Η επίθεση –από 12 κρατούμενους– στον 19χρονο που φέρεται ως δράστης στην άγρια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, στη Ρόδο, στάθηκε αφορμή για να γνωρίσει η ελληνική κοινωνία ακόμη μια πτυχή του μπάχαλου που επικρατεί στις ελληνικές φυλακές. Αυτή τη φορά στον Αυλώνα, σε μια φυλακή που μέχρι πρότινος τουλάχιστον βαφτιζόταν από τις καλύτερες της χώρας.
Ο ξυλοδαρμός του, καταγεγραμμένος σε smartphone παρακαλώ, έδωσε την ευκαιρία και για μία παγκόσμια πρώτη: το πιο κλειστό, σκοτεινό, αδιαφανές, αδιαπέραστο σύστημα της χώρας, το σύστημα της φυλακής, εξέδωσε ανακοίνωση! Ξεπέρασε – κι έχει ενδιαφέρον το γιατί – τον εαυτό του, κι έκανε κίνηση διαφάνειας, εξωστρέφειας, ώστε να μάθει και ο τελευταίος κάτοικος της ταλαίπωρης αυτής χώρας το πώς είχε το συμβάν. Όχι, «δεν τον βίασαν», «δεν έπαθε και τίποτα ο τύπος», «πήρε τουλάχιστον λιγότερα από ό,τι αξίζει σε ένα βιαστή» · λίγες, ευάριθμες, σφαλιάρες και κάτι κλωτσιές. «Εμείς είμαστε φυλακισμένοι, όχι κτήνη», διατείνονται στο «δελτίο Τύπου».
Δεν έχει ξαναγίνει. Συνήθως αντιεξουσιαστικές πλατφόρμες φιλοξενούν μανιφέστο μελών τους που είναι «μέσα», και αναρτούν σχόλια, αντιδράσεις, κείμενα που ενδύονται μανδύα ιδεολογικό. Αλλά κοινοί ποινικοί, δεν έχουν ξανανιώσει την ανάγκη να επικοινωνήσουν με τους απ’ έξω για κάτι που αφορά τους άγραφους νόμους της φυλακής.
Όχημά τους, η τεχνολογία, που βλέπετε όλα τα επιτρέπει. Το ότι η τεχνολογία δεν επιτρέπεται μέσα στο κελί, είναι άλλο ζήτημα και πάντως όχι του παρόντος.
Το επιτρέπουν, ίσως, και οι «άκρες» τους. Ας τις εντοπίσουν οι εισαγγελείς που διεξάγουν τη σχετική έρευνα. Μαζί με τις λεπτομέρειες της επίθεσης, που θέλουν να παραβιάζονται τρεις πόρτες – αυτά τουλάχιστον λέει το υπουργείο Δικαιοσύνης – μέχρι να προσεγγίσουν (κρατώντας αυτοσχέδια μαχαίρια, δήλωσε ένας τους) τον 19χρονο, σε χώρο ειδικό και απομονωμένο.
Χωρίς η διοίκηση, σε όλες τις εκφάνσεις της, να πάρει μυρωδιά. Όπως συνήθως. Οι άγραφοι νόμοι της φυλακής εφαρμόζονται πάντα κάτω από τη μύτη της. Δεν έχει άλλωστε σημασία το ποιος κάθεται επισήμως στην καρέκλα. Αφού όλοι ξέρουν ότι οι φυλακές διοικούνται «αλλιώς», τις διαφεντεύουν οι πιο μάγκες από τους κρατούμενους, αυτοί που μπορούν και βρίσκουν φράγκα, που έχουν τη δυνατότητα να βάζουν και να διακινούν στα κελιά της από ουσίες μέχρι τάπερ με καλομαγειρεμένο σπιτικό στιφάδο.
Αλβανός, Γεωργιανός, Αραβας ή Ελληνας, σημασία έχει αν έχει τα κότσια να είναι αρχηγός.
Αν μη τι άλλο, σε ποια κάστα θέλει να ανήκει. Στην πλέον ταξική κοινωνία, τη σκληρή κοινωνία της «φυλάκας», το ποιος είσαι παραπέμπει μάλλον σε μυθιστόρημα προηγούμενου αιώνα. Με αφεντάδες που εμπορεύονται τα πάντα, από την τηλεκάρτα για να πάρεις τη μάνα σου, μέχρι και τη λίμπιντο, εγκιβωτισμένη κι αχαλίνωτη · με υπηρέτες – «λεγκένι» στην αλβανική αργκό – που πλένουν σώβρακα, και κάνουν εξυπηρετήσεις, οσφυοκάμπτες χωρίς ταλέντα.
Τώρα που άνοιξε η χαραμάδα, ρίξτε μια ματιά. Στον Αυλώνα, τον Κορυδαλλό, τα Χανιά, τον Δομοκό. Στην κορυφή της πυραμίδας, δεν βρίσκεται ποτέ, μα ποτέ, βιαστής, δολοφόνος, πολλώ δε μάλλον παιδοκτόνος. Τα «κτήνη» είναι για να τιμωρούνται. Ο νόμος της απαξίας τους, συνυπάρχει με τον νόμο της ομερτά, με την αλληλεγγύη των ομοεθνών, και τον σεβασμό στους ισχυρούς.
Ρωτήστε για την Τρίπολη – δεν υπάρχουν πιο ήσυχες φυλακές: «φιλοξενούν» τέτοια εγκλήματα, κατά των ηθών. Ο φόβος της τιμωρίας, μακριά από δικαστήρια, εδώλια κι ενόρκους, είναι κυρίαρχος. Καμία εξέγερση, κανένα αίτημα · ούτε ντεσιμπέλ στη φωνή τους δε σηκώνουν. Γιατί, απλώς, τρέμουν μη και βρεθούν αλλού. Με άλλους.
Φοβούνται το «δίχως έλεος», που γνώρισε κάποτε ο Μανώλης Δουρής, για να βρεθεί ένα πρωί κρεμασμένος με το καλώδιο της τηλεόρασης.
Ισως και τις ιαχές του κόσμου, που θέλει αίμα στην αρένα. «Καλά του ξηγήθηκαν», «και λίγα έπαθε», «χίλιες φορές να τον βιάσουν, να μάθει…», ήταν από τα πλέον επιεική που ακούστηκαν στην παρ’ ολίγον ζωντανή μετάδοση της κλωτσοπατινάδας του 19χρονου στις φυλακές του Αυλώνα.
Σαν να το ‘ξεραν, οι 12 που έκαναν το ντου. Στην κατακλείδα του κειμένου της ανακοίνωσης, σκιαγραφούν την υπεροχή του άγραφου νόμου έναντι όποιου άλλου, σχεδόν τη διαισθάνονται θριαμβικά : «Δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας ως υποκατάστατο της δικαιοσύνης. (…) Δε θα μας ξεριζώσει όμως κανείς το δικαίωμα να αφουγκραζόμαστε την κοινωνία από την οποία προερχόμαστε και να αποδίδουμε ένα μικρό κομμάτι κοινωνικής δικαιοσύνης στον χώρο που ζούμε».
Μαχαιριά στην καρδιά είναι αυτό το «αφουγκραζόμαστε». Συντονίζει τη ζούγκλα του «εντός» με αυτή του «εκτός», απευθύνεται στα χαμηλά, καταργεί τις κόκκινες γραμμές, επιτρέπει το μπάχαλο. Μην παραξενευτείτε που σε λίγο οι τιμωρίες της «στενής» θα δημοσιοποιούνται και με προφίλ στο Facebook. Yolo.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News