Από το 2007 που ο Στιβ Τζομπς χάρισε στην ανθρωπότητα το πρώτο iPhone, δεν έχω πιάσει άλλη συσκευή στα χέρια μου. Το αυτό και για τα λάπτοπ και τους οικιακούς υπολογιστές: Εάν δεν έχει μηλαράκι, δεν μπαίνει σπίτι μου. Ναι, ξέρω. Είναι πανάκριβα· αλλά είναι και «σκυλιά». Είναι φιγουρατζίδικα· αλλά είναι και πανέμορφα. Μπορούμε να την κάνουμε για πάντα αυτήν την κουβέντα, άλλη φορά όμως. Σήμερα είναι άλλο το θέμα μας.
Στα μηχανήματα αυτά, δεν έχω παρά τις βασικές εφαρμογές, ή κάποιες άσχετες, όπως το Marine Traffic, ας πούμε, για να περνάνε οι ώρες στην παραλία, διαβάζοντας ποιος υπερπλούσιος είναι αυτός που περνάει στα ανοιχτά.
Εχω αντισταθεί φανατικά στις εκατομμύρια εφαρμογές που κυκλοφορούν διαρκώς και κυρίως στις εφαρμογές ευζωίας. Δεν θέλω να ξέρω πόσα βήματα έκανα σήμερα, πόσοι είναι οι καρδιακοί μου παλμοί, πόσο καλά κοιμήθηκα το βράδυ, τι ώρα άλλαξα πλευρό ή ρεύτηκα στον ύπνο μου, τι όνειρα είδα και τι σημαίνουν, δεν θέλω να ξέρω πόσες μπουκιές πρέπει να φάω και τι ώρα και πόσες φορές να τις μασήσω, δεν θέλω να ξέρω αν τα κέφια μου είναι καλά ή όχι, και βασικά δεν θέλω να μου τα λέει όλα αυτά το κινητό μου, ή το «έξυπνο» ρολόι μου. Δεν έχω καν έξυπνο ρολόι, έχω ένα που λέει σωστά την ώρα.
Η επέλαση των εφαρμογών ευζωίας, εμένα μου φαίνεται ότι έχει κάνει τους ανθρώπους λίγο πιο υστερικούς απ’ ότι ήταν πριν. Τις προάλλες πίναμε καφέ με μια φίλη και ξαφνικά το κινητό της άρχισε να βαράει συναγερμό. Πετάγεται πανικόβλητη, πρέπει να πιω νερό, μου λέει, λέω πάει πνίγεται, λέει όχι, έχω μια εφαρμογή που μου θυμίζει να πίνω νερό κάθε όποτε πρέπει (όποτε θεωρεί η εφαρμογή ότι πρέπει, δηλαδή).
Εντάξει, να πίνουμε νερό, αλλά μην πάθουμε και καρδιακό αν το ξεχάσουμε. Οι άλλοι μετράνε τα βήματά τους και κάνουν διαγωνισμούς στα social ποιος κάνει περισσότερα. Ό,τι δηλαδή, το να κάνεις 5.000 βήματα πάνω κάτω στο σαλόνι σου είναι υγεία.
Φυσικά, υπάρχει και ο αντίλογος: Το μέτρημα των βημάτων σού δίνει κίνητρο να κάνεις περισσότερα. Η παρακολούθηση του ύπνου μπορεί να αποκαλύψει προβλήματα όπως η άπνοια κ.λπ. Και τώρα προκύπτει ένα νέο ερώτημα: Αν παρακολουθούμε τη διάθεσή μας, μπορούμε να γίνουμε πιο ευτυχισμένοι;
Υπάρχουν ήδη άπειρες εφαρμογές σχεδιασμένες για να παρακολουθούν τις διαθέσεις μας. Μέχρι και εφαρμογή «περιόδου» που δείχνει στις γυναίκες πόσο πάνω-κάτω πάνε τα κέφια τους εκείνες τις μέρες του μήνα. Ναι, καλή μου εφαρμογή, δεν ξέρω εγώ και οι γύρω μου τι φρίκες τραβάω «εκείνες τις μέρες», εσένα περίμενα.
Η αγαπημένη Apple δεν θα μπορουσε να μείνει έξω από το παιχνίδι. Οι τελευταίες ενημερώσεις των λογισμικών της (iOS 17, iPadOS 17 και WatchOS 10), αναμένονται το φθινόπωρο και θα περιλαμβάνουν εφαρμογές καταγραφής της ψυχικής μας κατάστασης. Η εφαρμογή Υγείας της εταιρείας έχει ήδη ένα ερωτηματολόγιο που έχει ως στόχο να διαγνώσει εάν κινδυνεύεις από κατάθλιψη.
Ολα αυτά λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο όπως και οι εφαρμογές καταγραφής βημάτων και ύπνου: Σε βοηθούν, υποτίθεται, να καταγράψεις πατέντες συμπεριφοράς που σου χαλάνε τη διάθεση, άλλες που στη φτιάχνουν και τελικά να τα εφαρμόσεις όλα αυτά για να γίνεις πιο ευτυχισμένος.
Εμένα η διάθεσή μου βελτιώνεται δραματικά όταν ξύνομαι στην παραλία και χαλάει εξίσου δραματικά όταν έρχεται η ΔΕΗ. Θα χαρώ να μου το επιβεβαιώσει η εφαρμογή, αλλά δεν βλέπω τον τρόπο να χρησιμοποιήσω αυτήν τη γνώση ώστε να γίνω πιο ευτυχισμένη. Εκτός αν η εφαρμογή φροντίσει να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου στην παραλία και μου πληρώνει τη ΔΕΗ η ίδια.
«Κάποιοι ειδικοί της ψυχικής υγείας λένε ότι η καταγραφή των διαθέσεών μας σε συνδυασμό με τις συνήθειες που έχουμε στην άσκηση και τον ύπνο, μπορεί να μας βοηθήσει να βελτιώσουμε τα δύο τελευταία ώστε να βελτιωθεί και το πρώτο», μας ενημερώνει η Wall Street Journal. Πολύ σωστό. Εγώ το ίδιο θα πω: Σου έχει έρθει η ΔΕΗ, δεν είσαι στην παραλία και την επομένη έχεις να παραδώσεις τρία υπερεπείγοντα πρότζεκτ που δεν σου βγαίνουν με τίποτε. Ούτε με μισό κουτί Ζάναξ δεν σε παίρνει ο ύπνος.
Ολες αυτές οι εφαρμογές είναι καταπληκτικές στη σύλληψη και ενδεχομένως και στο σχεδιασμό, αλλά όπως το βλέπω εγώ, αποτυγχάνουν στο βασικό: Δίνουν οδηγίες με βάση τις ιδεατές συνθήκες ζωής. Γι αυτό και «οι ίδιοι ειδικοί ψυχικής υγείας, λένε ότι δεν έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, καθώς οι άνθρωποι σύντομα τις εγκαταλείπουν», σύμφωνα με την WSJ. Πάω στοίχημα, χωρίς να είμαι «έξυπνη» εφαρμογή, ότι οι περισσότεροι τις εγκατέλειψαν τη μέρα που τους ήρθε η ΔΕΗ και αποδέχθηκαν τελεσίδικα τη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Σε έρευνα που έγινε στο Ηνωμένο Βασίλειο ανάμεσα σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες (εκεί δηλαδή που εντοπίζονται τα σημαντικότερα ζητήματα κατάθλιψης στο δυτικό κόσμο), διαπίστωσαν ακριβώς το ίδιο. Στην αρχή οι εφαρμογές καταγραφής διαθέσεων φαίνεται να βοηθούν κάπως, αλλά δεν έχουν κανένα μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα.
Σε αυτό, θα προσθέσω: Κάνουμε αμάν να ξεκολήσουμε τους εφήβους από τις οθόνες, διότι ξέρουμε ότι συνεισφέρουν στην αυξανόμενη κατάθλιψή τους και μετά τους λέμε να κοιτάνε κάθε πέντε λεπτά την οθόνη για να δουν πόση κατάθλιψη τους έχει η ίδια προκαλέσει; Η αυτό δεν βγάζει νόημα, ή εγώ χρειάζομαι εφαρμογή να μου πει πόσο τρελή είμαι.
Στα θετικά, οι άνθρωποι που αποφασίζουν να μπουν στη διαδικασία, θα μπορούν να δώσουν τα στοιχεία αυτά στους γιατρούς τους. Και στους Ψυχαναλυτές τους. Υποπτεύομαι ότι κανένας γιατρός δεν χρειάζεται μια εφαρμογή για να σου πει ότι πρέπει να γυμνάζεσαι περισσότερο, να περνάς περισσότερο χρόνο σε εξωτερικούς χώρους και να κοιμάσαι καλύτερα. Αυτά τα ξέρουμε κι όσοι δεν έχουμε βγάλει την Ιατρική. Κανένας γιατρός όμως δεν μπορεί να σου πει πώς να το πετύχεις αυτό.
Θυμήθηκα έναν γιατρό στον οποίον είχα πάει για τη (χρόνια) τενοντίτιδά στο δεξί μου χέρι. «Πάρε αυτό κι αυτό το φάρμακο», μου είχε πει, «και πρέπει να αποφύγεις το ποντίκι του υπολογιστή εντελώς για τουλάχιστον δύο μήνες». Κοιταχτήκαμε και γελάσαμε. Ηξερε ότι μου έλεγε επιστημονικές φαντασίες, αλλά τι να πει κι αυτός;
Επιπλέον, υπάρχει κι ένα ακόμη μεγάλο θέμα.
Δεν φτάνει που λέμε ψέματα ο ένας στον άλλον, λένε οι έρευνες, λέμε ψέματα και στις εφαρμογές. Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι στρέφονται σε αυτά τα εργαλεία μετά από κάποια μεγάλη κρίση στη ζωή τους (θάνατοι, διαζύγια, κ.ο.κ.), στις εφαρμογές «κρύβουν» τις κακές τους διαθέσεις και καταγράφουν μόνο τις καλές. Λες και θα σε μαλώσει ο Siri που έχεις τις μαύρες σου.
Το ίδιο έχει παρατηρηθεί με τις εφαρμογές δίαιτας, εκεί οι αναλυτές σηκώνουν τα χέρια ψηλά: Κανείς δεν καταγράφει ότι τρώει πατάτες τηγανητές και μισό ταψί μπακλαβά για επιδόρπιο. Ολοι σαλάτες τρώμε και φρούτα, παραμένει συμπαντικό μυστήριο γιατί δεν χάνουμε εκείνα τα κιλά.
Εκπρόσωπος της Apple είπε ότι σχεδίασαν πολύ προσεκτικά τις εφαρμογές «ώστε οι άνθρωποι να μην ντρέπονται να πουν ότι έχουν αρνητικά συναισθήματα».
Ζούμε, δηλαδή, σε έναν κόσμο, στον οποίο ντρεπόμαστε να πούμε ότι δεν είμαστε καλά, ακόμη και σε ένα μηχάνημα. Σε έναν κόσμο που μας θέλει διαρκώς ευτυχισμένους έως και χαζοχαρούμενους, πετυχημένους, ψηλούς, ξανθούς και πλούσιους. Και έχουμε ενοχές όταν δεν είμαστε.
Αυτό, και να με συγχωρεί η Apple, δεν διορθώνεται με καμία εφαρμογή. Ούτε καν με τριάντα χρόνια «ντιβάνι». Είναι κοινωνικό ζήτημα και θέλει πάρα πολλή κουβέντα για να αντιμετωπιστεί.
Μισό, με ρωτάει ο Siri πώς είναι σήμερα τα κέφια μου.
Siri, πας γυρεύοντας πρωί πρωί να τ’ ακούσεις.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News