Ένας μεγάλος αριθμός συμπατριωτών μας, με ματιά καθηλωμένη στα κοντινά χρόνια του ημερολογίου, νομίζει ότι η λύση στο οξύ δημογραφικό πρόβλημα της χώρας μπορεί να έρθει από τη γενναία επιδότηση των νέων ζευγαριών που θα δώσουν φωνή στις παιδικές χαρές. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, αν οι νεαρές Ελληνίδες υποστηριχθούν καταλλήλως, θα αρχίσουν, με χαρά και προθυμία, να τεκνοποιούν προκειμένου να απαντήσουν στη δημογραφική μας καχεξία. Με ένα και δύο και τρία και τέσσερα παιδιά -πιο πολλά από του Πειραιά.
Διαβάζοντας, στα social media, τις αντιδράσεις που προκάλεσε το προηγούμενο άρθρο μου, σύμφωνα με το οποίο θα αφανιστούμε χωρίς τους μετανάστες, σταχυολόγησα οργή, χλεύη και τεκμηρίωση της συμμετοχής μου σε ένα σκοτεινό σχέδιο εξάλειψης του ελληνισμού -απλώς κάποιοι είναι γενναιόδωροι και μου αποδίδουν το ελαφρυντικό της αφέλειας. Το εν λόγω άρθρο παρουσίαζε τα αποτελέσματα μεγάλης δημογραφικής έρευνας, η οποία κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες που, μέχρι το 2100, θα δουν τον πληθυσμό τους να μειώνεται στο ήμισυ. Κατά συνέπεια, για να διατηρηθεί η χώρα δημογραφικά ζωντανή, θα πρέπει, πέρα από τα κίνητρα στη γονιμότητα, να υιοθετήσει και μία πολιτική ενσωμάτωσης μεταναστών.
Οι αναγνώστες που αντέδρασαν με οργή εκτιμούν ότι, ούτως ή άλλως, αν ενσωματωθούν μετανάστες η χώρα οδηγείται στον αφανισμό. Κάποιοι τάσσονται υπέρ της σταδιακής εξάλειψης του έθνους, αρκεί να μείνει «καθαρό», ενώ σχεδόν όλοι πιστεύουν ότι με την επιδότηση των ζευγαριών θα βρεθούμε μπροστά σε ένα baby boom.
Προσέξτε, όμως, μία αντίφαση.
Κανένας μας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το 1932 ανήκει σε εποχή όπου έδεναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα. Ήταν, όμως, η καλύτερη χρονιά στη δημογραφική ιστορία της χώρας. Σημειώθηκαν 185.323 γεννήσεις και ο πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατά 67.930 άτομα. Ξέρετε πότε ήταν η δεύτερη καλύτερη χρονιά; Το 1940, όταν η χώρα έμπαινε σε πόλεμο. Η τρίτη καλύτερη χρονιά ήταν το 1960, με το κύμα της μετανάστευσης να βρίσκεται σε κορύφωση. Συνεπώς οι Έλληνες δεν έκαναν παιδιά επειδή είχαν χρήματα ή επειδή τους ευνοούσε το περιβάλλον. Αν ίσχυε αυτό, τότε από τα ’80ς, που το βιοτικό επίπεδο αρχίζει και ανεβαίνει κατακόρυφα, η Ελλάδα έπρεπε να ανοίγει μαιευτήρια και να εγκαινιάζει νηπιαγωγεία. Μάλιστα το 2000, μία χρονιά γενικής αισιοδοξίας και θετικής ενατένισης προς το μέλλον, οι θάνατοι αρχίζουν να ξεπερνούν τις γεννήσεις. Οι γυναίκες είχαν ήδη μπει, εδώ και χρόνια, στην παραγωγική διαδικασία και η έννοια της ευζωίας επεκτάθηκε πέρα από ένα τραπέζι με γεμάτα πιάτα. Οι άνθρωποι ξεκίνησαν να ταξιδεύουν περισσότερο, να απολαμβάνουν τον ελεύθερο χρόνο τους, να μεταθέτουν για το μέλλον την απόκτηση παιδιού.
Μετά ήρθε η κρίση και το νέο κύμα της μετανάστευσης. Στη διετία 2017-2019 ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά 70.000 άτομα. Και πάλι καλά που υπάρχουν οι αλλοδαπές μητέρες. Στην περίοδο 2004-2017, οι γεννήσεις από αλλοδαπές ήταν κατά 209.000 περισσότερες από τους θανάτους αλλοδαπών και περιόρισαν τη μείωση του πληθυσμού στους 109.000 ανθρώπους. Αν δεν υπήρχαν οι αλλοδαπές, ο πληθυσμός της Ελλάδας θα είχε μειωθεί κατά 320.000 άτομα μόνο από τη διαφορά γεννήσεων-θανάτων. Οι γυναίκες αυτές προσφέρουν το 10% των γεννήσεων που γίνονται στη χώρα.
Αν συνεχίσουμε, λοιπόν, έτσι, το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον προβλέπει ότι το 2100 θα έχουμε μείνει οι μισοί. Ακόμα και αν «υποχρεώναμε» κάθε Ελληνίδα σε αναπαραγωγική ηλικία να κάνει δύο παιδιά (σήμερα αντιστοιχούν 1,38 γεννήσεις ανά γυναίκα), η συνολική εικόνα δεν αλλάζει θεαματικά. Βαδίζουμε, λοιπόν, προς μία χώρα γερόντων (το 2050 ένας στους τρεις θα είναι άνω των 65), χωρίς εργατικό δυναμικό που θα συντηρεί το ασφαλιστικό σύστημα, αλλά και με πληθυσμιακή ερημοποίηση περιοχών. Αυτό, ασφαλώς, θα επισύρει γεωπολιτικές επιπτώσεις. Στο τέλος του αιώνα θα υπάρχουν έρημα ελληνικά νησιά και η Τουρκία θα έχει πληθυσμό άνω των 100 εκατομμυρίων.
Το να αρνούμαστε ότι η επιβίωση της χώρας διέρχεται από την ενσωμάτωση μεταναστών είναι κοντόφθαλμο, παράλογο και ηλίθιο. Όπως και το να πιστεύουμε ότι οι Ελληνίδες θα αρχίσουν να κάνουν τέσσερα και πέντε παιδιά προκειμένου να αναστήσουν δημογραφικά τη χώρα. Ναι, βέβαια, κάποιοι σοκάρονται από αυτό, ειδικά όταν προβάλλουν τις πεποιθήσεις τους στον κόσμο του 2100. Με τον ίδιο τρόπο, όμως, ο σημερινός κόσμος θα προκαλούσε σοκ σε έναν συμπατριώτη μας από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
Το ουσιαστικό ερώτημα, λοιπόν, δεν έχει να κάνει με το αν θα ενσωματώσουμε μετανάστες, αλλά με το ποιους θα πάρουμε και πώς θα τους εντάξουμε -αντίστοιχη κουβέντα κάνουν και στην Ιαπωνία. Λέει ο Γιώργος Πρεβελάκης, καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόνη: «Αν κυριαρχήσει η τάση για αμυντική περιχαράκωση, για πολιτισμική αδράνεια και για περιθωριοποίηση μέσα σε μια δημογραφικά παρακμάζουσα Ευρώπη, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η Ελλάδα να βρεθεί σε μερικές δεκαετίες με αλλοιωμένο τον εθνικό της χαρακτήρα, δημογραφική περιφέρεια μιας αδυνατισμένης Ευρώπης και “φινλανδοποιημένη” από την Τουρκία».
Εδώ συνήθως εγείρεται η ένσταση για τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που δεν ενσωματώνονται εύκολα. Εντάξει. Υπάρχουν όμως εκατομμύρια Κόπτες στην Αίγυπτο καθώς και χριστιανικοί πληθυσμοί στην Αφρική. Όταν η Γερμανία υποδέχθηκε 1,2 εκατ. πρόσφυγες από τη Συρία ήξερε πολύ καλά τι έκανε και πού κοιτούσε -στο τέλος του αιώνα. Τι να κάνουμε; Είμαστε έθνος ανάδελφον. Ωστόσο πατάμε πάνω σε χώματα που, ανά τους αιώνες, λειτούργησαν ως σημείο συνάντησης διαφορετικών πολιτισμών και εθνοτήτων. Η ελληνική ιστορία είναι γραμμένη με κώδικες ενσωμάτωσης και αφομοίωσης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News