—Πού είσαι καλέ και δεν απαντάς;
—Αστα Λεωνίδα μου. Είμαι φαρμακωμένη. Τόση προετοιμασία, τόσα έξοδα για να παραστώ στον γάμο των Στέφανου-Τάυλερ και πήγαν όλα στράφι!
—Ησουν καλεσμένη;
—Μόνο εγώ; Ολος ο λαός. Ετσι το είχε πρωτοπεί, αν θυμάσαι. Ολοι καλεσμένοι. Και είχα τότε αναρωτηθεί μέσα μου, πώς θα ταΐσει τόσο κόσμο λαυράκι φρικασέ; Αλλά είχε δώσει το παιδί τις συστάσεις του με το «καλημέρα σας». Πλούτος! Αμύθητος! Τόσος που δεν θα χρειαζόταν να δουλέψει για την υπόλοιπη ζωή του. Δηλαδή, μόνο από καπρίτσιο πλουσίου μας δουλεύει. Κι έτσι, πες με αφελή, πες με ευκολόπιστη, όπως θες πες με, άρχισα τις προσωπικές μου ετοιμασίες. Ράφτηκα. Ενα φόρεμα μέσα στην πούλια αλλά και με ένα touch Κρήτης. Εβαλα νύχια με το μέτρο και μάλιστα σε κάθε ένα ζωγραφίσαμε τη σημαία των ΛΟΑΤΚΙ για να μεταδώσω και μήνυμα. Έβαλα βλεφαρίδες από τρίχα κάστορα. Αγόρασα και δώρο. Αλίμονο! Σετ ασορτί μπουρνούζια με κεντημένα τα αρχικά τους. Και περίμενα, περίμενα.
Τι φιάσκο ήταν αυτό, Λεωνίδα μου! Οι μέρες που ακολούθησαν… Ως σαλούν σε καουμπόικη ταινία. Σφαίρες, τσαμπουκάδες, ο Πολάκης να γυρνοβολάει δεξιοτεχνικά το όπλο στο ένα δάκτυλο, η Ακρίτα να φωνάζει «Αγάπη», η κυρία Λινού να ψάλλει σιγανά «Τον νυμφώνα σου βλέπω»…. Χαμός! Και αυτοί οι δυο…Τ ι να κάνουν; Μιμούνταν τον πιανίστα των καουμπόικων! Σε άλλο μήκος κύματος! Προβάριζαν ποιο τραγούδι θα παίζει, όταν μάτι με μάτι δώσουν τον όρκο. «Ενα πρωινό, η Παναγιά μου, θα ‘ρθει να με βρει στην ακρογιαλιά» κατέληξαν… «Ανάθεμα την ώρα και τη στιγμή» αναστέναξε η μάνα Ελληνίς του Στέφανου και την αγριοκοίταξε ο αμερικάνος γουέντιγκ πλάνερ. Εξ αυτών των γεγονότων και της κακής ατμόσφαιρας το κοινό αποκλείστηκε. Και ο αριθμός των καλεσμένων όλο και χαμήλωνε. Από το «όλος ο κόσμος», φτάσαμε στα 150 άτομα και αυτό πολύ τους φάνηκε και κατέληξε 120. 120; Για Κρήτη; Αυτό ήταν κάλεσμα για μπιρίμπα! Εμεινα, η έρμη, με το νύχι μισό μέτρο με τη σημαία των ΛΟΑΚΤΙ σε κάθε δάκτυλο. Μάλλον εξ αυτών με λυπήθηκαν και μου επέτρεψαν την είσοδο. Κατ΄εξαίρεση.
-Τι λες; Σκάω από περιέργεια! Τι είδες; Πες πες….
-Τι να σου πω, Λεωνίδα μου! Ουκ εν τω πολλώ το ευ. Αλλα περίμενα και άλλα είδα. Nothing special. Στα χρόνια μας και στην Άνω Νέα Ραχούλα θα δεις στολισμούς… Είδες τους προσκεκλημένους; Ούτε ένας διάσημος, κάτι να κάνει μπούγιο. Ξέρεις πώς κόβει το μάτι μου… Αστα να πάνε! Αλλά η μόνη σκηνή που μου έμεινε ήταν με τη μάνα Κασελάκη και τον αμερικάνο wedding planer. Είχε ο άνθρωπος βάλει στις καρέκλες ταμπελάκια. «Εκεί που λέει Mother S θα καθίσετε» της υπέδειξε. Αλλά η γυναίκα, και με το δίκιο της, του τα είχε μαζεμένα. Κάπου να ξεσπάσει, όπως γίνεται στους γάμους. Σπάει τον κλοιό και πλησιάζει τον Στέφανο με μια πλεξούδα σκόρδα «Σας έφαγαν τα μάτια, αγόρι μου!» είπε βουρκωμένη και πήγε να τους τα κρεμάσει. «Μαμά σε παρακαλώ» είπε ο Στέφανος χαμηλόφωνα «Τόσα έχω να διαχειριστώ», «Δίκιο έχεις, αγόρι μου, αλλά μάνα είμαι και πονάω». Τη γραπώνει ο planer και την πήγε στην θέση με την ταμπέλα “Mother S”. Τον αγριοκοίταξε. Αρχίζει το μυστήριο. Σπάει ξανά τον κλοιό η μάνα με μια βεντάλια στα χέρια. «What is this?» θυμώνει ο planer. «Αϊ παράτα μας και συ!» του λέει και συνεχίζει «Μην με ακουμπάς γιατί θα σου δώσω μια ξανάστροφη and you will see stars. Επιτέλους Έλληνες ήμαστε. Δεν θα μας fuck εσύ, όλα μας τα έθιμα». Τόση φωνή, Λεωνίδα μου! Έκανε νόημα ο έρμος Στέφανος στον planer να την αφήσει. Στάθηκε εκείνη δίπλα του και του έκανε αέρα του γαμπρού, τακ τακ τακ πήγαινε το χέρι της ηλεκροκίνητο….Κάπου να ξεσπάσει. Βουρκωμένη κατέληξε «Να ζήσετε, πουλάκια μου!» και γυρίζοντας προς το μέρος μου είπε «Μας έφαγαν τα μάτια. Ένα καλό πήγε να κάνει το παιδί μου και ήρθε να σας κυβερνήσει… Που είχε όλα τα καλά του κόσμου! Αχάριστοι!». Την πόνεσα, Λεωνίδα μου. Μάνα είμαι κι εγώ. Να, και τώρα που το λέω…
Κοίτα, κοίτα! Άλλη ώρα θα σου πω τη συνέχεια.
ΥΓ Εννοείται ότι το χρονογράφημα είναι προϊόν φαντασίας
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News