Η εκπαίδευση ως θεσμός σε όλες τις βαθμίδες είναι σαν τον Τιτανικό: σταθερό και αργοκίνητο πλοίο δύσκολα αλλάζει πορεία ειδικά όταν έχει σχεδιαστεί για ένα συγκεκριμένο ταξίδι που, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα στο άρθρο 16, «έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες».
Είτε είσαι δεξιός είτε αριστερός, είτε φιλελεύθερος ή σοσιαλιστής, βλέπεις στις αντίστοιχες κατηγορίες της ηθικής, του πνεύματος και της ελευθερίας τρόπους (αυτο)επιβεβαίωσης της κοσμοθεωρίας που πρεσβεύεις. Και αυτές προάγεις όταν βρεθείς στην εξουσία της εκπαίδευσης, μονοδιάστατα και μονολογικά, για να αναιρεθούν από τους επόμενους, γεγονός πολιτικά αποδεκτό, χωρίς καμία κύρωση.
Και σαν τον Τιτανικό είναι η πορεία μοιραία, αν αγνοηθεί το παγόβουνο, αν δεν λογαριάζεται η εποχή που ταξιδεύει το πλοίο, αν δεν λογίζεται το πνεύμα της εποχής. Αν ακολουθούνται οι πεπατημένες, το βασικό εγχειρίδιο πολιτικής συμπεριφοράς (συμβιβασμός per se και οπορτουνισμός), τότε το παγόβουνο έρχεται όλο και πιο κοντά. Σε μια τέτοια πορεία βρισκόμαστε. Το παγόβουνο είναι μπροστά, αλλά υπάρχει ομίχλη: τα μεγαλεπήβολα σχέδια βιαστικών επιμορφώσεων και προγραμμάτων σπουδών που σχεδιάστηκαν in vitro, εκτός τάξης και στην περίοδο της καραντίνας, η κακοσχεδιασμένη και γεμάτη προβλήματα τράπεζα θεμάτων κινδυνεύουν να μας καταπνίξουν και να μας βυθίσουν όλους αύτανδρους και να χάσουμε και άλλο πολύτιμο χρόνο. Ακόμη και η καραμέλα της αξιολόγησης είναι ένα προπέτασμα, ένα φύλο συκής, γιατί ακόμη και όλα να γίνουν σε όσες παραμέτρους προβλέπονται, στο τέλος της διαδρομής το πολιτικό σύστημα δεν θέλει να βάλει το χέρι στην τσέπη.
Γραφειοκρατία χωρίς γραμματεία
Στο 1ο Πρότυπο Λύκειο Αθηνών-«Γεννάδειο» έχουμε καταγράψει στην έκθεση αυτοαξιολόγησης την έλλειψη γραμματείας, η οποία είναι απαραίτητη λόγω της διαρκώς αυξανόμενης γραφειοκρατίας (σύνδεση με Πανεπιστήμια, φορείς, ευρωπαϊκά προγράμματα κ.ά)· δεν νομίζω όμως ότι πρόκειται να το λάβει σοβαρά υπόψη κανείς. Αυτή όλη η ρητορική για την αξιολόγηση είναι περισσότερο ένα πολιτικό εργαλείο ελέγχου και επιβολής μιας οικονομοτεχνικής διάστασης στην εκπαίδευση. Αποδεικνύεται αυτό από το πασίδηλο γεγονός ότι αριθμοί και στατιστικές πάνε και έρχονται στο δημόσιο λόγο, ωσάν αυτό να είναι το μείζον.
Με αυτόν τον τρόπο οι επιβάτες του πλοίου, δηλαδή η εκπαιδευτική κοινότητα, είναι χωρίς σηματωρούς, χωρίς οδηγίες προς ναυτιλλομένους, χωρίς περιοδικά (όπως στην παλαιότερη εποχή), χωρίς ανεξάρτητους θεσμούς που θα συντάσσουν μελέτες ουσίας και όχι οικονομικού (έκθεση Πισσαρίδη) ή τεχνοκρατικού περιεχομένου (ΚΕΦίΜ).
Eτσι, ο χώρος μένει ελεύθερος για να αναπαραχθούν οι κυρίαρχες πρακτικές που εμπεδώθηκαν με επιτυχία μεταπολιτευτικά. Η υποταγή στην εξουσία γίνεται με ένα δόλωμα επιφανειακού εκσυγχρονισμού και ευρωπαϊκής χρηματοδότησης που στην πραγματικότητα ανανεώνει την δημοκρατία της παρέας και όχι των θεσμών. Οσες διαδικασίες και αν τηρούνται, οι προκηρύξεις είναι φωτογραφικές, διαφορετικά δικαστικές απειλές επικρέμονται με αποτέλεσμα να υπάρχουν παρασκηνιακοί συμβιβασμοί. Η σπατάλη χρόνου και χρήματος φαίνεται να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκεται. Η με τον βαρύγδουπο τίτλο «Τράπεζα Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας» που κραδαίνεται όχι τάχα ως διαδικασία ελέγχου των καθηγητών ούτε των μαθητών, αλλά ουσιαστικής εκπαιδευτικής αλλαγής, δεν είναι ούτε διαβαθμισμένης δυσκολίας ούτε πρωτότυπης σκέψης. Ειδικά στα ανθρωπιστικά μαθήματα αποκαλύπτεται ποιος είναι ο ρόλος: τρόπος ελέγχου της σκέψης μέσα από κείμενα δοσμένα, αποσπασματικά, επιβεβαιώνοντας την καταστατική αρχή της σολωμικής αποσπασματικότητας· ποδηγέτηση της ζωντάνιας της τάξης σε ένα ακαθόριστα ομοιόμορφο κουστούμι· αναπαραγωγή μιας συγκεχυμένης θεώρησης της επιστήμης, της διδακτικής και της παιδαγωγικής.
Μνημείο… λογικού σφάλματος
Δεν συνοψίζεται καλύτερα αυτή η σύγχυση στο επιχείρημα ότι ο ρόλος της τράπεζας θεμάτων είναι επιμορφωτικός, αφού μαθαίνει όλους ανεξαιρέτως τους εκπαιδευτικούς να συντάσσουν ερωτήσεις και να διδάσκουν! Πρόκειται για μνημείο λογικού σφάλματος και στρεψοδικίας. Η προσπάθεια να μεταφερθούν οι πανελλαδικές εξετάσεις (αυτές έχουν λειτουργήσει «επιμορφωτικά» με στρεβλό τρόπο σε όλο το λύκειο) σε όλες τις τάξεις μέσω της τράπεζας θεμάτων, είναι η προσπάθεια καθολικής μεταφοράς μιας φετιχοποιημένης διαδικασίας, απρόσωπα και συγκεντρωτικά οργανωμένης, με τα δικά της πολύ σοβαρά δομικά προβλήματα (κακοδιατυπωμένες ερωτήσεις, μηχανική απομνημόνευση, διαφοροποιημένη αξιολόγηση ανά εξεταστικό κέντρο). Το αξιοπερίεργο είναι ότι μέσω της τράπεζας θεμάτων η διάκριση πρωτευόντων μαθημάτων και ο υποβιβασμός ειδικοτήτων (π.χ. θεολόγων, κοινωνιολόγων, καθηγητών πληροφορικής κ.ά), που είχε ξεκινήσει η αριστερά, αποκτά μόνιμο χαρακτήρα, γεγονός για το οποίο κανείς δεν μιλά, ενώ σε τέτοιες περιπτώσεις ο δημόσιος λόγος κυριαρχείται συνήθως από μια εξισωτική εκδοχή της ισότητας.
Στην πραγματικότητα η τράπεζα θεμάτων είναι μια απάντηση του 20ου αιώνα στον 21ο αιώνα και ένα αμυντικό επιχείρημα των θιασωτών που πρεσβεύουν τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Θα έλεγα ότι είναι μια προσπάθεια του 20ου αιώνα να επiβληθεί με τρόπο αμυντικό στη ζώσα και πρωτεϊκή πραγματικότητα, όπως την χαρακτήριζε ο Κ. Θ. Δημαράς, αφού αγνοούνται επιδεικτικά οι ετερολογίες και εσκεμμένα οι ετεροφωνίες της εποχής που έχουν γιγαντωθεί με την έκρηξη του διαδικτύου και την τέταρτη τεχνολογική επανάσταση στον 21ο αιώνα. Η προσπάθεια επιβολής ενός ενιαίου τρόπου σκέψης, όταν το ίδιο το κράτος έχει καθιερώσει μουσικά, καλλιτεχνικά, πειραματικά, πρότυπα σχολεία, δείχνει τα αδιέξοδα της σκέψης αυτής, εφόσον έμμεσα έχει αναγνωριστεί και θεσμικά η κοινοτική εξατομίκευση.
Εκεί βρίσκεται το κλειδί, αλλά δεν δίνεται απάντηση από τους ιθύνοντες. Και όσο διαβλέπω (μακάρι να διαψευστώ), δεν διακρίνω να λαμβάνεται υπόψη το μέγιστο: τα τελευταία 20 χρόνια, με τις εφαρμογές και τις ευκολίες του Διαδικτύου, έχει αλλάξει τόσο πολύ ο ανθρώπινος εγκέφαλος που όσο η διδασκαλία και η εκπαίδευση τα αγνοούν, άλλο τόσο βυθιζόμαστε σε δευτερεύοντα ζητήματα (τράπεζα θεμάτων, αυτοαξιολόγηση) και δεν βλέπουμε το παγόβουνο να έρχεται.
Κριτική σκέψη και πηγές γνώσης
Οι σχεδιαστές της εκπαιδευτικής πολιτικής, έχοντας ανδρωθεί στον 20ο αιώνα και χωρίς να έχουν μπει σε τάξη του 21ου αιώνα (είναι λίαν αμφίβολο αν κάποιος από αυτούς θα μπορούσε να εφαρμόσει τα σχεδιαζόμενα σε λύκειο αγροτικής περιοχής), θα έβλεπαν το στοιχειώδες: οι μαθητές επιβάλλεται να έχουν τα βιβλία ανοιχτά όταν δίνουν εξετάσεις στο Λύκειο μέσα από ερωτήσεις κριτικής προσέγγισης· το ποια είναι η στοιχειώδης γνώση χρειάζεται ριζικό επανακαθορισμό. Ο τρόπος που ο ανθρώπινος εγκέφαλος απομνημονεύει και σκέφτεται έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί. Ο νέος τρόπος που οι μαθητές του Λυκείου δρουν και λογίζονται αποτυπώνεται στη διαδικασία του μαθήματος. Αν αυτός ενσωματώνεται στην τάξη, η εκπαιδευτική διαδικασία αποκτά ενδιαφέρον. Αυτό που χρειάζεται είναι να μπει η εκπαιδευτική ηγεσία στην τάξη και να μας δείξει πώς θα διδάξει τον τρόπο αυτό στη νέα γενιά. Αυτό που χρειάζεται είναι να μην χάσουμε το τρένο της τέταρτης τεχνολογικής επανάστασης.
Αυτό που χρειάζεται είναι η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης με ανοιχτές τις πηγές γνώσης.
Και εδώ κρύβεται το παγόβουνο πάνω στο οποίο καταπλέουμε αμέριμνοι, χωρίς ηγεσία, χωρίς καπετάνιο. Αλλά ο καπετάνιος λέει ότι δεν υπάρχει παγόβουνο, ούτε ομίχλη, ότι πλέουμε προς τη σωστή κατεύθυνση, ότι θα διανύσουμε επιτυχώς την πορεία προς το απάνεμο λιμάνι της νέας εποχής και του νέου παραδείγματος· μακάρι να έχει δίκιο και ο γράφων άδικο· μακάρι να συμβαίνει κάτι τέτοιο· μακάρι να μη συμβαίνει αυτό που λέει ο Ρίτσος: «όσο κι αν ξέρεις πως αυτοί αυτοί που φωνάζουν/δεν βλέπουν μακριά».
* O Αχιλλέας Ντελλής, είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Πρότυπο Γενικό Λύκειο Αθηνών-Γεννάδειο
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News