Εχω δει σε διάφορα κανάλια έλληνες γιατρούς που ασκούν το επάγγελμά τους στην Αμερική. Συχνά απορώ με το πλήθος τους και τη διασπορά τους σ’ αυτή τη μεγάλη χώρα. Ξέραμε όλοι μας ότι χιλιάδες έλληνες γιατροί έχουν μεταναστεύσει στη Βρετανία ή τη Γερμανία, αλλά προφανώς το ίδιο έγινε και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οσοι είδα και άκουσα σ’ αυτές τις απευθείας τηλεοπτικές συνδέσεις είναι απλωμένοι από την ανατολική ως τη δυτική ακτή και σε λογιών-λογιών νοσοκομεία. Διάσημα ή τελείως άγνωστα, σε μένα τουλάχιστον. Κι όλοι τους είναι στην πρώτη γραμμή της μάχης με τον κορονοϊό, είτε κλινικά είτε εργαστηριακά.
Ομολογώ ότι δυσκολεύτηκα να καταλάβω ποιοι από αυτούς ήταν Ελληνες πρώτης γενιάς και ποιοι δεύτερης. Τα ελληνικά δύο-τριών παρέπεμπαν σε ανθρώπους μεγαλωμένους εκεί, αλλά οι περισσότεροι δεν είχαν το παραμικρό εκφραστικό πρόβλημα με τη γλώσσα μας. Θα στοιχημάτιζα ότι μεγάλωσαν κάπου στο Παγκράτι, στη Λάρισα ή τη Σπάρτη, σπούδασαν στην Ιατρική Ιωαννίνων ή Ηρακλείου κι έπειτα έφυγαν στην Αμερική. Εξάλλου οι άνθρωποι δεν κρύβουν την προθυμία τους να μιλήσουν στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, όπως κάθε μετανάστης που ο νόστος τον κάνει δεκτικό σε ό,τι προέρχεται από την πατρίδα.
Δεν κρύβουν την αμερικανική πραγματικότητα για τον κορονοϊό, ούτε μασάνε τα λόγια τους. Περιγράφουν τις σκηνές αποκάλυψης στα νεοϋορκέζικα νοσοκομεία, τις ελλείψεις σε ΜΕΘ και σε νοσοκομειακά υλικά, την απελπισία του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού απέναντι στην πλημμυρίδα των ασθενών και όλα τα συναφή που ακούμε από τους γιατρούς όλης της υφηλίου. Χρησιμοποιούν καίριες λέξεις όπως «τρομερό», «κόλαση», «τραγικό», «ασύλληπτο», «δραματικό», για τις συνθήκες αντιμετώπισης της πανδημίας στην πλουσιότερη και επιστημονικά επαρκέστερη χώρα του κόσμου.
Μόλις όμως δεχτούν την ερώτηση του έλληνα δημοσιογράφου για τις επιλογές του Ντόναλντ Τραμπ στο θέμα του κορονοϊού, κατευθείαν κάτι αλλάζει στην ομιλία τους. Εχω παρακολουθήσει τουλάχιστον δεκαπέντε έλληνες γιατρούς να μιλούν σε ελληνικά κανάλια, όλοι τους δέχτηκαν δύο και τρεις απανωτές ερωτήσεις για τον ρόλο του αμερικανού προέδρου, αλλά δεν άκουσα ούτε έναν να πει κάτι άσχημο ή επικριτικό για αυτόν. Παρά τη φανερή επιστημονική επάρκεια των ομιλούντων και την προφανή δυνατότητά τους να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις της πολιτικής της αμερικανικής ηγεσίας στον τομέα τους, αυτοί αρνούνται πεισματικά να πουν έστω και μια κουβέντα κριτικής για τις παλινωδίες Τραμπ. Το πιο ακραίο που άκουσα (από έναν μόλις) ήταν ένα δειλό «διαφωνώ με τις εκτιμήσεις του προέδρου», ενώ όλοι οι υπόλοιποι κινήθηκαν σταθερά ανάμεσα στο «κάθε μέρα βελτιώνονται τα πράγματα» και στο «ήταν λογικό να συμβούν αυτά, ο κορονοϊός είναι κάτι καινούργιο». Ενας από αυτούς μάλιστα τον δικαιολόγησε πλήρως, λέγοντας «καλά τώρα, κατά μία έννοια, όλοι καθυστέρησαν σε αυτή την υπόθεση».
Αναρωτιέμαι το λοιπόν, κατά σειρά. Μήπως εμείς εδώ έχουμε δαιμονοποιήσει τον Τραμπ και θεωρούμε λάθος κάθε πολιτική του επιλογή; Μήπως η Αμερική είναι τόσο ισχυρό χωνευτήρι για όποιον βρεθεί στους κόλπους της, που κατευθείαν τον μετατρέπει σε αφελές Αμερικανάκι που ποτέ δεν τα βάζει με την ηγεσία του; Μήπως όποιος βρεθεί εκεί γίνεται αυτομάτως τόσο «πατριώτης», που αρνείται να μιλήσει σε «ξένους» για τα παράπονα που έχει απέναντι στον αρχηγό του; Μήπως οι Έλληνες είμαστε τόσο συντηρητικοί, που μόλις πάμε στην Αμερική γινόμαστε ακραιφνείς Ρεπουμπλικάνοι; Μήπως θέλουν να μιλήσουν, αλλά (όντας ξένοι) φοβούνται να θίξουν τον Πρόεδρο; Ή μήπως τελικά ο Τραμπ είναι πολύ πιο δημοφιλής εκεί απ’ όσο φανταζόμαστε εμείς εδώ;
Σε κάθε περίπτωση, κάτι συμβαίνει. Δεν γίνεται όλοι, μα όλοι οι έλληνες γιατροί της Αμερικής να μην κάνουν έστω και έναν υπαινιγμό επίκρισης σε κάτι που εδώ φαντάζει ως απύθμενη προεδρική βλακεία ή ιδεοληψία που μετατρέπει τη Νέα Υόρκη σε νέα Γουχάν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News