Το πνεύμα των 20 προγραμματικών δεσμεύσεων του ΣΥΡΙΖΑ για την Εκπαίδευση περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο η απάντηση του Αλέξη Τσίπρα στον «κομμένο» υποψήφιο των περσινών Πανελλαδικών: «Δεν σε κόψανε, σε έκοψε η Κεραμέως», για να συμπληρώσει στη συνέχεια: «20.000 παιδιά σαν εσένα θα μπορούσαν να έχουν περάσει σε κάποιο πανεπιστήμιο», κάνοντας σαφή αναφορά στη θέση του κόμματός του για την κατάργηση της Eλάχιστης Bάσης Eισαγωγής στα ΑΕΙ (ΕΒΕ).
Με δυο λόγια, για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οι ικανότητες και οι γνώσεις που έχει αποκτήσει ένας μαθητής, ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της Ανώτατης Εκπαίδευσης, δεν έχουν σημασία. Εφόσον διατίθενται θέσεις στα ΑΕΙ, αυτές πρέπει να καλυφθούν οπωσδήποτε από οποιονδήποτε, γιατί ο σκοπός είναι ιερός: δεν πρέπει να κλείσει κανένα από τα πανεπιστημιακά τμήματα, που εν μια νυκτί, βαφτίζοντας το κρέας ψάρι, δημιούργησε ο Κώστας Γαβρόγλου χωρίς τον παραμικρό σχεδιασμό και αξιολόγηση αναγκών, ως ρουσφέτι προς συναδέλφους του και τοπικές κοινωνίες. Οπερ έδει δείξαι.
Το σύνολο των προγραμματικών δεσμεύσεων του ΣΥΡΙΖΑ για την Εκπαίδευση περιγράφονται από το δίπολο «κατάργηση και ικανοποίηση». Διακηρύσσεται η συνολική κατάργηση του νομοθετικού έργου της προηγούμενης κυβέρνησης της ΝΔ και ικανοποιούνται σειρά αιτημάτων του εκπαιδευτικού συνδικαλισμού, παράδοση που οι ρίζες της χάνονται στα προεκλογικά προγράμματα του ΚΚΕ.
Ετσι, βρίσκουμε στις μισές και πλέον προγραμματικές δεσμεύσεις του τη λέξη «κατάργηση» για σειρά πρόσφατων νομοθετημάτων. Μάλιστα, αυτή θεωρείται επιβεβλημένη, αφού εισαγωγικά εκτιμάται ότι η ΝΔ «στα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησής της επιδίωξε την υπονόμευση της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης, συκοφάντησε τους/τις εκπαιδευτικούς και με αλλεπάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις δημιούργησε μια ασφυκτική κατάσταση σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες». Οπερ έδει δείξαι και πάλι, αφού το λέμε, έτσι είναι…
Προαναγγέλλεται, λοιπόν, η κατάργηση κάθε μορφής αξιολόγησης στην Εκπαίδευση, της Τράπεζας Θεμάτων του Λυκείου, του νόμου για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και αυτού για τη λειτουργία των συνδικάτων (Χατζηδάκη), άρθρων νόμων που ρυθμίζουν τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες των Υπηρεσιακών Συμβουλίων, της πανεπιστημιακής αστυνομίας και του νόμου για το άσυλο, των Συμβουλίων Διοίκησης (μετά τη λήξη της θητείας τους), του νόμου για τη διαγραφή των «αιωνίων» φοιτητών, των διατάξεων που αφορούν την εκπροσώπηση των φοιτητών στα συλλογικά όργανα διοίκησης, του ισχύοντος συστήματος επιλογής ΔΕΠ και αυτού της συγκρότησης μητρώων γνωστικών αντικειμένων, της αξιολόγησης των προς μονιμοποίηση δόκιμων εκπαιδευτικών, καθώς και πτυχών της νομοθεσίας για την ιδιωτική εκπαίδευση. Η κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, βέβαια, δεδομένη, την επομένη των εκλογών «μ’ έναν νόμο κι ένα άρθρο»
Τα αιτήματα των εκπαιδευτικών και των τριών βαθμίδων που γίνονται αποδεκτά αφορούν τη σταδιακή εφαρμογή της 14χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης (2+6+3+3), τη μείωση του αριθμού μαθητών στους 20 ανά τμήμα σε Νηπιαγωγείο, στην Α’ Δημοτικού και Γ’ Λυκείου «από τον Σεπτέμβριο του 2023 κιόλας», την εξίσωση των εργασιακών δικαιωμάτων μονίμων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών, την εξίσωση του ωραρίου εργασίας εκπαιδευτικών ολιγοθεσίων σχολείων και νηπιαγωγείων με αυτό των πολυθεσίων, στους μαζικούς διορισμούς στην Α/θμια και Β/θμια Εκπαίδευση, την άμεση προκήρυξη όλων των κενών θέσεων ΔΕΠ και τον διπλασιασμό τους σε βάθος τετραετίας, την επανένταξη της Γ.Γ. Ερευνας στο ΥΠΑΙΘ και την ανάθεση του σχεδιασμού του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης σε επιτροπή, την εκλογή κοσμητόρων από τις πανεπιστημιακές σχολές, την αύξηση της επιχορήγησης σε ερευνητικά έργα και, τέλος, την ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ (όπου περισσεύουν θέσεις).
Βέβαια, στις προγραμματικές δηλώσεις δεν αναπτύσσεται κανένα σκεπτικό σχετικά με τη χρησιμότητα και, πολύ περισσότερο, το κόστος τους. Ως γνωστόν, λεφτά υπάρχουν… Ενδεικτική για τη χρησιμότητα κάποιων εκπαιδευτικών πολιτικών είναι η στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην αξιολόγηση. Δεν μπαίνει καν θέμα. Για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο απολύτως άχρηστη, αλλά και επικίνδυνη, «φορέας κάθε κακού» στην Εκπαίδευση. Οπότε κι ο εξοβελισμός της από τα ελληνικά σχολεία θεωρείται αυτονόητος. Ουδείς προβληματισμός για το γεγονός ότι επιστημονικά και πρακτικά η αξιολόγηση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος κάθε εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αυτά είναι ψιλά και ψηλά γράμματα…
Ως προς το δεύτερο, το κόστος των υποσχέσεων στους εκπαιδευτικούς, ενδεικτική είναι η αποδοχή του αιτήματος για τη μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη. Οχι μόνο δεν γίνεται εκτίμηση του κόστους, αλλά δεν εκτιμώνται καν τα πρακτικά προβλήματα που θα προέκυπταν από την υλοποίησή του στα αστικά κέντρα, για παράδειγμα. Εκεί όπου τα σχολικά κτίρια έχουν κατασκευαστεί ως μονάδες με ζυγό αριθμό αιθουσών, ενώ η υλοποίηση της σχετικής πρότασης θα απαιτούσε αίθουσες που δεν υπάρχουν ούτε μπορεί να κατασκευαστούν άμεσα.
Πολύ περισσότερο, καμιά έγνοια για το γεγονός ότι έχουμε ήδη μια από τις χαμηλότερες αναλογίες εκπαιδευτικών προς μαθητές στον κόσμο (λιγότερο από 1/10) και, το σημαντικότερο, αποσιωπάται το γεγονότος ότι περαιτέρω μείωση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα δεν συνεπάγεται αυτόματα τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης ή των μαθησιακών αποτελεσμάτων.
Οσο για τη στανική ουσιαστικά εισαγωγή όλων των αποφοίτων Λυκείου σε πανεπιστημιακές σχολές (ο Θεός να τις κάνει), όσοι έχουν στοιχειώδη σχέση με την αγορά εργασίας και τις ανάγκες της, απλώς φρίττουν. Αναρωτιέται κανείς πώς ένα κόμμα που προσδιορίζεται ως αριστερό, αγνοεί επιδεικτικά τις σχέσεις ανεργίας-εκπαίδευσης-επαγγελματικού προσανατολισμού.
Αλίμονο στους γονείς… Θα ξοδέψουν μερικές δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να χάσουν τα παιδιά τους κάποια χρόνια σε κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα στο πουθενά. Οταν και αν ποτέ αυτά αποφοιτήσουν, θα είναι άνεργοι πτυχιούχοι. Ή θα βρουν τελικά δουλειά ύστερα από ταλαιπωρία ως πωλητές ή εποχιακοί στον τουρισμό, μένοντας με την απορία τι στο καλό έκαναν τόσα χρόνια.
Οταν είχαν την εναλλακτική λύση με τέσσερα εξάμηνα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης –και μάλιστα σε δημόσια ΙΕΚ δίπλα στον τόπο κατοικίας τους– να αποκτήσουν συγκεκριμένες επαγγελματικές δεξιότητες, να αποφύγουν τον εθισμό στην τεμπελιά και να βρουν γρήγορα εργασία σε τομείς συνήθως τεχνικών επαγγελμάτων αλλά και υπηρεσιών, όπου η ζήτηση ξεπερνά κατά πολύ την προσφορά εργασίας ιδιαίτερα στην ελληνική επαρχία. Γιατί, όσο σκληρό και να είναι, οι αντιλήψεις που διαπιστώνουμε να συγκροτούν για την εργασία και τη ζωή ως αργόσχολοι φοιτητές μηδενικών απαιτήσεων στις καφετέριες των επαρχιακών πόλεων είναι γνωστές…
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στις είκοσι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την Εκπαίδευση δεν αναφέρεται πουθενά και με σαφήνεια η άμεση βελτίωση των άθλιων μισθών των εκπαιδευτικών, καθώς και κανένα είδος παρέμβασης στον ξεπερασμένο, αναποτελεσματικό και απολύτως κομματικά εξαρτημένο σύστημα διοίκησης και επιλογής στελεχών στην Εκπαίδευση. Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το πρώτο καλύπτεται από τη γενικότερη θέση του για αυξήσεις των απολαβών δημοσίων υπαλλήλων εν γένει.
Αλλά και μόνο το γεγονός ότι αντιλαμβάνεται τους εκπαιδευτικούς ως κλασικούς δημοσίους υπαλλήλους είναι ενδεικτικό. Οσο για τις ιδιαιτερότητες στις ανάγκες της διοίκησης της Εκπαίδευσης, απορία ψάλτου βηξ… Εξάλλου φροντίδα του ΣΥΡΙΖΑ κατά την περίοδο 2015-2019 ήταν να καταστρέψει κάθε ίχνος εποπτείας και καθοδήγησης των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού συστήματος, ως δώρο προς μια μειοψηφία στελεχών του στην εκπαίδευση και ομάδων αριστεριστών.
Με δυο λόγια, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την Εκπαίδευση δεν είναι κάτι άλλο παρά η πλήρης επαναφορά του εκπαιδευτικού συστήματος σε αυτό που ήταν και εν πολλοίς παραμένει: ταυτόχρονα σπάταλο και αναποτελεσματικό, χωρίς ίχνος αξιολόγησης αποτελεσμάτων και αναγκών, παντελώς αποσυνδεδεμένο από την αγορά εργασίας και τις ανάγκες της. Ακόμα και αν αυτό πάψει να είναι υποχρηματοδοτούμενο, σύμφωνα με γενική διακήρυξή του. Γιατί, όσα νερό και αν προσπαθεί να κουβαλήσει κανείς με ένα κόσκινο, δεν θα φτάσει σταγόνα στον προορισμό του.
Είναι αλήθεια ότι τα ελληνικά πολιτικά κόμματα δεν μας έχουν συνηθίσει σε εμπνευσμένες και θαρραλέες προτάσεις για την Eκπαίδευση. Ομως φαίνεται ότι η πλήρης απουσία μιας θετικής, σχετικά συγκροτημένης και συνεκτικής πρότασης από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ για την Εκπαίδευση αναδεικνύεται σε πολιτική στάση. Το «όχι σε όλα» που κυριαρχεί στον λόγο των Εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών, στον ΣΥΡΙΖΑ μετεξελίσσεται σε όπισθεν ολοταχώς στο παρελθόν. Με τη διαφορά ότι η Εκπαίδευση αφορά το μέλλον…
* Ο Νίκος Σαλτερής είναι επίτιμος σχολικός σύμβουλος Δ.Ε. και συγγραφέας
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News