Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναβάλει την παρουσία του στην 87η ΔΕΘ και να απουσιάσει από τα εγκαίνια της Εκθεσης, στη σκιά των δραματικών γεγονότων με τις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία και όχι μόνο, δείχνει κάποια πράγματα. Διότι είτε το θέλουμε είτε όχι, συνιστά μια απουσία ιστορική από έναν –καλό, κακό δεν έχει σημασία– πολιτικό θεσμό. Δείχνει ότι κάτι πολύ σοβαρό, πάρα πολύ σοβαρό, μια καταστροφή τρομακτικών διαστάσεων, έχει συμβεί στη χώρα. Και πολύ καλώς αναγνωρίζεται και με αυτόν τον τρόπο, με τη μη συμμετοχή, δηλαδή, του Πρωθυπουργού σε αυτήν την άτυπη αλλά τόσο ελληνική και εμβληματική «Πρωτοχρονιά» την οποία συμβολίζει κάθε χρόνο η έναρξη της ΔΕΘ.
Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, τελευταία φορά που έγιναν εγκαίνια της ΔΕΘ χωρίς τον Πρωθυπουργό της χώρας ήταν πριν από 35 ολόκληρα χρόνια, το 1988, και αυτό επειδή ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν βαριά άρρωστος στο νοσοκομείο στο Λονδίνο. Μάλιστα υπήρξε τότε και το εξής, ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, παραπολιτικό συμβάν, που στέκεται και λίγο ως απόδειξη των συμβολισμών της ΔΕΘ –αλλά και του κάπως ανούσιου, της επιβολής τού φαίνεσθαι εις βάρος τού είναι, αυτής της ετήσιας φθινοπωρινής μάζωξης του πολιτικού συστήματος στη Θεσσαλονίκη:
Αποφασίστηκε τότε ότι τον Πρωθυπουργό, που ακόμα ανέρρωνε στο Χέρφιλντ, θα εκπροσωπούσαν όχι ένας, αλλά δύο κορυφαίοι υπουργοί, ο Γιάννη Χαραλαμπόπουλος και ο Μένιος Κουτσόγιωργας εν προκειμένω, ώστε να μη θεωρηθεί ότι υπήρχε κάποιος ως άτυπος διάδοχος του ασθενούς Ανδρέα. Και η προσοχή στο να μην υπάρξει η οποιαδήποτε υποδήλωση μιας πιθανής πρωτοκαθεδρίας κάποιου εκ των δύο ήταν τόσο μεγάλη, που βαδίζοντας πλάι πλάι στο «Αλεξάνδρειο», είχαν συντονίσει άτσαλα τον βηματισμό τους, ο ψηλός και αγέρωχος Χαραλαμπόπουλος και ο μετρίου αναστήματος Κουτσόγιωργας, ώστε να μη φανεί στο φανατισμένο κομματικό κοινό (που είχε κατακλύσει το Παλέ ντε Σπορ και είχε άλλον καημό: φώναζε εν χορώ «να γυρίσει-ο αρχηγός-σιδερένιος-δυνατός») ότι προπορεύεται ο ένας ή ο άλλος.
Τι θέλω να πω εδώ. Οτι, ούτως ή άλλως, η παρουσία του εκάστοτε Πρωθυπουργού της χώρας στη ΔΕΘ παράγει συχνά περισσότερο θόρυβο από όσο μπορούμε να καταναλώσουμε ή χρειαζόμαστε ως χώρα.
Ναι, και στο εξωτερικό οι ηγέτες μεταβαίνουν σε εκθέσεις –πού να δείτε τι γίνεται στη Γαλλία όπου κάθε πρόεδρος οφείλει να πιει τα κρασιά του δίπλα σε αμπελουργούς. Ομως η ΔΕΘ αποτελεί ένα εγχώριο πολιτικό καταναγκασμό, ένα θρησκειολογικού ύφους ετήσιο πολιτικό προσκύνημα που, ως τέτοιο, ναι μεν είναι απαραίτητο και συμβολικό και σηματοδοτεί την έναρξη της χρονιάς, αλλά όλο και λιγότερη πολιτική χρησιμότητα έχει –ιδίως όσο συνειδητοποιούμε τι ζημιά μας έχει κάνει που η πολιτική επικοινωνία καταπίνει όλο και περισσότερο την πραγματική πολιτική. Ας μου συγχωρεθεί η επανάληψη, αλλά τώρα, με τη μισή χώρα καθημαγμένη, είναι η ώρα της πραγματικής πολιτικής. Τώρα και όχι αργότερα.
Το να μεταβεί αυτή την στιγμή ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ για να επισκεφθεί περίπτερα δημοσίων φορέων, πραγματικών ή ντεμέκ καινοτόμων επιχειρήσεων και ποδοσφαιρικών σωματείων της πόλης που θα του προσφέρουν μια ακόμα φανέλα με το όνομά του και για να πάει έπειτα στο «Βελλίδειο» προκειμένου να εκφωνήσει τον ετήσιο πανηγυρικό με παροχές και παύσεις για standing ovations, θα ήταν χειρότερο από έγκλημα, θα ήταν λάθος. Δεν είναι η ώρα τέτοια.
Αν η τρόπον τινά ιστορική απουσία του Πρωθυπουργού από τα εγκαίνια της 87ης ΔΕΘ μπορεί να εκληφθεί από κάποιους ως ενέργεια επικοινωνιακού χαρακτήρα, δεν είναι, ή δεν είναι τόσο όσο θέλουν. Καλώς ή κακώς, το τρένο της επικοινωνίας έχει αναχωρήσει ακόμα και για την παρούσα κυβέρνηση που τόσο την αγάπησε.
Η απουσία του κ. Μητσοτάκη από το ετήσιο πολιτικό ραντεβού της ΔΕΘ μαρτυρά τη σοβαρότητα της κατάστασης στη Θεσσαλία και, αν θέλετε, την αποκατάσταση της επαφής της κυβέρνησης με την πραγματικότητα ύστερα από τη μετεκλογική νιρβάνα. Δείχνει επίσης τη δυνατότητα που διατηρεί ο συγκεκριμένος Πρωθυπουργός να ιεραρχεί σωστά ορισμένα πράγματα, έστω και αν αυτή η ιεράρχηση ανατρέπει τους πολιτικούς του σχεδιασμούς μέσα σε λίγες ώρες.
Με ολόκληρο τον Εβρο καμένο και ολόκληρη τη Θεσσαλία πνιγμένη, με πολίτες απελπισμένους σε στέγες, χωρίς δρόμους και χωρίς πόσιμο νερό, το τελευταίο που χρειαζόταν ήταν να μεταβεί ο κ. Μητσοτάκης στη Θεσσαλονίκη για ένα τελετουργικό που μόνο υπό κανονικές συνθήκες μπορεί να έχει μια κάποια σημασία —αλλά κανονικές συνθήκες αυτές που ζούμε δεν τις λες…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News