Υπήρξε νικητής από το debate των υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ; Καταρχάς το ερώτημα αφορά το ίδιο το κόμμα. Οταν τελείωσε το debate των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ, όλοι καταλαβαίναμε ότι το ίδιο το κόμμα είχε κερδίσει έδαφος από τη διαδικασία. Ισχύει το ίδιο για τον ΣΥΡΙΖΑ; Τηρουμένων των αναλογιών, ναι. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσε για ένα βράδυ να ξαναγίνει πρώτο πολιτικό θέμα και αυτό να μη σχετίζεται με την τοξική και κωμική ταυτόχρονα αντιπαράθεσή του με τον Κασσελάκη. Και μπορεί η γνωστή αμερικανική ρήση «there is no such thing as bad publicity» να έχει συντριπτικά διαψευστεί στον ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο σε πρώτο βαθμό η ανησυχία να περάσει απαρατήρητο το debate και εξ αυτού η προεδρική εκλογή, αποκρούστηκε. Ο κόσμος σχολίασε την τηλεοπτική συζήτηση των υποψηφίων – ακόμα και για να την ειρωνευτεί.
Σε δεύτερο βαθμό όμως, το debate περνά μόνο έναν πολύ χαμηλό πήχη. Οι δύο «συμπληρωματικοί» υποψήφιοι –που πάντα έχουν τη σημασία τους σε τέτοιου τύπου τηλεμαχίες– δεν κατόρθωσαν να σταθούν στη σκηνή του ρόλου. Ετσι, το αποτέλεσμα ήταν η συζήτηση να έχει αρκετές χασμωδίες, στιγμές αμηχανίας, μαργαριτάρια που δεν περιμένεις από υποψήφιους αρχηγούς της –έστω τυπικά– αξιωματικής αντιπολίτευσης και τελικά να επιβεβαιώνεται πλήρως η αλλαγή εμβέλειας που έχει υποστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, εδώ και έναν τουλάχιστον χρόνο. Σε κανένα άλλο μεγάλο κόμμα, η συζήτηση δεν θα πήγαινε στο αν οι ανεμογεννήτριες έχουν μπαταρίες ή αποθηκεύουν ενέργεια.
Και τέλος υπάρχουν οι δύο επικρατέστεροι υποψήφιοι, Παύλος Πολάκης και Σωκράτης Φάμελλος, ένας εκ των οποίων θα εκλεγεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως ακόμα και την ερχόμενη Κυριακή. Οι δύο υποψήφιοι ανέλαβαν εξ αρχής και μάλλον συνειδητά διακριτούς ρόλους. Ο Πολάκης επέλεξε τον ρόλο του troublemaker, που παραβιάζει τις συμβάσεις και τα κατά συνθήκη ψεύδη. Ο Φάμελλος τον ρόλο του κυρίου καθηγητή, που υπενθυμίζει τους κανόνες και τη σημασία της τήρησής τους για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας. Βέβαια, πρέπει να πούμε ότι είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν πρόκειται ακριβώς για «επιλογή», αν δηλαδή οι δύο αυτοί υποψήφιοι θα μπορούσαν να παραστήσουν κάτι άλλο εκτός από αυτό που αποτελεί σήμα κατατεθέν του τρόπου με τον οποίον πολιτεύονται. Ακόμα και έτσι πάντως, είναι μάλλον σαφές ότι η κατανομή των ρόλων εξασφάλιζε ένα πρώτο πλεονέκτημα στον Πολάκη.
Ο πρώτος λόγος είναι γιατί βρισκόμαστε σε μια περίοδο κατά την οποία οι υποψήφιοι «τύπου Πολάκη» κερδίζουν και οι υποψήφιοι «τύπου Φάμελλου» χάνουν. Σε όλον τον κόσμο η επίκληση μιας κανονικότητας ή ενός status quo που πρέπει να διατηρηθούν, αποτελεί σήμερα συνταγή ήττας. Στον ΣΥΡΙΖΑ δε, η αντίληψη αυτή έχει υποστεί συνεχόμενες συντριβές: πρώτα ηττήθηκε στις εσωκομματικές του 2023 και έπειτα οι εκφραστές της ηττήθηκαν ξανά στις ευρωεκλογές του 2024. Αν μάλιστα προσθέσουμε στην υπεράσπιση του status quo και την υπεράσπιση της δικαιωματικής ατζέντας –στην οποία προέβη ο Σωκ. Φάμελλος– το ιξώδες της εκλογικής αποτυχίας χαμηλώνει πολύ.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το ίδιο το προφίλ που παρουσίασαν οι δύο υποψήφιοι, σχετικοποιείται αυτόματα από το πρόσφατο παρελθόν και το παρόν του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Παύλος Πολάκης είναι μεν «αντισυμβατικός», αλλά όχι και τόσο, αν σκεφτούμε ότι ο προηγούμενος πρόεδρος του κόμματος ήταν ο Κασσελάκης και αντίπαλός του σε αυτή την εκλογή είναι ο Γκλέτσος. Ο Σωκράτης Φάμελλος παρουσιάζει το στάτους του καλύτερου statesman, αλλά ο αντίπαλός του έχει πιο μακρόχρονη υπουργική θητεία στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Και ο τρίτος είναι το σώμα που θα ψηφίσει την Κυριακή. Εάν η εκλογή γινόταν στους περσινούς ψηφοφόρους, ίσως ο βουλευτής από τη Θεσσαλονίκη να είχε προβάδισμα. Ομως αρκετοί από τους δυνητικούς ψηφοφόρους του έχουν εγκαταλείψει τον ΣΥΡΙΖΑ στον χρόνο που μεσολάβησε –και ο Φάμελλος δεν παραλείπει να τους προτρέπει να γυρίσουν και να τον ψηφίσουν.
Για τους λόγους αυτούς, μαζί με το ελεγχόμενο ρίσκο να επιστρέψει τη γραμμή λίγο πιο αριστερά στα οικονομικά ζητήματα, ο Πολάκης μοιάζει να μπαίνει την Κυριακή με ένα προβάδισμα στην κούρσα. Δεν είναι όμως απόλυτο. Την Κυριακή οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθούν ενώπιον ενός πραγματικού διλήμματος. Ο πληθωρικός βουλευτής Χανίων εξασφαλίζει πιθανότατα στο κόμμα μια αυτόνομη εκλογική επιβίωση, αλλά και ένα όριο επιρροής και συμμετοχής στο κεντρικό πολιτικό παιχνίδι. Ο πρώην πρόεδρος της ΚΟ πρέπει να κερδίσει αυτή την επιβίωση, αλλά διασφαλίζει πολύ μεγαλύτερη ευελιξία στις συζητήσεις είτε με το ΠΑΣΟΚ είτε ακόμα και με τη Νέα Αριστερά, η οποία θα πιεσθεί πολύ περισσότερο από τυχόν εκλογή Φάμελλου παρά από τυχόν εκλογή Πολάκη.
Είναι όλα αυτά καθαρά στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ; Ούτε η Κασσελακιάδα που επισκίασε την προεκλογική συζήτηση ούτε η απότομη καθίζηση του κόμματος βοηθούν σε κάτι τέτοιο. Ετσι, το κόμμα που αποτέλεσε τον πολιτικό πρωταγωνιστή της δεκαετίας του 2010 κινδυνεύει να βρεθεί δεύτερη φορά στη θέση να μην καταλαβαίνει τι ακριβώς επέλεξε και γιατί. Ελπίζοντας αυτή τη φορά τα αποτελέσματα να είναι λιγότερο τραγικά…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News