Μα, γίνεται να είναι κεϊνσιανιστής ο φιλελεύθερος Κυριάκος Μητσοτάκης; Μπορεί οι πιο πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού για καιρούς που ευνοούν «μια πιο κεϊνσιανή προσέγγιση» να μην ταιριάζουν στο προφίλ του κόμματός του, ταιριάζουν όμως στον ίδιο και στο μοντέλο διακυβέρνησης που εφαρμόζει από την αρχή της πανδημίας.
Ο Πρωθυπουργός διαπίστωσε γρήγορα την σοσιαλδημοκρατική γοητεία σε καιρούς υγειονομικής κρίσης. Την αξιοποίησε, επομένως, στο μέτρο του δυνατού: δημιούργησε ένα πλέγμα κρατικού προστατευτισμού, χρησιμοποιώντας πρόσωπα που δεν συνδέονταν ποτέ άμεσα με την ΝΔ. Εδωσε χρήματα για επιδόματα με οριζόντιο τρόπο –«σχεδόν σοσιαλιστικό», είπε στην «Καθημερινή». Εδωσε βάρος και προσοχή στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οποίο συνειρμικά δεν συνδέεται με την δική του παράταξη, αλλά με το ΠΑΣΟΚ. Μίλησε για «νέο ΕΣΥ» θέλοντας ο συνειρμός πλέον να ευνοεί τον ίδιο.
Και τώρα, που το υγειονομικό σκέλος της πανδημίας δίνει την θέση του στο οικονομικό, μετατοπίζεται και εκεί. Καλός ο οικονομικός φιλελευθερισμός, όμως εδώ χρειάζεται κάτι άλλο. Κλείνει το μάτι στον χώρο του Κέντρου, με την προοπτική οι ψηφοφόροι του να εγκαταλείψουν τον παραδοσιακό τους εκφραστή –ή ακόμα και τις νέες τους πολιτικές παρέες.
Η γλώσσα και η επικοινωνία, βέβαια, δεν είναι τα πάντα. Η στροφή του Μητσοτάκη στο Κέντρο γίνεται, ως ένα βαθμό, αποδεκτή εντός του κόμματός του γιατί έως τώρα φέρνει αποτελέσματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι ξαφνικά στη ΝΔ έγιναν κεϊνσιανιστές, σοσιαλδημοκράτες ή κεντροαριστεροί. Η δεξιά πλευρά του κόμματος δηλώνει την παρουσία της στις (λίγες, είναι η αλήθεια) ευκαιρίες που εμφανίζονται μπροστά της.
Ο διορισμός του Χρήστου Τσιαχρή στην διοίκηση της δομής φιλοξενίας αιτούντων άσυλο στην Ηλεία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα –ο νέος διοικητής έχει εκδώσει βιβλίο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Μιναρέδες: Οι λόγχες του Ισλάμ στην Ευρώπη» στις εκδόσεις Θούλη. Ακόμα και η συμπεριφορά του Κωνσταντίνου Κυρανάκη μέσα στην Βουλή, έστω και ενάντια στον Παύλο Πολάκη, έδειξε πως οι «μάγκικοι» πολιτικοί χειρισμοί δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της άλλης πλευράς –και αυτή είναι μια πλευρά που σίγουρα δεν θα ήθελε να μοιράζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ ο Μητσοτάκης.
Σε κεντρικό επίπεδο, λάθος στο αφήγημα δεν έχει γίνει. Γι’ αυτό οι όποιες ρωγμές δεν έχουν φτάσει ακόμα στο Μέγαρο Μαξίμου. Και όσο αυτό συνεχίζεται, η πίεση Μητσοτάκη στο προοδευτικό κέντρο θα συνεχίζεται και αυτή. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεγάλη αποδοχή, μιας και ένα σημαντικό κομμάτι του κεντρώου ακροατηρίου –αυτού που συχνά λέγεται πως αποφασίζει την επόμενη κυβέρνηση- μοιάζει να τον έχει αγκαλιάσει. Αυτό συμβαίνει ακόμα και με ψηφοφόρους άλλων κομμάτων: τόσο εκείνοι που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Ιούλιο όσο και εκείνοι που προτίμησαν το Κίνημα Αλλαγής έχουν αποτιμήσει θετικά την διαχείριση της πρώτης φάσης της κρίσης. Πράγμα που δίνει χώρο και πλεονέκτημα στον Πρωθυπουργό, μιας και το πρώτο ή το δεύτερο λάθος δεν θα αποδειχθεί αναπόφευκτα μοιραίο.
Η οικονομία, όμως, θα κρίνει τα πάντα. Οχι γιατί είναι εύκολο να «γυρίσει» το κλίμα εναντίον της ΝΔ, αλλά γιατί μπορεί να δώσει χώρο στους δύο (ή, πιο εύκολα, στον έναν εκ των δύο) που διεκδικούν τον ίδιο κεντρώο χώρο –έρχονται, άλλωστε, εκλογές με απλή αναλογική. Γι’ αυτό το «άνοιγμα» θα συνεχίσει κι εκεί. Οπως, άλλωστε, είπε και ο ίδιος ο Κέινς, πετυχημένη επένδυση σημαίνει να προβλέπεις τις προβλέψεις των άλλων.
Υπάρχει μόνο μια παγίδα σ’ αυτό το σχέδιο της κυβέρνησης: αν δεν αφήσει χώρο στους αντιπάλους του, στο Κέντρο, χάνει από χέρι συμμάχους που σε κρίσιμες ώρες σκέφτονται υπερκομματικά –και η ελληνική Ιστορία έχει δείξει ότι αυτοί, όσο ισχυρός κι αν είσαι, είναι απαραίτητοι στις δύσκολες στιγμές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News