Ο ΣΥΡΙΖΑ θα ψηφίσει «παρών» στην κύρωση της συμφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου για την οριοθέτηση ΑΟΖ. Δηλαδή δεν θα ψηφίσει. Ολίγον έγκυος.
Αυτή η στάση μπορεί να πάρει επάνω της πολλούς χαρακτηρισμούς. Φανταστείτε μία παρένθεση που ανοίγει με το «εξωφρενικό» και κλείνει με το «γελοίο». Στο εσωτερικό της μπορείτε να προσθέσετε ό,τι σας κάνει κέφι. Θα είναι δύσκολο να τους αδικήσετε. Είναι εξωφρενική επειδή στα εθνικά θέματα δεν υπάρχει η έννοια του «παρών». Είτε συμφωνείς, είτε διαφωνείς. Μία συμφωνία, αυτού του βεληνεκούς, είναι είτε επωφελής, είτε επιζήμια για τη χώρα. Και είναι γελοία στάση επειδή χρησιμοποιείται σαν χαλάκι, για να σπρωχτούν από κάτω εσωκομματικές διαφωνίες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια, μας λέει ότι η συμφωνία είναι και τα δύο: έχει θετικά και αρνητικά. Από τη μία διεμβολίζει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, αλλά από την άλλη ενδέχεται να ενισχύσει την επιχειρηματολογία της Τουρκίας για την επήρεια των ελληνικών νησιών. Εντάξει. Ας πούμε ότι είναι έτσι. Ως αξιωματική αντιπολίτευση όφειλαν να χρησιμοποιήσουν τη ζυγαριά που μετράει το εθνικό συμφέρον και να πάρουν σαφή θέση. Άλλωστε σε κάποιο σημείο της ανακοίνωσης τους επισημαίνουν ότι η συμφωνία «οδηγεί σε σοβαρές εξελίξεις σε βάρος της χώρας μας». Πολύ ωραία. Γιατί δεν την καταψηφίζουν;
Για να αντιληφθείτε καλύτερα το παράλογο του θέματος, είναι σαν η Νέα Δημοκρατία να ψήφιζε «παρών» στη συμφωνία για το Μακεδονικό, λέγοντας ότι από τη μία ενισχύεται το διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας, πλην όμως, από την άλλη, υπονομεύονται ζωτικά της συμφέροντα. Αυτά γίνονται ανεκτά από το τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα και κάτω. Πιο πάνω στέκουν μόνο ως χωρατά.
Για ποιο λόγο, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει να αυτοτραμαυτιστεί και μάλιστα με αστείο τρόπο, πατώντας την μπανανόφλουδα που ο ίδιος έριξε; Δεν είναι ένας ο λόγος, είναι δύο. Ο πρώτος έχει να κάνει με τη γνωστή παθογένεια που διατρέχει διαχρονικά όλο το φάσμα του πολιτικού μας συστήματος – δεν αναγνωρίζεις και δεν χαιρετίζεις δια της ψήφου σου έναν χειρισμό του πολιτικού σου αντιπάλου. Απλώς, στην προκειμένη περίπτωση, αν καταψήφιζαν, θα έσπαγαν τα τζάμια της Κουμουνδούρου από το γέλιο των περαστικών της πλατείας. Ο δεύτερος λόγος αφορά, φυσικά, τα εσωκομματικά. Οι 53+ βρήκαν τη συμφωνία θετική, διάφοροι άλλοι, της πατριωτικής πτέρυγας, μετά του Κοτζιά, τη βρήκαν επιζήμια, αναγκαστικά ο Τσίπρας έστησε το παιχνίδι για να λήξει ισόπαλο.
Αν τώρα ο Τσίπρας κρατούσε με στιβαρότητα το τιμόνι, προσπαθώντας να στρέψει το καράβι προς το Κέντρο, θα πουλούσε στο πολιτικό ακροατήριο αξιοπιστία και υπευθυνότητα, ψηφίζοντας τη συμφωνία, παραπέμποντας, άμα λάχει, στις παρατηρήσεις Βενιζέλου, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση οφείλει να τις λάβει σοβαρά υπόψη.
Βέβαια από την άλλη, ο Τσίπρας, που είναι πολύ πιο έξυπνος από μένα και από σας, γνωρίζει ότι σε μία εβδομάδα κανείς δεν θα ασχολείται ούτε με τη συμφωνία, ούτε με τη στάση που τήρησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ξέρει ότι το παιχνίδι θα γίνει στα κάγκελα των σχολείων, εκεί που αγωνιούν και θυμώνουν οι μανούλες, στα νοσοκομεία και στα γραφεία του ΟΑΕΔ. Όλα τα άλλα είναι παντεσπάνι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News