Πόσο δεξιά να πάει ο Μητσοτάκης;
Πόσο δεξιά να πάει ο Μητσοτάκης;
Περίπου έντεκα χρόνια πριν, το καλοκαίρι του 2014, έπειτα από ένα άσχημο αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές, ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς προχώρησε σε έναν ευρύ ανασχηματισμό. Η συγκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ είχε πλήξει την ιδεολογική εικόνα της παράταξης –τουλάχιστον αυτό ήταν το σκεπτικό του επιτελείου στο Μέγαρο Μαξίμου–, άρα αυτό που έλειπε ήταν η συμπερίληψη αρκετών «λαϊκών δεξιών» στο σχήμα. Το αποτέλεσμα στις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ήταν κακό. Λιγότερο κακό, αλλά κρατούσε τη Νέα Δημοκρατία πολύ μακριά από τον στόχο της εξουσίας. Το 22% έγινε 27%.
Στον τελευταίο ανασχηματισμό, πριν από λίγες ημέρες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ακολούθησε την πεπατημένη του προκατόχου του –και αυτό παρότι το κόμμα αποδεδειγμένα υποφέρει από τις προς τα δεξιά διαρροές. Αλλά στην τρέχουσα συγκυρία τα δεδομένα, όπως και τα περιθώρια, για τον Πρωθυπουργό ήταν συγκεκριμένα: τα αιτήματα της κοινωνίας μετά την τραγωδία των Τεμπών είναι διαφορετικά. Τα ούλτρα δεξιά στελέχη έχουν αξιοποιηθεί εδώ και χρόνια κατά τον πλέον επιθυμητό τρόπο. Τα ίδια στελέχη είναι αυτά που έβαλαν απέναντί τους τους εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που τόλμησαν να κατέβουν για να διαμαρτυρηθούν στους δρόμους όλης της χώρας.
Από τις πρώτες, όμως, μέρες της νέας διακυβέρνησης είναι παραπάνω από φανερό ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει, πλέον πιο δυναμικά, τη στροφή προς τα δεξιά. Τη στροφή που ξεκίνησε, αρκετό καιρό πριν, με την ατάκα του στον Πασκάλ Μπρικνέρ ότι «ναι, πράγματι τυχαίνει να πιστεύω ότι υπάρχουν δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό». Αρχικά, ήταν ο Μάκης Βορίδης που από τις πρώτες ώρες στη νέα θέση του ως υπουργός Μετανάστευσης εξαπέλυσε εθνικιστικές κορώνες και ευθείες απειλές, οι οποίες όχι μόνο είναι παντελώς αβέβαιο ότι μπορούν να υλοποιηθούν, αλλά έρχονται και σε πλήρη αντίθεση με τις εργασιακές και δημογραφικές ανάγκες της χώρας.
Λίγες ώρες αφότου ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέδειξε από το ίδιο βήμα τη σκληρή γραμμή, επικεντρωμένος όμως στα ζητήματα της φύλαξης των συνόρων και των επιστροφών, τοποθετήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο με αφορμή την εκδήλωση ενδιαφέροντος της Chevron για έρευνες νοτίως της Κρήτης. «Είναι μια απόδειξη ότι η Ελλάδα ασκεί στην πράξη τα κυριαρχικά της δικαιώματα σε πείσμα της κακόβουλης σπερμολογίας κάποιων», ήταν η ακριβής αποστροφή του Πρωθυπουργού, ο οποίος αισθάνεται πλέον την ανάγκη να απαντήσει στους επαγγελματίες «πατριώτες», εντός και εκτός κόμματος. Κάτι που δεν έκανε τα προηγούμενα χρόνια.
Παραλλήλως, και σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τα τεκταινόμενα στο Μέγαρο Μαξίμου, στο στενό επιτελείο του Πρωθυπουργού έχουν αρχίσει να σκέφτονται ότι η λίγο-πολύ αναγκαστική επαναφορά σε τροχιά αντιπαράθεσης με την Τουρκία θα μπορούσε να ωφελήσει την εικόνα της κυβέρνησης. Ανεξαρτήτως των όποιων επιπτώσεων και της αναμενόμενης νέας αναβολής του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, η Αθήνα θα κληθεί εντός του επόμενου χρονικού διαστήματος να υπερασπίσει το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης, αλλά και να καταθέσει τα σχέδια για το θαλάσσιο χωροταξικό και τα θαλάσσια πάρκα. Σε όλα αυτά αντιδρά η Αγκυρα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να σταθμίσει πολύ προσεκτικά την κατάσταση πριν δράσει, διότι συνήθως όταν η εξωτερική πολιτική χρησιμοποιείται για πολιτικό όφελος στο εσωτερικό, τα αποτελέσματα είναι, αν μη τι άλλο, προβληματικά, ενδεχομένως και επικίνδυνα.
Η δε αντίδραση της κυβέρνησης στα ανιστόρητα συνθήματα που ακούστηκαν στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου ήταν μάλλον αναιμική. Ουδείς μάλιστα έσπευσε να «αδειάσει» τους κ.κ. Πλεύρη και Γεωργιάδη, οι οποίοι κάλυψαν και με το παραπάνω τους σπουδαστές. «Μην πετροβολούμε άλλο αυτά τα παιδιά, είναι τα δικά μας παιδιά, τα αγαπάμε, τα προστατεύουμε και είμαστε υπερήφανοι για τον πατριωτισμό τους», ήταν τα λόγια του αμετακίνητου υπουργού και αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας. Δεν πέρασαν ούτε 48 ώρες έως ότου ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοινώσει από το Παρίσι την αύξηση των μισθών στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.
Με βάση όλα τα παραπάνω γίνεται εύκολα κατανοητό το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός πατάει σε δύο βάρκες. Οσο κινείται τεχνοκρατικά στους τομείς της οικονομίας, της ανάπτυξης και του εκσυγχρονισμού του κράτους, άλλο τόσο εγκολπώνεται την ούλτρα δεξιά ιδεολογική ατζέντα. Αν στις εσωτερικές δημοσκοπήσεις η Νέα Δημοκρατία ξεκινά από το 25% και έχει διαρροές ακόμα και προς τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, τότε θα σκεφτόταν κανείς ότι η συγκράτηση όσο το δυνατόν περισσότερων δεξιών ψηφοφόρων είναι μια λογική επιλογή. Είναι άλλωστε και το διεθνές περιβάλλον, στον αστερισμό του Τραμπ, που ευνοεί αυτό το σκεπτικό. Αρκούν όμως αυτά για να επιστρέψουν στην κάλπη του Μητσοτάκη αυτοί που έφυγαν τα τελευταία χρόνια;
Η ρήξη του δεξιού ακροατηρίου με τον Πρωθυπουργό μοιάζει να είναι οριστική, δεν οφείλεται απλώς και μόνο στον γάμο των ομοφύλων – εντοπίζεται ήδη από την εποχή της πανδημίας, τη στάση της Ελλάδας στον πόλεμο της Ουκρανίας και τη διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ταυτοχρόνως, οι συγκεκριμένοι ψηφοφόροι και οι εκπρόσωποί τους στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και το κόμμα ουδέποτε είδαν θετικά το επιτελικό κράτος και την επιβολή κεντρώων και πασοκογενών στελεχών από τον Μητσοτάκη στον στενό πυρήνα της εξουσίας. Ενιωθαν και νιώθουν στο περιθώριο. Οσο όμως ο Πρωθυπουργός ήταν ισχυρός, δεν τολμούσαν να μιλήσουν. Τώρα, όμως, είναι αλλιώς τα πράγματα.
Ολα αυτά αποτυπώθηκαν με τον εναργέστερο τρόπο στη σύναξη που διοργάνωσε ο Νίκος Δένδιας ενώπιον του μνημείου για τους νεκρούς του έθνους. Δεν ήταν μόνο η παρουσία των δύο πρώην πρωθυπουργών της Νέας Δημοκρατίας, του Προέδρου της Δημοκρατίας την περίοδο των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, του μισού Υπουργικού Συμβουλίου και των περίπου 70 βουλευτών του κόμματος. Ηταν και η ομιλία του υπουργού Αμυνας που ήρθε ως κερασάκι στην τούρτα της άτυπης ιδεολογικής διαμάχης που βρίσκεται σε εξέλιξη στη Νέα Δημοκρατία και ευρύτερα στον χώρο της Κεντροδεξιάς. «Τα ταυτοτικά στοιχεία της νέας Ελλάδας είναι γνωστά: Πατρίδα – Γλώσσα – Παραδόσεις – Θρησκεία – Οικογένεια. Αυτά είναι. Αυτοί είμαστε. Υπέρ αυτών η θυσία», είπε μεταξύ άλλων ο κ. Δένδιας, προσθέτοντας ότι «η πρόοδος και η συντήρηση δεν αντιτίθενται. Είναι οι δύο όψεις του νομίσματος του Ελληνισμού».
Σε μια πρώτη ανάγνωση, θα μπορούσε κανείς να πει ότι μια τέτοια ενίσχυση του ιδεολογικού προσήμου της Νέας Δημοκρατίας λειτουργεί θετικά για τον Μητσοτάκη, από τη στιγμή που ο ίδιος έχει διακηρύξει ότι θα είναι ο υποψήφιος πρωθυπουργός και το 2027. Στην πολιτική, όμως, δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Αλλωστε, πόσο πιο δεξιά να πάει το σκάφος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ειδικά όταν και «αυθεντικά» κόμματα υπάρχουν στα δεξιά του, αλλά και «αυθεντικοί» δεξιοί ελλοχεύουν μέσα στο κόμμα του; Η προσκόλληση στην ιδεολογία ούτε του ταιριάζει ούτε είναι η αιτία που τον ανέδειξε εν πρώτοις πρόεδρο του κόμματος και στη συνέχεια Πρωθυπουργό. Αν οι καιροί απαιτήσουν μέλλον ακόμα πιο δεξιό, μάλλον δεν είναι αυτός που θα ηγηθεί της προσπάθειας. Οποιος το κάνει όμως δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι η ιδεολογική περιχαράκωση ουδέποτε οδήγησε στις απαραίτητες πλειοψηφίες. Ο ελληνικός δικομματισμός είναι μια ιστορία πολυσυλλεκτικότητας. Οπως αυτή που συνέπηξε ο Μητσοτάκης τα τελευταία έξι χρόνια στη Νέα Δημοκρατία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Πόσο δεξιά να πάει ο Μητσοτάκης;
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.