επιχειρήσει –κατά καιρούς και με διάφορους τρόπους– να κηδεμονεύσει ο Ερντογάν.

Η στρατηγική του Ερντογάν εν μέσω της πλέον ανατρεπτικής συγκυρίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο ξεπερνά κατά πολύ τα στενά σύνορα της χώρας. Δεν στοχεύει απλώς στο εσωτερικό και στην αναπαραγωγή της εικόνας ενός ηγέτη που δρα για την προστασία των απανταχού μουσουλμάνων. Η Τουρκία διεκδικεί ρόλο περιφερειακής δύναμης, η οποία θα ηγεμονεύει στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο, και κυρίως θα είναι αυτή που θα ορίζει και δεν θα ακολουθεί απλώς τις εξελίξεις. Στην Αγκυρα είναι πεπεισμένοι ότι στο δεύτερο μισό του 21ου αιώνα θα αποτελούν έναν από τους κόμβους του πολυπολικού κόσμου που αναπτύσσεται, πλέον, ραγδαία. Και αυτό προϋποθέτει τη βαθμιαία ανεξαρτητοποίηση από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Προφανώς, όλα αυτά είναι γνωστά στην Ουάσινγκτον. Εξίσου γνωστή είναι και η κατεστημένη προσέγγιση της γραφειοκρατίας του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών για τον ρόλο και τη σημασία της Τουρκίας όσον αφορά την περιφερειακή σταθερότητα και τα ατλαντικά συμφέροντα. Μπορεί να είναι αλλοπρόσαλλος, αλλά είναι και απαραίτητος –ίσως ο πιο απαραίτητος– σύμμαχος της Δύσης στην ευρύτερη περιοχή.

Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που η Αγκυρα παρεκκλίνει σε τέτοιο βαθμό από τους δρόμους που χαράζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αρκεί κανείς να ανατρέξει στο ιστορικό παράδειγμα της δεκαετίας του ’60, όταν εξαιτίας των αμερικανικών χειρισμών στο Κυπριακό η Τουρκία έπεσε με φόρα στην αγκαλιά της κομμουνιστικής Σοβιετικής Ενωσης. Κι ας βρισκόμασταν στην απόλυτη έξαρση του Ψυχρού Πολέμου.

Οσο εξελίσσεται αυτή η νέα, αόρατη και κυρίως πρωτοφανής αντιπαράθεση μεταξύ Ουάσινγκτον και Αγκυρας με αφορμή μια επίσκεψη που ουδείς ακόμα γνωρίζει αν θα γίνει, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι υψηλόβαθμοι αμερικανοί αξιωματούχοι πηγαίνουν κι έρχονται επισήμως στην Τουρκία, σε μια σειρά διαβουλεύσεων για την κατάσταση ασφαλείας και τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην ευρύτερη περιοχή.

Δεν είναι παράδοξο, διότι παρά τις αντεγκλήσεις, οι Αμερικανοί γνωρίζουν ότι για να σβήσουν τη φωτιά στη Μέση Ανατολή χρειάζονται την Τουρκία στο πλευρό τους. Είτε αυτό αφορά την επόμενη μέρα στη Γάζα, είτε τις εξελίξεις στη Συρία και στο Ιράκ, είτε ακόμα και τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή.

Η 23η Απριλίου είναι εθνική εορτή στην Τουρκία. Ισως γι’ αυτό τηρήθηκε αξιοπρόσεκτη σιγή ιχθύος για το τι τελικά θα κάνει ο Ερντογάν: θα πάει ή δεν θα πάει στις ΗΠΑ; Το τεράστιο ερωτηματικό, που δεν συνάδει ούτε με τα μεγέθη ούτε με τη συγκυρία, αναμένεται να απαντηθεί εντός των επόμενων ωρών. Η μεγάλη εικόνα, πάντως, θα παραμείνει αναλλοίωτη.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...