«Καλώς ή κακώς, η Ελλάδα δεν είναι Λουξεμβούργο. Δεν συνορεύει ούτε με το Βέλγιο ούτε με την Ολλανδία». Αυτή είναι μια συνηθισμένη ατάκα που χρησιμοποιούν οι υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι όταν θέλουν να περιγράψουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στη χάραξη και την εφαρμογή της ελληνικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
Πράγματι, η Ελλάδα δεν είναι Λουξεμβούργο και για αυτόν ακριβώς τον λόγο απαιτείται να διαθέτει σύγχρονο στράτευμα, με άρτια και άριστα εκπαιδευμένο προσωπικό. Με άνδρες και γυναίκες που οφείλουν να βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα και να γνωρίζουν ότι ενδεχομένως θα θυσιαστούν –μεταφορικώς και κυριολεκτικώς– για το συλλογικό καλό. Οταν, όμως, οι απαιτήσεις είναι απεριόριστες, ειδικά στο επίπεδο των στελεχών πρώτης γραμμής, πρέπει και να ανταμείβονται επαρκώς. Κανείς δεν έζησε τρώγοντας την υπερηφάνειά του.
«Ακόμα και το πιο τεχνολογικά προηγμένο μέσο είναι παντελώς αδιάφορο εάν δεν μπορεί να υποστηριχθεί από το ανθρώπινο δυναμικό, το μεγάλο, το πραγματικό όπλο μας και το σημείο υπεροχής μας», είπε τις προάλλες ο Νίκος Δένδιας στην τελετή παράδοσης – παραλαβής των καθηκόντων του Αρχηγού Στόλου. Ομως, η δημοσιότητα των τελευταίων ημερών πέριξ των όσων συμβαίνουν στο Πολεμικό Ναυτικό γεννά αμφιβολίες για το κατά πόσο το προσωπικό, ειδικά αυτό που επανδρώνει τα πλοία, γίνεται σεβαστό από την ελληνική Πολιτεία.
Εκ προοιμίου ισχύει ότι η τρέχουσα δημόσια συζήτηση σε σχέση με την κατάσταση των πλοίων του Στόλου, τη μισθοδοσία, αλλά και τις ολοένα και αυξανόμενες παραιτήσεις στελεχών δεν τιμά το ελληνικό κράτος. Στο σύνολό του. Είναι επίσης ηθικά και επιχειρησιακά απαράδεκτο το γεγονός ότι το ένδοξο Πολεμικό Ναυτικό δυσκολεύεται χαρακτηριστικά να αποστείλει μια φρεγάτα στην Ερυθρά Θάλασσα – όχι για να λάβει μέρος σε κάποιον ακήρυχτο πόλεμο, αλλά για να προστατεύσει τα δυτικά, άρα και τα εθνικά συμφέροντα, καθώς και την παγκόσμια κυκλοφορία αγαθών και εμπορευμάτων.
Είναι ενδιαφέρον ότι με αφορμή τη συμμετοχή της Ελλάδας στην επιχείρηση Prosperity Guardian, ήρθαν στην επιφάνεια οι στρεβλώσεις που βιώνει εδώ και χρόνια το προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού. Γνωρίζετε τον μισθό ενός αντιπλοιάρχου, για παράδειγμα του κυβερνήτη της φρεγάτας «Υδρα», που θα ταξιδέψει σε λίγες εβδομάδες στην Ερυθρά Θάλασσα; Περίπου 1.800 ευρώ τον μήνα.
Είναι σχεδόν ντροπιαστικό, αλλά τόσο κοστολογούνται, όχι μόνο οι δυσκολίες της καθημερινότητας στη θάλασσα, αλλά και η ευθύνη, η τεχνογνωσία, οι ατελείωτες ώρες της εκπαίδευσης. Και μιλάμε για ανθρώπους που ενδεχομένως να βρίσκονται εν πλω ακόμα και 200 ημέρες κάθε χρόνο. Οπως έγινε στη μεγάλη κρίση του καλοκαιριού του 2020 στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Το ελληνικό κράτος ξοδεύει σημαντικό κεφάλαιο για την κατάρτιση ενός τέτοιου στελέχους. Και ουσιαστικά το δίνει χάρισμα στον «έξω κόσμο». Συνομιλώντας το 2018 με ανώτατο αξιωματικό στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας, το πρόβλημα γινόταν εύκολα αντιληπτό. Οι επιπτώσεις της εποχής των μνημονίων ήταν έκτοτε ολοφάνερες τόσο στα πλοία όσο και στο προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού. «Με το ζόρι συντηρούμε το υλικό, με ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία κρατάμε τους ανθρώπους μας κοντά μας. Ολοι, λίγο-πολύ, ψάχνουν να βρουν τρόπο για να φύγουν».
Αντί, όμως, το πράγμα να βελτιώνεται, δείχνει να χειροτερεύει. Οπως αποκαλύπτει ο Βασίλης Νέδος στην «Καθημερινή», κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών έχει αποχωρήσει το 10% των στελεχών του Πολεμικού Ναυτικού. Οση ευσυνειδησία και αν υπάρχει, κάποια στιγμή τελειώνει. Τελειώνει μάλιστα ταχύτερα, αν οι ίδιοι άνθρωποι δύνανται να βρουν εργασία στον ιδιωτικό τομέα, με αμοιβές ακόμα και τρεις φορές υψηλότερες από αυτές του Δημοσίου.
Αλήθεια, πόσο μεγάλο να είναι το κόστος ώστε να καταστούν οι αποδοχές των στελεχών πρώτης γραμμής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και δη αυτών του Πολεμικού Ναυτικού έστω αξιοπρεπείς; Και επίσης, είναι δυνατόν, εν έτει 2024, η κυβέρνηση να αδυνατεί να βρει έναν τρόπο προκειμένου το περίφημο επίδομα ειδικών συνθηκών να δοθεί αφορολόγητα και στοχευμένα; Ωστε να μην καταλήγουν σε κάθε τσέπη λίγες δεκάδες ευρώ τον μήνα; Πράγματα αυτονόητα. Δεν αρκεί να τιμάμε τους ανθρώπους αυτούς μόνο στα λόγια. Ή να τους αποκαλούμε ήρωες κάθε φορά που ένα δυστύχημα μας συγκλονίζει.
Αν αναπαραχθεί η λογική της προηγούμενης ηγεσίας του στρατεύματος («σε όποιον δεν αρέσει η πόρτα είναι ανοικτή»), τότε –όπως εύστοχα αναφέρει ο Γιώργος Σιδέρης στο Hellas Journal– θα αναπαραχθεί και ο φαύλος κύκλος: Η απαιτητική καθημερινότητα θα οδηγεί σε επιπλέον παραιτήσεις και τούμπαλιν. Η μόνιμη έλλειψη προσωπικού από καίριες θέσεις εν πλω οδηγεί σε αναγκαστικές αποσπάσεις, άρα και ακόμα περισσότερη δουλειά. Το ίδιο αποτέλεσμα φέρνει και η πλημμελής –εξαιτίας της έλλειψης πόρων– συντήρηση των μονάδων. Εξίσου καταστροφικό και το γνωστό «ρουσφέτι», λειτουργεί διαβρωτικά, σε ακόμα βαθύτερο κατακερματισμό.
Και αν, πράγματι, το τι θα γίνει με τους εξοπλισμούς του Πολεμικού Ναυτικού είναι ζήτημα περίπλοκο και απαιτείται μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, δεν ισχύει το ίδιο για τη βελτίωση των συνθηκών της επαγγελματικής δραστηριοποίησης των στελεχών. Απαιτούνται άμεσες παρεμβάσεις. Ειδάλλως, και με δεδομένη την αποφασιστική ενίσχυση του τουρκικού στόλου, τα επόμενα χρόνια θα βρεθούμε ξανά προ δυσάρεστων εκπλήξεων.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News