Το δημοψήφισμα του 2015 ήταν η κρισιμότερη ιστορική καμπή από τη Μεταπολίτευση ως τις μέρες μας. Η στιγμή που η χώρα έβγαλε το ένα πόδι έξω από την Ευρώπη, αλλά ευτυχώς πρόλαβε και το μάζεψε αμέσως μετά. Αν θυμάμαι καλά, σε εκείνο το εθνικό debate οι χρυσαυγίτες συνετάχθησαν με τον Πολάκη και τους συντρόφους του. Ο Ρουβάς ήταν στην απέναντι πλευρά, έκανε μάλιστα και σποτ.
Λίγα χρόνια νωρίτερα οι Πολάκηδες μοιράστηκαν την πλατεία Συντάγματος με τους τύπους που φορούσαν μαύρες μπλούζες και είχαν κουρέψει με τη ψιλή τα κεφάλια πάνω από τους χοντρούς σβέρκους. Ο Ρουβάς νομίζω ήταν στην πολυτελή έπαυλη του που, αν δεν κάνω λάθος, δεν την έχτισε με δάνειο από την Τράπεζα Αττικής.
Ο Πολάκης πήρε μία παλιά δήλωση του Ρουβά, που ασφαλώς δεν έχει πείρα στο ζύγι των λέξεων, την παρουσίασε στο πλαίσιο που τον βόλευε και τον παρουσίασε ως συνοδοιπόρο της Χρυσής Αυγής. Μετά ανακάλυψε ότι ο Ρουβάς ακολουθούσε, μεταξύ άλλων, τον Κασιδιάρη στο twitter. Το θέμα είναι βέβαια αστείο. Είναι όμως ταυτόχρονα και τραγικό. Διότι δεν έχει να κάνει μόνο με τον Πολάκη. Έχει να κάνει με ένα ρεύμα που εκδηλώθηκε τις τελευταίες μέρες το οποίο θυμίζει κυνήγι δωσίλογων μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Πάλι καλά που δεν επιστρατεύτηκε η κυρία Βασιλική Θάνου για να στήσει το δικαστήριο που θα δικάσει τους συνοδοιπόρους του Μιχαλολιάκου και του Κασιδιάρη. Αν μη τι άλλο, η κυρία Θάνου ξέρει από Χρυσή Αυγή.
Όλο αυτό βέβαια δεν είναι κάτι καινούργιο. Είναι αποτέλεσμα μίας συνθήκης που θεωρεί ότι κάποιοι δικαιούνται να εκδίδουν πιστοποιητικά δημοκρατικών φρονημάτων ή να σε μαρκάρουν, σαν γελάδι στο Τέξας, με τη σβάστικα. Ο Καμμένος, ας πούμε, έχει μέσο τον Πολάκη και έβαλε το πιστοποιητικό στην τσέπη. Ο Ρουβάς έχει πρόβλημα.
Εννοείται ότι τη σφραγίδα του πιστοποιητικού και το πυρωμένο σίδερο με τη σβάστικα δικαιούνται να φέρουν μόνο αυτοί που θεωρούνται εξ ορισμού δημοκράτες. Δεν έχει σημασία αν αποθεώνουν ολοκληρωτικά καθεστώτα ή λατρεύουν δικτάτορες που μας συστήθηκαν ως επαναστάτες. Δεν παίζει ρόλο αν συχνά υιοθετούν μεθόδους που παραπέμπουν στις πιο σκοτεινές περιόδους της Ιστορίας. Αυτοί έχουν και το know how και την αρμοδιότητα. Ακόμα και όταν μετέρχονται μεθόδων που ζέχνουν φασισμό, η προσήλωσή τους στα δημοκρατικά ιδεώδη θεωρείται αδιαμφισβήτητη και αδιαπραγμάτευτη. Μπορείς, ας πούμε, να στοχοποιείς οποιονδήποτε, αρκεί να το κάνεις με μαχητικό τρόπο, από την κατάλληλη γωνία, βγάζοντας από το στόμα σου ύβρεις, σάλια και κραυγές. Αν βρίσκεται στη σωστή πλευρά, κανένας δεν θα σου πει ότι είσαι φτυστός ο Μουσολίνι.
Το πιο εύκολο πράγμα στην Ελλάδα σήμερα είναι να χαρακτηριστείς φασίστας ή ακροδεξιός. Για κάτι που είπες ή για κάτι που δεν είπες. Εναλλακτικά, μπορεί να κατηγορηθείς για «ξέπλυμα». Ξεπλένεις τους φασίστες. Γιατί το κάνεις; Μπορεί να τους γουστάρεις ενδόμυχα, να τα έχεις πιάσει, οτιδήποτε. Σου ανοίγουν ένα λογαριασμό και εκεί που σου χρωστούσαν, πάνε να σου πάρουν και το βόδι ή, πιο σωστά, το γίδι.
Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; Εύκολο. Βγαίνει από τη μέση οτιδήποτε μοιάζει με επιχείρημα, η λογική αποσύρεται, κυριαρχούν συνθήματα και συναισθήματα. Ένα βήμα πριν πάρουν τον έλεγχο τα ένστικτα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News