Με αφορμή το πολυσυζητημένο κείμενο-τοποθέτηση των «53+» του ΣΥΡΙΖΑ για τη συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο για τον καθορισμό της ΑΟΖ –συμφωνία που έδωσε το έναυσμα στον Ταγίπ Ερντογάν για νέα έξαρση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις– η Αννα Διαμαντοπούλου, σε ανάρτησή της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σχολίασε ότι πρόκειται για θετικό γεγονός, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Εξαιρετικό κείμενο αντιπολίτευσης. Υπάρχει ελπίς».
Οπως η ίδια εξήγησε, λίγο αργότερα, σε νέα ανάρτησή της, παρά τις χυδαίες επιθέσεις που έχει δεχθεί από τους 53+, «….είμαστε μπροστά σε εθνικές απειλές, η χώρα βιώνει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους σε σχέση με την Τουρκία. Απαιτούνται συναινέσεις στα εθνικά θέματα. Για λίγο, ας δούμε σε τι μπορούμε να συγκλίνουμε. Αυτή τη σύγκλιση χαιρέτισα».
Με τα δύο σχόλιά της, η κυρία Διαμαντοπούλου επαναφέρει την ανάγκη συνεννόησης και συναίνεσης ανάμεσα στα κόμματα και εν γένει στο πολιτικό σύστημα για τα μεγάλα εθνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία, η χώρα. Και βεβαίως για το τι θα κάνουμε και πώς θα αντιμετωπίσουμε την επιθετικότητα της Τουρκίας. Γιατί λοιπόν δεν μπορεί να διαμορφωθεί, με συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών ή με όποιο άλλο τρόπο κριθεί αποτελεσματικός, ένα εθνικό πλαίσιο, μια κοινή εθνική γραμμή, την οποία φυσικά θα διαπραγματευθεί ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση της ΝΔ που έχει τη νόμιμη εντολή, αλλά θα στηρίζεται σε εθνικό μέτωπο; Το προτείνει, ως γνωστόν, επίμονα το Κίνημα Αλλαγής και ο κ. Μητσοτάκης το αρνείται.
Σε τι συνίσταται όμως αυτή η αναγκαία συναίνεση; Και γιατί δεν επιτυγχάνεται, παρά μόνο για λίγο και σε δευτερεύοντα ζητήματα; Την κύρια ευθύνη την έχουν οι πολιτικές ηγεσίες και οι κυβερνήσεις που αρνούνται να προχωρήσουν σε προσωπικές, κομματικές, ακόμη και ιδεολογικές υπερβάσεις, αναλαμβάνοντας τις σχετικές πρωτοβουλίες και επιμένοντας στην πλήρη ανάληψη της κομματικής διακυβέρνησης. Το είδαμε το 2010 όταν ο Γιώργος Παπανδρέου συμφώνησε σε Μνημόνιο και πολεμήθηκε με όλους τους τρόπους από τη ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά –η Ντόρα Μπακογιάννη, που τόλμησε να προσφέρει συναίνεση, διεγράφη από τη ΝΔ, ενώ ο κ. Σαμαράς εισήγαγε στην πολιτική ζωή του τόπου τα γνωστά ανόητα Ζάππεια Ι και ΙΙ. Το ίδιο, από την άλλη, υπέστη μετά το 2012 και ο κ. Σαμαράς από τον λαϊκιστή Αλέξη Τσίπρα, που θα έσκιζε τάχα τα μνημόνια με έναν νόμο και ένα άρθρο.
Η έλλειψη όμως στοιχειώδους συνεννόησης δεν περνάει χωρίς συνέπειες για την πορεία της χώρας. Τι συμβαίνει λοιπόν;
Ουσιαστικά, αυτό που όλοι θέλουν και απαιτούν είναι η απόλυτη παράδοση κάθε διαφορετικής αντίληψης στη δική τους. Εκεί βρίσκεται η αποτυχία του ελληνικού πολιτικού συστήματος να διαμορφώσει μια συναντίληψη σε συγκεκριμένες προκλήσεις και ζητήματα που αφορούν τη χώρα. Οι έννοιες συμφωνία, συναντίληψη και συναίνεση γίνονται αντιληπτές σε όλους τους χώρους μόνο ως αναγκαστική συμπόρευση, πολιτική ταπείνωση και καθολική αποδοχή της μιας άποψης.
Ομως δεν είναι αυτό η συναίνεση. Συναίνεση είναι να παραδεχθείς ότι υπάρχει ένα κοινό πεδίο συζήτησης, μια γενική συμφωνία στους στόχους και μια ανοχή στον επιλεγμένο τρόπο με τον οποίο αυτοί οι στόχοι θα διεκδικηθούν.
Υπό αυτή την έννοια, η παρέμβαση των 53+ αυτό επιδιώκει.
Και εδώ είναι το παράδοξο. Η κυρία Διαμαντοπούλου δέχτηκε σφοδρότατες επικρίσεις επειδή υπέδειξε το προφανές, ότι οι 53+ κάτι καλό θέλουν να πουν. Φανατικοί «αντισυριζαίοι», του κατά τα άλλα προοδευτικού χώρου, απέρριψαν με ιδεολογικό και πολιτικό φανατισμό τη δημόσια παρατήρησή της, επικαλούμενοι την αλαζονική διακυβέρνηση της Πρώτης φοράς Αριστερά. Ξιφούλκησαν σαν να πρόκειται για έγκλημα καθοσιώσεως να αναγνωρίσεις κάτι θετικό στην «άλλη πλευρά». Ετσι, όμως, συντηρούν οι ίδιοι τον πολιτικό φανατισμό που τάχα εχθρεύονται.
Εναν φανατισμό που, όπως έχει δείξει η Ιστορία, είναι η αιτία των μεγάλων διχασμών που κοστίζουν στη χώρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News