Μοιάζει σαν να περιμένουν να καταλαγιάσει, έστω λίγο, ο πόνος για να βρεθούν ξανά, όπως το συνηθίζουν, στη γραμμή της εκκίνησης για μια νέα, ακόμα πιο σκληρή κομματική αντιπαράθεση. Αν φυσικά μεσολαβήσει κάποιο άλλο γεγονός- αναίμακτο, αλλά ενδιαφέρον- ώστε το τραίνο να φύγει απ’ το πρώτο πλάνο, θα τους βόλευε καλύτερα. Εν τω μεταξύ, τα επιτελεία θέτουν ήδη τα ερωτήματα. Αναζητούν χαρτιά, συμφωνίες, συμβάσεις, μνημονιακές επιταγές, περιστατικά, δηλώσεις, που να «κουμπώνουν» στη θητεία του αντιπάλου. Οι ηγεσίες, πάνω στα συντρίμμια της μετωπικής σύγκρουσης, με το αίμα ακόμα νωπό να ποτίζει την κοιλάδα των Τεμπών, στήνουν την πολιτική σύγκρουση. Σύγκρουση εκ των πραγμάτων προεκλογική, άρα και εξαιρετικά σημαντική. Αντιλαμβάνονται άραγε πόσο κακό κάνουν στον ίδιο τον εαυτό τους;
Αυτά που έγιναν το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου θα μείνουν βαθιά χαραγμένα στη συλλογική μνήμη της Ελλάδας. Αυτά δε που ακολούθησαν, μετατρέπουν το αβίωτο πένθος σε οργή. Γονείς να ψάχνουν, ματαίως, τα παιδιά τους κρατώντας στον αέρα μια φωτογραφία τους. Και στο τέλος, αντί για τα παιδιά τους, να κρατούν μια σακούλα με τα απομεινάρια μιας ολόκληρης ζωής. Λες και είμαστε σε πόλεμο.
Οι περιγραφές, οι αναπαραστάσεις, οι προβολές επί προσωπικού, καθιστούν την ατμόσφαιρα ανυπόφορη. Οι προσωπικές ιστορίες, οι συγκυρίες και τα παιχνίδια που έπαιξε η μοίρα στους νεκρούς σηκώνονται σαν στρόβιλος που διαλύει τα πάντα στο πέρασμά του. Είναι τόσο ξαφνικό, τόσο βαρύ και τόσο απελπιστικό το συμβάν που θέλοντας και μη καλεί την Ελλάδα σε ενδοσκόπηση. Οι παθογένειες πολλών δεκαετιών βγαίνουν ξανά στην επιφάνεια. Ζητούνται, λοιπόν, ευθύνες. Είτε πρόκειται για την πολιτική ευθύνη της παρούσας κυβέρνησης, είτε για τις διαχρονικές- δαιδαλώδεις και διακομματικές- ευθύνες του πρόσφατου παρελθόντος. Ζητείται, όμως, και ελπίδα για μια συνολικότερη αλλαγή της νοοτροπίας που μας έφερε μέχρι εδώ. Και προκύπτει το ερώτημα: Μπορεί το πολιτικό σύστημα να εμπνεύσει τέτοιες ελπίδες;
Η κυβέρνηση στέκεται κλονισμένη- και με ακόμα έκδηλη την αμηχανία στέκεται απέναντι στο συμβάν. Όχι απλώς επειδή «έτυχε στη βάρδια της». Αλλά επειδή το προϊόν που επιχειρεί να πουλήσει στο ακροατήριό της έρχεται σε κραυγαλέα αντίθεση με το δυστύχημα του τρόμου. Πόσο αποτελεσματικός μπορεί να είναι κάποιος στη θητεία του οποίου δύο τρένα συγκρούονται μετωπικά παίρνοντας στο θάνατο κοντά στους 60 ανθρώπους;
Ο διορισμός μιας επιτροπής, όσο εγνωσμένης αξίας κι αν είναι, δεν αρκεί. Δείχνει την τεχνοκρατική προσέγγιση του πράγματος, αλλά αυτή θα έπρεπε να έχει εξαντληθεί από τον απερχόμενο υπουργό, ξεκινώντας από το καλοκαίρι του 2019. Όσο, επίσης, κι αν είσαι οπαδός της ατομικής ευθύνης, δεν αρκούν ένας-δυο αποδιοπομπαίοι τράγοι. Ο σταθμάρχης έκανε το μέγα λάθος, πράγματι αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Όχι, όμως, δεν μπορεί να φορτωθεί ένα ελάχιστα λειτουργικό, επικίνδυνο και εν τέλει θανατηφόρο μεταφορικό σύστημα. Το οποίο, μάλιστα, στον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο είναι εξαιρετικά προηγμένο και ιδιαιτέρως ασφαλές. Θα παλέψει, λοιπόν, η κυβέρνηση τις επόμενες ημέρες. Αφενός να δείξει ότι είναι αυτή που έχει την ικανότητα να εκσυγχρονίσει το σύστημα, αφετέρου να διαχειριστεί συνολικότερα το ασήκωτο βάρος της συγκυρίας. Αλλά θα είναι και σε εγρήγορση. Έτοιμη να απαντήσει στα βέλη που ήδη την στοχεύουν.
Από την άλλη πλευρά, η αξιωματική αντιπολίτευση. Ολοφάνερο πια, πως κάνει ό,τι περνά απ’ το χέρι της για να κεφαλαιοποιήσει την οργή, να τη μετατρέψει εν πρώτοις σε ψήφο- καταδίκη της κυβέρνησης και, σε δεύτερο βαθμό, σε προτίμηση υπέρ της. Να αποτινάξει από πάνω της όχι απλώς το Μάτι, αλλά γενικότερα τη ρετσινιά του «κατσαπλιά». Την κατηγόρια ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί οποιουδήποτε είδους κρίση. Από κοντά και οι υποστηρικτές της στα σόσιαλ μίντια, φανεροί και μη, επώνυμοι και ανώνυμοι. Όπως κάποτε για τα πάντα έφταιγε ο Τσίπρας, σήμερα φταίει ο Μητσοτάκης. Πρόκειται για ένα μεγάλο τσουβάλισμα, σε συνδυασμό με την τέλεια ακρισία στη χρήση των λέξεων. «Δολοφόνοι», είναι η λέξη που παίζει παντού και πάντα. Όταν διαβάζεις ακόμα και τους πλέον εγνωσμένους πανεπιστημιακούς του ευρύτερου χώρου να ισοπεδώνουν κατά τρόπο «είχαν λεφτά για το predator, αλλά για τον ΟΣΕ όχι», δεν είναι δύσκολο να αντιληφθείς τι μας περιμένει. Και να πεις ότι δεν κυβέρνησε ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ; Ακόμα κι αν τα τέσσερα χρόνια σου φαίνονται λίγα, αρκεί να μετρήσεις σήμερα τα παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που έτρεξαν στην Αριστερά. Τότε δήθεν για να συνεπικουρήσουν ώστε να «φύγει η Δεξιά». Τώρα, όμως, να βρίσκονται στον στενό πυρήνα της ηγεσίας, αφού ενδιαμέσως μοιράστηκαν το know how. Πόσα χρόνια κυβέρνησε την Ελλάδα η λογική τους;
Πλησιάζει, λοιπόν, η σύγκρουση. Αλλά το ακροατήριο είναι κατά πλειοψηφία αηδιασμένο. Όπου σταθείς, το φωνάζει ο μέσος πολίτης, ανεξαρτήτως προελεύσεως. Όχι άλλα κροκοδείλια δάκρυα, όχι ξανά πρόχειρες υποσχέσεις και κυρίως όχι κι άλλος πολιτικός φανατισμός την ώρα που δεκάδες οικογένειες κλαίνε τα παιδιά τους. Χάθηκε ο κυνισμός από την πολιτική; Εύλογη απορία κάποιου που μπορεί να διαβάζει ειρωνευόμενος αυτές τις γραμμές. Και τι θέλετε δηλαδή να κάνουμε, να αφήσουμε τον αντίπαλο να μας πάρει το κεφάλι; Είναι κοντόθωρη αυτή η λογική. Μπορεί το πολιτικό σύστημα να ζει για να αναπαράγει την εξουσία του, αλλά όπως απονομιμοποιήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν έτσι κινδυνεύει να συμβεί και τώρα. Είναι τόσο κοντά οι κάλπες- και μάλιστα διπλές ή και τριπλές- που αν δεν φανούν απτά δείγματα αλλαγής γραφής τότε ολοταχώς κι όλοι θα συνεχίζουν να κινούνται πάνω στις ράγες με τελικό προορισμό το χάος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News