Γιατί δεν λένε ανοικτά κάποιες εταιρείες λιανεμπορίου πόσο υψηλούς τζίρους και κέρδη κατέγραψαν και καταγράφουν τα τελευταία χρόνια; Υπάρχει κάποιος λόγος για αυτή τη συστολή;
Είναι απορίας άξιον, διότι στους ισολογισμούς των μεγαλύτερων σούπερ μάρκετ εμφανίζονται όντως τζίροι και κέρδη-μαμούθ, που κανονικά θα έπρεπε να επικοινωνούνται θαρραλέα, για τη στήριξη των μετόχων και την επιβράβευση της επιτυχίας των ιδιοκτητών τους.
Η ακτινογραφία των 15 δισ. ευρώ
Για παράδειγμα, το 2023, ο Ομιλος Σκλαβενίτη, η ΑΒ Βασιλόπουλος, η (γερμανικής ιδιοκτησίας) Lidl Ελλάς, ο Ομιλος Metro (My Μarket) και η Δ. Μασούτης είχαν συνολικό τζίρο που αγγίζει τα 12 δισ. ευρώ. Μαζί με τους μικρότερους του κλάδου, ο τζίρος ξεπέρασε την περυσινή χρονιά τα 15 δισ. ευρώ.
Βεβαίως, οι υψηλοί τζίροι δεν συνδυάζονται πάντοτε με κέρδη. Μια επιχείρηση μπορεί να έχει υψηλό τζίρο και ταυτόχρονα ζημιές. Συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο με τα σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα μετά το 2020 και στη διάρκεια της πληθωριστικής περιόδου μέχρι σήμερα;
Η απάντηση είναι ότι και τα κέρδη κινούνται σε ύψη ρεκόρ. Η έρευνα της ICAP για το 2022 (μια σκληρή πληθωριστική χρονιά, όπως και το 2023) έδειξε ότι οι τέσσερις πρώτες εταιρείες μεταξύ των έξι πιο κερδοφόρων του κλάδου των τροφίμων και ποτών ήταν αλυσίδες σούπερ μάρκετ (επεξεργασία του Στέλιου Μορφίδη στο newmoney.gr).
Εκτίναξη καθαρών κερδών
Ενδεικτικά, μια κερδοφόρα αλυσίδα σούπερ μάρκετ της ελληνικής αγοράς είχε το 2022 καθαρά κέρδη 58,1 εκατ. ευρώ. Τη χρονιά που πέρασε, το 2023, παρά τις πιέσεις για τη συγκράτηση των τιμών, τα καθαρά κέρδη ενισχύθηκαν κατά 66,7%, φτάνοντας στα 97 εκατ. ευρώ (!). Οι ανακοινώσεις ωστόσο δεν γίνονται με τρόπο που αντανακλά την άνευ προηγουμένου επιτυχία του συγκεκριμένου ομίλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι το άλμα κερδών του 2023 κοινοποιήθηκε μέσω πηγών. Γιατί άραγε;
Φέτα πιο ακριβή από αρνί
Οι ανατιμήσεις έχουν οδηγήσει στην αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ να αυξήσουν τα υπερκέρδη που καταγράφουν, τάση που ξεκίνησε την περίοδο της πανδημίας.
Από την τελευταία έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι λόγω προφανώς των ανατιμήσεων, μεταξύ 2022 και 2023 υπήρξε μείωση της κατανάλωσης (σε ποσότητες) σε όλα τα είδη διατροφής: ελαιόλαδο -13,6%, οινοπνευματώδη ποτά -12,7%, ψάρια -11,8%, ρύζι -10,7%, τυρί -6,1%, κρέας -6,1%, ακόμη και στα αυγά. Η ίδια συμπεριφορά μείωσης των αγορών, ακόμη και βασικών καταναλωτικών αγαθών, συνεχίζεται με μεγαλύτερη ένταση το 2024, δεδομένου ότι μέσα σε τρία χρόνια οι αυξήσεις στα τρόφιμα και στα βασικά είδη που μπαίνουν στο καλάθι του νοικοκυριού υπερβαίνουν το 30%. Αυτός είναι ο πληθωρισμός της καθημερινότητας.
Τελευταίο ακραίο παράδειγμα κερδοσκοπίας είναι οι ανατιμήσεις στα τυριά. Ενώ οι τιμές του γάλακτος (αγελαδινό) έχουν υποχωρήσει κατά 10% σε σύγκριση με πέρυσι, οι τιμές στα τυριά (κεφαλογραβιέρα κ.ά.) αυξάνονται με ιλιγγιώδη ρυθμό, με αποτέλεσμα οι τιμές ανά κιλό να ξεπεράσουν τα 20 ευρώ το κιλό. Για όσους κινούνται στην αγορά και γνωρίζουν, είναι αδιανόητο οι τιμές των τυριών να είναι υψηλότερες από τις τιμές του μοσχαρίσιου κρέατος (!) ή η τιμή της φέτας να είναι υψηλότερη από την τιμή του αρνιού.
Η διεθνής διάσταση της οργής
Οι Financial Times, υπό τον τίτλο «H οργή των καταναλωτών για τις υψηλές τιμές αυξάνει την πίεση στους πολιτικούς», επισημαίνουν ότι η άνοδος του πληθωρισμού μετά την πανδημία «αφήνει μια τοξική κληρονομιά για τις κυβερνήσεις» σε όλες τις δυτικές οικονομίες. Αφορμή για την ανάλυση αυτή ήταν ο θρίαμβος του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες και το τίμημα που πλήρωσε η Κάμαλα Χάρις για την ακρίβεια στις ΗΠΑ, παρά την εντυπωσιακή πορεία των βασικών δεικτών της αμερικανικής οικονομίας.
Η Ιζαμπέλα Βέμπερ, καθηγήτρια Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, Αμχερστ, σημείωσε στους FT ότι, με βάση την ιστορική έρευνα, «οι εκρήξεις πληθωρισμού μπορούν να αποσταθεροποιήσουν» ολόκληρες κοινωνίες και πολιτικά συστήματα. Πρόσθεσε ότι το επεισόδιο που βιώνουμε είναι «ιδιαίτερα επικίνδυνο, καθώς οι αναπτυγμένες οικονομίες δεν είχαν συνηθίσει σε υψηλό πληθωρισμό μετά τη δεκαετία του 1970, ενώ η αύξηση των τιμών οφείλεται κυρίως σε βασικά αγαθά όπως τα τρόφιμα, η στέγαση, η ενέργεια και οι μεταφορές». Η Βέμπερ έγινε διεθνώς γνωστή τον Δεκέμβριο του 2021 όταν πρότεινε τον στρατηγικό έλεγχο των τιμών για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, συναντώντας ευήκοα ώτα ακόμη και στην ΕΕ.
♦ Διαβάστε: Ιζαμπέλα Βέμπερ, η γερμανίδα οικονομολόγος που «εφηύρε» το πλαφόν
Οι FT στέκονται ακόμη στην αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης στη Γερμανία και σημειώνουν την άνοδο των ανισυστημικών δυνάμεων της Αριστεράς και κυρίως της Ακροδεξιάς (AfD). Οπως είδαμε και στις ΗΠΑ με τους οπαδούς του Τραμπ, τα ποσοστά των υποστηρικτών αυτών των κομμάτων που εκφράζουν φόβο και ανησυχία για τον πληθωρισμό είναι σχεδόν διπλάσια του μέσου όρου των Γερμανών που απαντούν στις δημοσκοπήσεις.
Η εφημερίδα παρουσιάζει, τέλος, ένα γράφημα με στοιχεία του ΟΟΣΑ που δείχνει σε ποιες χώρες οι αυξήσεις των μισθών από το τέλος του 2019 έως το β’ τρίμηνο του 2024 ξεπέρασαν με βάση το πραγματικό ημερομίσθιο την αύξηση του πληθωρισμού. Η εικόνα είναι κακή για την Ευρώπη. Μόνο στην Πολωνία, την Ισπανία και τη Γερμανία οι εργαζόμενοι έβγαλαν το κεφάλι τους πάνω από το νερό, καθώς οι αυξήσεις ξεπέρασαν τον πληθωρισμό. Στη Γαλλία οι αυξήσεις απλώς ισοφάρισαν την ακρίβεια, ενώ σε Δανία, Νορβηγία, Ελλάδα, Ολλανδία, Βέλγιο, Ιταλία, Φινλανδία και Σουηδία καταγράφηκαν, σύμφωνα πάντα με τους FT, μειώσεις πραγματικών εισοδημάτων.
Το πολιτικό ζήτημα και το δημόσιο συμφέρον
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας, που έχει μιλήσει προ δύο ετών για το φαινόμενο του «πληθωρισμού της απληστίας» ζητώντας να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι για την αντιμετώπιση των φαινομένων αισχροκέρδειας, υποθέτουμε ότι μπορεί, αν ερωτηθεί, να δώσει μια εικόνα στα κόμματα του δημοκρατικού τόξου για όσα έχουν συμβεί στα σούπερ μάρκετ.
Διότι πρακτικές όπως αυτές που βιώνουν οι πολίτες καθημερινά για τις βασικές ανάγκες τους, δεν αρκεί πια να αντιμετωπίζονται μόνο με απαξία. Πρέπει να σταματήσουν με δραστική πολιτική παρέμβαση και συναίνεση μεταξύ των κομμάτων.
Η μόνιμη δικαιολογία των εταιρειών ότι υπάρχουν εστίες ανατιμήσεων σε όλη την παραγωγική αλυσίδα, ότι επιμένουν οι χρόνιες στρεβλώσεις στην ελληνική αγορά που ξεκινούν από την αγροτική παραγωγή, παρότι βασίζονται σε μια υπαρκτή πραγματικότητα, είναι επί της ουσίας παραπλανητικές. Διότι οι στρεβλώσεις υπήρχαν και το 2019, πριν από την εκτόξευση των κερδών.
Η κυβέρνηση έχει ήδη φορολογήσει δύο φορές υπερκέρδη στις εταιρείες ενέργειας, ενώ σε ό,τι αφορά τα σούπερ μάρκετ είχε ζητήσει το «πάγωμα» των περιθωρίων κέρδους στα επίπεδα προ της πανδημίας, κάτι που είναι προφανές ότι δεν σεβάστηκαν οι εταιρείες.
Ορισμένοι αναλυτές φοβούνται την όποια παρέμβαση στην αγορά του λιανεμπορίου, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα θα στιγματιστεί, ότι κινδυνεύει με αποσταθεροποίηση, ακόμη και ότι θα γίνουμε Σοβιετική Ενωση της δεκαετίας του 1980 —με άδεια ράφια στα σούπερ μάρκετ.
Ωστόσο, εδώ που έχουμε φτάσει, η μη παρέμβαση μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη αναταραχή, τροφοδοτώντας το αντισυστημικό σπιράλ της οργής. Και, εκτός των άλλων, μια παρέμβαση υπέρ των οικονομικά ασθενέστερων είναι κοινωνικά δίκαιη και αναγκαία. Διότι τα σούπερ μάρκετ τείνουν να εξελιχθούν σε εστίες αποσταθεροποίησης της οποιασδήποτε οικονομικής πολιτικής για τη στήριξη των νοικοκυριών.
Η υψηλή απαξία που κουβαλάει εκ της φύσεώς της η κερδοσκοπία στα τρόφιμα σε εποχές μεγάλης οικονομικής πίεσης (εν προκειμένω λόγω του πληθωρισμού) δικαιολογεί ακόμη και τη φορολόγηση και την επιστροφή μέρους των υπερκερδών στα θύματα αυτής της κατάστασης. Το δημόσιο συμφέρον υπερισχύει εδώ του ιδιωτικού. Μόνο έτσι θα σταματήσουν…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News