849
|

Οι μεγάλες προσδοκίες της Αθήνας στην Ανατολική Μεσόγειο

Πιέρρος Ι. Τζανετάκος Πιέρρος Ι. Τζανετάκος 11 Αυγούστου 2023, 22:45

Οι μεγάλες προσδοκίες της Αθήνας στην Ανατολική Μεσόγειο

Πιέρρος Ι. Τζανετάκος Πιέρρος Ι. Τζανετάκος 11 Αυγούστου 2023, 22:45

Κάθε νέα δημόσια παρέμβαση των επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας αποτυπώνει όλο και με εναργέστερο τρόπο την προσέγγιση της Αθήνας στην καινοφανή πραγματικότητα που διαμορφώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν και πριν από τους φονικούς σεισμούς στην Τουρκία κάτι τέτοιο θα φάνταζε σχεδόν απίθανο, σήμερα, περίπου επτά μήνες μετά, ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών κατατάσσουν τη συγκυρία στην κατηγορία των «ιστορικών ευκαιριών» καταλλαγής στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις.

Μπορεί λίγο-πολύ οι αιτίες αυτής της θέσης να έχουν αναλυθεί και να είναι σε ένα βαθμό βάσιμες, στον αντίποδα όμως μοιάζει σαν να καλλιεργούνται υπέρμετρες προσδοκίες. Σύμφωνα με τις αρχικές αναγνώσεις- τουλάχιστον τις περισσότερες – βασικός στόχος της κυβέρνησης επί της διαδικασίας διαμόρφωσης ενός πλαισίου ειρηνικής συνύπαρξης με την Τουρκία ήταν να εξασφαλίσει την απαραίτητη νηνεμία έτσι ώστε να εφαρμόσει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα της, αλλά και να σταματήσει να σπαταλά το διπλωματικό της κεφάλαιο σε μια αέναη αντιπαράθεση. Σιγά- σιγά, όμως, γίνεται αντιληπτό ότι η επιχείρηση σύγκλισης με την Άγκυρα είναι πια στρατηγική επιλογή της Αθήνας.

«Θέλουμε να αφήσουμε μία σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές, η οποία παρακαταθήκη θα είναι, στην πραγματικότητα, μία ήσυχη γειτονιά. Διότι, όταν έχεις μία ήσυχη διεθνή γειτονιά, τότε μπορείς να αναπτύξεις και το εσωτερικό σου, απερίσπαστος και να μπορέσεις να δεις με διαφορετικό μάτι πιο θετικά πράγματα». Σε αυτήν την πλέον χαρακτηριστική φράση του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη αποτυπώνεται η ουσία του σκεπτικού της κυβέρνησης: Η Αθήνα δεν δραστηριοποιείται προς αυτήν την κατεύθυνση απλώς για να κερδίσει χρόνο. Ο σχεδιασμός είναι σαφέστατα μακροπρόθεσμος, ξεπερνά τα όρια της τετραετίας και προφανώς συμπεριλαμβάνει το παλαιό σκεπτικό με βάση το οποίο «η ειρήνη στο Αιγαίο θα οδηγήσει σε αναπτυξιακή έκρηξη τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Τουρκία».

Λίγες ώρες μετά τη συνέντευξη του υπουργού Εξωτερικών στην ΕΡΤ, ήρθε και η στροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στη Λιβύη. Μια κίνηση, η οποία χαιρετίζεται από την πλειοψηφία των αναλυτών, καθώς εντάσσεται στο πλαίσιο της αναδιάταξης των ισορροπιών που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ είναι βέβαιο πως έρχεται κατόπιν συνεννόησης με την Αίγυπτο. Αθήνα και Κάιρο συμβαδίζουν στο πώς πρέπει να διαμορφωθεί η κατάσταση στη μετεμφυλιακή βορειοαφρικανική χώρα και από τη στιγμή που πλέον το καθεστώς Αλ Σίσι επικοινωνεί τόσο με την Άγκυρα, όσο και με την προσωρινή κυβέρνηση της Τρίπολης, η Ελλάδα δεν ήταν λογικό να παραμένει παντελώς εκτός κάδρου.

Από την άλλη πλευρά, όμως, θα περίμενε κανείς έστω κάποια αναφορά στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο ή ακόμα και στα βασικά σημεία που απασχολούν την ελληνική εξωτερική πολιτική αναφορικά με το μέλλον της Λιβύης. Το μεν μνημόνιο αποτελεί το πρώτο έμπρακτο βήμα υλοποίησης της «Γαλάζιας Πατρίδας», καταστρατηγώντας κάθε πρόβλεψη του Δικαίου της Θάλασσας και απορρίπτοντας εν συνόλω τα κύρια νομικά επιχειρήματα της Αθήνας στο κεφαλαιώδες ζήτημα της διευθέτησης των θαλασσίων ζωνών. Η δε κυβέρνηση της Τρίπολης είναι προσωρινή, άμεσα εξαρτώμενη από ξένες δυνάμεις και στρατεύματα και όπως αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων δεν κάνει αυτά που οφείλει για να υλοποιήσει την αιτία της ύπαρξής της, δηλαδή τη διεξαγωγή ελεύθερων εκλογών. Μια κυβέρνηση η οποία, ανεξαρτήτως του τι πράττει ή όχι στο εσωτερικό, δεν διαθέτει τη νομιμοποίηση να δεσμεύει τη χώρα με διεθνείς συμφωνίες, όπως έκανε με την Τουρκία.

Σύμφωνα με κάθε διπλωματική λογική, τα δύο παραπάνω θέματα που άνοιξαν το χάσμα μεταξύ Αθήνας – Τρίπολης, θα τεθούν στη συνάντηση που συμφωνήθηκε να γίνει τον Σεπτέμβριο στα Ηνωμένα Έθνη, μεταξύ του έλληνα υπουργού Εξωτερικών με τη λίβυα ομόλογό του. Είναι, όμως, πολλοί αυτοί που πιστεύουν ότι η προσωρινή κυβέρνηση της Λιβύης θα κάνει πίσω; Κατ’ επέκταση είναι πολλοί αυτοί που πιστεύουν ότι η Τουρκία θα αποσύρει από το τραπέζι το τουρκολιβυκό μνημόνιο, άρα θα αφήσει ξαφνικά στην άκρη τη θεωρία της περί του «νόμιμου» ζωτικού χώρου που της ανήκει στην Ανατολική Μεσόγειο; Στην καλύτερη δηλαδή περίπτωση, ο Γιώργος Γεραπετρίτης και η Νάιλα Μανγκούς απλώς θα συμφωνήσουν ότι διαφωνούν; Και ποιο ακριβώς θα είναι το κέρδος για την Αθήνα δι’ αυτής της εξέλιξης;

Λίγοι μπορούν να διαφωνήσουν ότι αν στις τρέχουσες διευθετήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο υπάρχει κοινός παρονομαστής. Αυτός είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, που ασκούν επιρροή σε όλους τους περιφερειακούς παράγοντες της ευρύτερης περιοχής. Οι οποίες Ηνωμένες Πολιτείες σε λίγους μήνες εισέρχονται σε προεκλογική περίοδο. Και αν είναι υπερβολικό να πει κανείς ότι όλα θα τεθούν ξανά υπό αίρεση, βέβαιο είναι ότι θα ανοίξει μια παρένθεση, χωρίς να ξέρουμε πότε και πώς θα κλείσει. Εξίσου ορθό είναι ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δημιουργεί νέες ανάγκες, τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε ενεργειακό επίπεδο.

Και για να κλείσουμε από εκεί που ξεκινήσαμε, η τρίτη και ίσως σοβαρότερη παραδοχή είναι ότι το «κλειδί» των εξελίξεων για τις ελληνο-τουρκικές θέσεις βρίσκεται στην Άγκυρα. Ο επερχόμενος πολιτικός διάλογος με την Τουρκία δεν εξαρτάται τόσο από την Ελλάδα – εκτός κι αν η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να κάνει σημαντικές υποχωρήσεις, κάτι που μοιάζει απίθανο, κυρίως λόγω των αντιδράσεων που θα προκληθούν στο εσωτερικό. Επαφίεται, λοιπόν, στον Ερντογάν και στη διάθεσή του να ανατρέψει τις πάγιες θέσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Παρόλα αυτά, η Αθήνα βάζει σε μια σειρά τις ψηφίδες της τρέχουσας Ιστορίας και φαίνεται να καταλήγει στο «αν όχι τώρα πότε;».

Και στο παρελθόν, όμως, υπήρξαν «ευκαιρίες». Με ορισμένες εξαιρέσεις στο Κυπριακό, οι ευκαιρίες αυτές δεν χάθηκαν από την Ελλάδα, αλλά με ευθύνη της Τουρκίας.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...