«Ολα τα κέντρα ανοίγουν πάλι, για να ξεχειμωνιάσουμε, ν’ αγαπηθούμε πάλι και να μονιάσουμε.»
Κάπως έτσι υποδεχόταν στιχουργικά το πάλαι ποτέ την έναρξη των χειμερινών προγραμμάτων ψυχαγωγίας ή διασκέδασης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας των τροβαδούρων κ. Σαββόπουλος αλλά τον χειμώνα ετούτο δύσκολο φαίνεται εκείνο το «να μονιάσουμε».
Μόλις στην πρώτη φθινοπωρινή απόπειρα παρακολούθησης παράστασης σε μουσική σκηνή, νέα ήθη και ευήθη εντοπίζονται ενώ ήδη είχε ξεκινήσει στο πάλκο το μουσικό γεγονός. Πολύς κόσμος (κοντά μισό μαγαζί) σουλατσάρει καπνίζοντας μπροστά την είσοδο και η σκέψη του αφελούς αργοπορημένου προσερχόμενου είναι: «Μωρέ μπράβο, προσέλευση! Τόσοι πολλοί δεν μπήκαν ακόμη!».
Με την είσοδο όμως στη μουσική σκηνή λύνεται το μυστήριο: Οι λοιποί μισοί θεατές παρακολουθούν την παράσταση, που είναι σε εξέλιξη, σε ασυνήθιστα καθαρή ατμόσφαιρα λόγω της πλήρους, αυστηρής και αδιαπραγμάτευτης απαγόρευσης του καπνίσματος. Με ένα διαρκές μπες βγες καπνιστριών και καπνιστών θα κυλήσει η βραδιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το πρόγραμμα, τους καλλιτέχνες, την επιχείρηση και τους θαμώνες.
Ουδείς καπνιστής πλέον θα μπορεί να επαίρεται πως είδε ολόκληρο το πρόγραμμα και μια νέα κοινωνικότητα (αυτή, των πεζοδρομίων έξω απ’ τα λαϊβάδικα) σιγά σιγά γεννιέται. Το ασκημένο αυτί θα παίξει τον ρόλο του: «Σβήστοοοο, παίζουν το…» και βουρ τρεχάλα για μέσα, ν’ ακούσεις την τραγουδάρα. Από την άλλη, κάθε αντικείμενο πόθου, που θα σηκώνεται από τη σάλα, για να καπνίσει στο πεζοδρόμιο, ευκολότερα θα είναι προσεγγίσιμο και «νόου ασμπέτε» μ’ ένα άναμμα τσιγάρου έξω: «Πώς μας κατάντησαν οι αλήτες!», «Μα να μην υπάρχουν θέσεις καπνιστών!», «Μήπως κρυώνετε;» κτλ.
Ο βίος των Ελλήνων βέβαια πάντα υπήρξε υπαίθριος αλλά ποτέ σομπικώς επιδοτούμενος ως καταληψίας πεζοδρομίων (κ. υπουργέ, με τους δυόμισι μήνες χειμώνα, να πάτε μια βολτίτσα Φλώρινα ή Νευροκόπι, ναι;). Η σκέψη να συνεχιστούν οι υπαίθριες συναυλίες και για τον χειμώνα μοιάζει παγκοσμίως πρωτότυπη αλλά πρακτικά (μπρρρ…) μάλλον ανεφάρμοστη.
Ίσως μια λύση θα ήταν οι unplugged (άνευ ηλεκτρισμού) επί των πεζοδρομίων και κοντά στη σόμπα, αγκαλιά στην πολυθρόνα εκ παραλλήλου παραστάσεις: μία μέσα (άκαπνη), μία έξω (άναψε το τσιγάρο, δώσ’ μου φωτιά). Το ελληνικό –αντικαπνιστικό– δαιμόνιο είναι σίγουρο πως όπου να ‘ναι θα μεγαλουργήσει κι ετοιμαστείτε για stage, μπουζούκια και κλαρίνα στους παράδρομους της Συγγρού: Λαίδη ημίαιμη με δωδεκάποντο επί του πλακακίου με ντεκόρ σόμπα-μανιτάρι και λουλουδούδες από δίπλα. Ανέβα στη σομπίτσα μου, κούκλα μου γλυκιά!
Στον χώρο της ελληνικής μουσικής βιοτεχνίας (γιατί βιομηχανία δεν υπήρξε ποτέ, ας μη γελιόμαστε) μετά την κρίση, ο νέος αντικαπνιστικός νόμος έρχεται να δώσει το τελικό χτύπημα. Καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, τεχνικοί, σερβιτόροι και ποικίλες άλλες ειδικότητες βλέπουν το επάγγελμα τους μόνο σαν δεύτερη απασχόληση πια να υφίσταται και να σβήνει… Μέσα στις στάχτες ενός μισοκαπνισμένου τσιγάρου, που αυστηρώς –λέμε τώρα–απαγορεύεται.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News