Σκεφτείτε τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας. Μόλις πριν από έναν μήνα ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Κίνας Λιου Χε εκφώνησε μια συμβιβαστική ομιλία που ορισμένοι παρατηρητές χαρακτήρισαν ως μέρος μιας επίθεσης γοητείας με στόχο τη Δύση. Μετά από αυτό, βασιζόμενοι στην πρόσφατη συνάντηση του Λιου με την αμερικανίδα υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, καθώς και στο τετ-α-τετ του κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, στο Μπαλί τον Νοέμβριο, πολλοί ήλπιζαν ότι το προηγουμένως προγραμματισμένο ταξίδι του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν στην Κίνα τον Φεβρουάριο θα μείωνε περαιτέρω τις εντάσεις,
Ακριβώς επειδή κλίνουν προς έναν τεχνητό ανταγωνισμό, αμφότερες οι πλευρές έδειχναν πρόθυμες να θέσουν ένα ανώτατο όριο στην αντιπαλότητά τους, αναγνωρίζοντας ότι απαιτείται συχνότερη επαφή για την αποφυγή παρεξηγήσεων ή τυχαίας κλιμάκωσης. Αλλά μετά προέκυψε η μεγάλη καταδίωξη του κινεζικού μπαλονιού, η οποία έβαλε τέλος σε κάθε έννοια κατευνασμού. Καθώς το μεγάλο αερόστατο παρασυρόταν ανά τις ΗΠΑ, η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπάθησε να κρατήσει την ψυχραιμία της, αλλά η κοινή γνώμη σύντομα επιδίωξε να συμμετάσχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για την εθνική ασφάλεια.
Στην τηλεόραση, στο Twitter και σε άλλα μέσα ενημέρωσης, οι επικριτές του Μπάιντεν ερμήνευαν την αυτοσυγκράτησή του ως αδυναμία. Σύντομα, το ταξίδι του Μπλίνκεν στο Πεκίνο αναβλήθηκε. Ο αμερικανικός στρατός κατέρριψε το αερόστατο μία εβδομάδα μετά την εμφάνισή του και στη συνέχεια κατέστρεψε τρία ακόμη άγνωστης ταυτότητας ιπτάμενα αντικείμενα στον εναέριο χώρο των ΗΠΑ – τα οποία, αργότερα, θεωρήθηκε πως πιθανότατα ήταν «καλόβουλα». Αντιδρώντας, κινέζοι αξιωματούχοι Αμυνας φέρεται να αρνήθηκαν να δεχτούν κλήσεις από αμερικανούς ομολόγους τους.
Οι ΗΠΑ δεν ενεργούσαν βάσει πληροφοριών για επικείμενη απειλή. Υπάρχουν χιλιάδες μπαλόνια στον αέρα κάθε μέρα και οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ συμφωνούσαν ότι το ενοχλητικό αντικείμενο δεν αποτελούσε φυσική απειλή. Ωστόσο, η κυβέρνηση Μπάιντεν ένιωσε την ανάγκη να εμφανιστεί ισχυρή στα μάτια του αμερικανικού λαού και τώρα η σχέση ΗΠΑ-Κίνας βρίσκεται σε ακόμη πιο ασταθές έδαφος σε σχέση με πριν.
Η κατάρριψη του μπαλονιού θυμίζει τη συγκλονιστική περιγραφή του Τζορτζ Oργουελ για τον πυροβολισμό ενός ελέφαντα στη Βιρμανία τη δεκαετία του 1920. Δίνουν ένα τουφέκι στον νεαρό Οργουελ και του λένε να κυνηγήσει έναν αφηνιασμένο ελέφαντα, αλλά εκείνος διαπιστώνει ότι το ζώο είναι στην πραγματικότητα αρκετά ακίνδυνο. Παρ’ όλα αυτά, νιώθει υποχρεωμένος να το πυροβολήσει για να φανεί αποφασιστικός ενώπιον των ντόπιων. «Ολη μου η ζωή, η ζωή κάθε λευκού στην Ανατολή», στοχαζόταν αργότερα, «ήταν ένας διαρκής αγώνας να μη μας περιγελάσουν».
Ο ανοιχτός, ειλικρινής διάλογος μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων του κόσμου δεν ήταν ποτέ πιο απαραίτητος. Αλλά η ανάγκη πάντα να επιδεικνύεται ισχύς καθιστά τη διπλωματία εξαιρετικά δύσκολη. Αυτό, ασφαλώς, ισχύει σε ένα μιντιακό περιβάλλον που καθορίζεται από το Twitter και τις στιγμιαίες ειδοποιήσεις ειδήσεων, που απλώς δίνουν τροφή για περαιτέρω κλιμάκωση. Και ο Σι Τζινπίνγκ, παρότι είναι προστατευμένος από τα επικριτικά μέσα ενημέρωσης και την εγχώρια αντιπολίτευση, αντιμετωπίζει επίσης αυξανόμενη πίεση να μην κάνει ποτέ βήμα πίσω.
Κινέζοι ακαδημαϊκοί εγνωσμένου κύρους, όπως ο Τζιν Κανρόνγκ, μιλούν ολοένα πιο εθνικιστικά – απαιτώντας, για παράδειγμα, το αεροπλάνο του Προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ, Κέβιν Μακάρθι, να υποχρεωθεί σε αναγκαστική προσγείωση εάν επιχειρήσει να πραγματοποιήσει μια προγραμματισμένη επίσκεψη στην Ταϊβάν.
Απευθυνόμενος στους επαΐοντες της εξωτερικής πολιτικής που συγκεντρώθηκαν στο Μόναχο, ο Γουάνγκ Γι δεν μάσησε τα λόγια του. Η αντίδραση της Αμερικής στο μπαλόνι ήταν «απίστευτη, σχεδόν υστερική», καθώς προέβη σε «υπερβολική χρήση ισχύος, σαφώς [παραβιάζοντας] το διεθνές Δίκαιο». Η εσπευσμένη συνάντηση μεταξύ του Μπλίνκεν και του Γουάνγκ στο περιθώριο του συνεδρίου προκάλεσε μόνο περισσότερες αμοιβαίες αντεγκλήσεις.
Για να κατανοήσουμε τις σημερινές γεωπολιτικές διενέξεις, πρέπει να κοιτάξουμε πέρα από τις μεγάλες δυνάμεις και τους κορυφαίους φορείς χάραξης στρατηγικής. Αντίθετα, η κοινή γνώμη ενδέχεται τώρα να βρίσκεται στη θέση του οδηγού. Και αυτό είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Καθώς οι άνθρωποι στη Νότια Ασία, στη Νοτιοανατολική Ασία και στην Υποσαχάρια Αφρική αποκτούν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, εκφράζονται και ακούγονται και αναγκάζουν τις κυβερνήσεις τους να ενσωματώσουν τις απόψεις τους στις όποιες αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής λαμβάνουν.
Το πιο κρίσιμο είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στον παγκόσμιο Νότο βλέπουν τον κόσμο πολύ διαφορετικά από τους ανθρώπους στη Δύση. Νέα δημοσκόπηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων καταδεικνύει ότι, ενώ οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί συγκλίνουν σε μια πιο επιθετική προσέγγιση απέναντι στη Ρωσία και θέλουν η Ουκρανία να ανακτήσει όλη την επικράτειά της, οι άνθρωποι στην Κίνα, στην Ινδία, στην Τουρκία και (φυσικά) στη Ρωσία θέλουν ο πόλεμος να τελειώσει το συντομότερο δυνατό, ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται ήττα της Ουκρανίας.
Ενα ακόμη μεγαλύτερο χάσμα ανοίγεται αναφορικά με τη μορφή της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Ευρωπαίοι και Αμερικανοί προσδοκούν την ανάδυση ενός διπολικού κόσμου, μοιρασμένου μεταξύ Κίνας και Δύσης, όπου πολλές άλλες χώρες θα λειτουργούν ως «αμφιταλαντευόμενα κράτη», όπως κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αλλοι όμως –περιλαμβανομένων και πολλών στην Κίνα– βλέπουν τον κόσμο να οδεύει προς τον κατακερματισμό του, με πολλές δυνάμεις να ανταγωνίζονται για επιρροή. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι ποιο αντίπαλο μπλοκ να επιλέξουν, αλλά πώς να συνεργαστούν ρεαλιστικά με όλους για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Αντί να παίζουν μια μελωδία που γράφτηκε από άλλους, οι περισσότερες χώρες θέλουν να μπορούν να τραγουδούν το δικό τους τραγούδι.
Ο Γουάνγκ έδειξε να το κατανοεί αυτό στην ομιλία του στο Μόναχο – περισσότερο από την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ. Η Κάμαλα Χάρις και άλλοι αμερικανοί ομιλητές προσπάθησαν να συσπειρώσουν τον υπόλοιπο κόσμο γύρω από την ιδέα της δημοκρατίας, ενώ κάλεσαν επίσης δικαστήρια να διώξουν τη Ρωσία για εγκλήματα πολέμου. Ομως, όσο ευπρόσδεκτη και εάν είναι αυτή η ρητορική στην Ανατολική Ευρώπη, υπάρχει ο κίνδυνος να αποξενώσει περαιτέρω πολλούς άλλους σε όλο τον κόσμο. Αυτές οι χώρες όχι μόνον βλέπουν να εφαρμόζονται δύο μέτρα και δύο σταθμά αλλά αντιδρούν επίσης στην ιδέα ότι πρέπει να αναγκαστούν να επιλέξουν πλευρά σε μια σύγκρουση που δεν προκάλεσαν.
Αντίθετα ο Γουάνγκ υποστήριξε ότι όλες οι χώρες θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν τις δικές τους οδούς – αν και εξέφρασε έξυπνα την υποστήριξη του για την «ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία». Και όταν απηύθυνε έκκληση για ένα ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία, δεν μιλούσε τόσο στους εθνικούς ηγέτες και στους διπλωμάτες όσο στον υπόλοιπο κόσμο. Πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζει ότι μια κατάπαυση του πυρός με εδραίωση της ρωσικής κυριαρχίας σε κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη είναι αδιανόητη για το Κίεβο, επομένως μια τέτοια πρόταση δεν είναι σοβαρή, αλλά στόχος του είναι να φανεί λογικός και να κατηγορήσει την Ουκρανία και τους δυτικούς υποστηρικτές της για κλιμάκωση. Σήμερα, όλες οι χώρες – ακόμα και οι δικτατορίες – ποντάρουν στο πλήθος και η πραγματική διπλωματία έχει ωθηθεί στο περιθώριο.
* Ο Μark Leonard είναι συνιδρυτής και διευθυντής του European Council on Foreign Relations
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News