1288
| REUTERS/ CreativeProtagon

Ο πολιτικά ανάγωγος* κ. Τσίπρας

|REUTERS/ CreativeProtagon

Ο πολιτικά ανάγωγος* κ. Τσίπρας

Στις προηγούμενες εκλογές, του 2019, τις οποίες και έχασε, έκλεισε την προεκλογική του εκστρατεία στην Πάτρα χτυπώντας, πάλι, τον αντίπαλό του κάτω από τη μέση. Οχι για κάτι που έκανε ή δήλωσε, αλλά επειδή είχε πατέρα τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.

Δεν μπορώ να πιστέψω, είπε, ότι ο ελληνικός λαός θα εκλέξει Πρωθυπουργό του τον γιο του αποστάτη. Σε μια άλλη, δε, συγκέντρωση άλλαξε το «αποστάτης» σε «εφιάλτη». Το ίδιο τροπάριο τράβηξε από τον σκληρό του δίσκο και σε αυτήν την προεκλογική περίοδο. Το ψάλλει όπου σταθεί.

«Θα σχηματίσουμε προοδευτική κυβέρνηση», είπε πρόσφατα, που θεωρούσε ότι έπαιζε ακόμα η πιθανότητα να συμμαχήσει με τον Ανδρουλάκη. Το είπε και με βεβαιότητα. Η οποία όμως, δεν βασιζόταν σε κάποια σοβαρή και εμπεριστατωμένη πολιτική του διαπίστωση, ή έστω και αίσθηση. Αλλά μόνο σε αυτό: «Δεν μπορούν σήμερα πολιτικοί εκπρόσωποι και συνεχιστές του κόμματος που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου να αγκαλιάζουν τον γιο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, τον γιο του αποστάτη, για πρωθυπουργό της χώρας την επόμενη μέρα».

Είναι απλά τα πράγματα. Δεν μπορείς να κατηγορείς ή να χαρακτηρίζεις κάποιον για κάτι που έκανε ο πατέρας του. Αυτή είναι μια λογική που απορρέει από την πρακτική και διαλεκτική των απολυταρχικών καθεστώτων, κυρίως της Αριστεράς, όπου συνέδεαν τις πράξεις και τις θέσεις σου με το DNA! Σου απέδιδαν δηλαδή οικογενειακή ευθύνη. Παλιά, στη Σοβιετική Ενωση, αν ο ξάδελφός σου δεν ήταν στο κόμμα, ήσουν και εσύ ύποπτος.

Ο κ. Τσίπρας, όπως και άλλοι με τα ίδια με αυτόν πολιτικά χαρακτηριστικά, μοιάζει να θεωρεί τον επιθετικό και αγενή λόγο ως αποδεκτό συστατικό στοιχείο μιας αριστερής κουλτούρας. Χρησιμοποιεί συνειδητά ένα απλουστευτικό και αιχμηρό επικοινωνιακό σχήμα, με σκοπό να απευθυνθεί σε ακροατήριο συγκεκριμένο και να το φορτίσει συναισθηματικά.

Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη παίζει πολύ το χαρτί της «οικογενειακής ευθύνης». Ευτυχώς, δεν συμβαίνει το αντίστροφο – ή, αν έχει συμβεί κάποια φορά, μου διαφεύγει και οπωσδήποτε θα το αποδοκίμαζα.

Ρώτησα έναν καλό φίλο μου που ασχολείται σε βάθος με την ψυχολογία της επικοινωνίας, και ιδιαίτερα με αυτή τη στόχευση αρνητικών οικογενειακών περιπτώσεων προς αποκόμιση οφέλους και δύναμης, «πώς θα αντιδρούσε άραγε ο Τσίπρας εάν εγώ τον στιγμάτιζα πολιτικά για μια πράξη ενός συγγενούς, ας πούμε, δικού του, ή κάποιου άλλου πολιτικού του συνεργάτη;».

«Εσύ δεν μπορείς να το κάνεις τόσο καλά όσο το κάνει αυτός», μου απάντησε, και κάπως άρχισαν να τακτοποιούνται οι σκέψεις μου. Το να «κάνεις καλά» κάτι «τόσο κακό» είναι οπωσδήποτε ένα χάρισμα που, ευτυχώς, δεν έχουμε όλοι.

Ο αγενής λόγος του κ. Τσίπρα έχει περάσει σε σχεδόν όλες τις δηλώσεις του, πολλές από τις οποίες αναδεικνύονται ακόμα πιο «δυναμικά» στα σόσιαλ μίντια. Ιδού δύο πρόσφατα δείγματα από το τουίτερ, και προσέξτε πάλι πώς παίζει το οικογενειακό χαρτί:

«Αν ο Μητσοτάκης δεν ήταν γιος του Μητσοτάκη και ο Καραμανλής δεν ήταν ανιψιός του Καραμανλή, είναι βέβαιο ότι δεν θα ήταν ούτε ο ένας πρωθυπουργός ούτε ο άλλος υπουργός. Βγήκαν από τον δοκιμαστικό σωλήνα της οικογενειοκρατίας και συναντήθηκαν σε μια τραγωδία. Αυτό δείχνει πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι το σύστημα της οικογενειοκρατίας».

Και «Ο πατέρας Μητσοτάκης έταζε στους νέους φθηνά αυτοκίνητα. Είχε βγει τότε το σύνθημα “καλύτερα παπάκι παρά τον Μητσοτάκη”. Σήμερα έχουμε πέσει χαμηλά, αντί για αυτοκίνητα ο Μητσοτάκης τούς τάζει ένα 150αρι, να πάνε να ανοίξουν ένα μπουκάλι ουίσκι. Η απάντηση των 18αρηδων στην κάλπη θα είναι: Καλύτερα σφηνάκι παρά τον Μητσοτάκη».

[Το θέμα της οικογενειοκρατίας που θίγει, οπωσδήποτε έχει βάση. Αλλά δεν το τέμνουμε οριζόντια. Το κρίνουμε κατά περίπτωση. Μην ξεχνώντας ότι ζούμε σε μια κοινωνία όπου, σε όλα σχεδόν τα επίπεδα (επιχειρηματικότητα, επιστήμη, οργανισμοί, δημοσιογραφία κλπ. κλπ. κλπ) η οικογενειοκρατία, δεν θα πως ότι κυριαρχεί, αλλά σίγουρα στέκεται γερά].

Ο επιθετικός, ενίοτε και εξυπνακίστικος λόγος του κ. Τσίπρα, σε πολλά σημεία θυμίζει τις κατά ριπάς αντιπαραθέσεις παλιά στα αμφιθέατρα. Σπάνια προέτασσες λογικά επιχειρήματα για να δυναμώσεις τις θέσεις σου. Σκοπός δεν ήταν να ενημερώσεις και να πείσεις το ακροατήριό σου για όσα πρεσβεύεις, αλλά να προσβάλεις τον αντίπαλό σου. Να τον ταπεινώσεις. Να τον τσακίσεις.

Ηταν, ξεκάθαρα, μια γηπεδική φιλοσοφία, με απόλυτη οριοθέτηση των εχθρών, ποιοι είναι και τι θα τους κάνουμε. Οπως π.χ. τα «Γ… ο Θρύλος κι ο Πειραιάς, ο ΠΑΟ κι η Λεωφόρος, ο ΠΑΟΚ και η Θεσσαλονίκη, η ΑΕΚ και η Τουρκία». Ολο το οικογενειακό δέντρο!

(*) Στο Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, ο Γιώργος Μπαμπινιώτης περιγράφει τον ανάγωγο ως κάποιον «που δεν έχει καλή αγωγή, καλή ανατροφή». Το λένε συνήθως για κακομαθημένα παιδιά που μιλάνε με αναίδεια στους γονείς τους ή σε άλλους, προσθέτει.

Με τον Μητσοτάκη προσεγγίζει πια, αν δεν έχει περάσει κιόλας, τον πήχυ του hate-speech∙ της γλώσσας του μίσους, σε ελεύθερη απόδοση. Είχε δώσει όμως δείγματα γραφής και με προηγούμενους αντιπάλους του – αφήστε που τώρα θέλει να λέει ότι ο Κυριάκος και η «δική του» Νέα Δημοκρατία εκπροσωπούν «την χειρότερη κυβέρνηση της Δεξιάς στην Ελλάδα μεταπολιτευτικά».

Ο Αντώνης Σαμαράς, για παράδειγμα, δεν πέρασε λίγα από το αναδυόμενο καθεστώς Τσίπρα όσον αφορά τον επιθετικό, ενίοτε και χυδαίο λόγο. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εξέφραζε ή και περνούσε και στους δικούς του ανθρώπους αυτόν τον προσβλητικό λόγο σχεδόν από την αρχή της γρήγορης απόκτησης της  κομματικής του δύναμης και προσωπικής του δημοτικότητας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η περίπτωση του δημοσιογράφου και διευθυντή εκείνο τον καιρό του ρ/φ σταθμού «Στο Κόκκινο», Κώστα Αρβανίτη, ο οποίος σε μια εκδήλωση κομματική στη Λαμία επικαλέστηκε out of the blue (δηλαδή από το πουθενά) κάτι, λέει, που άκουσε σε γαλλικό μέσο. Οτι «είναι δύσκολο να σε αγαπάει μαλάκας», για τον Αντώνη Σαμαρά, είπε, τάχα μου στενοχωρημένος και ενοχλημένος: «Αυτό, δυστυχώς, ειπώθηκε για τον πρωθυπουργό της χώρας. Και είναι πάρα πολύ ζόρικο για μένα να λένε τον Πρωθυπουργό της χώρας μου μαλάκα. Και το πρόβλημα δεν είναι ότι λένε, αλλά ότι είναι!».

Αμα παρακολουθήσετε το βίντεο, θα προσέξετε και θα ακούσετε τα υπόκωφα γελάκια και το ύφος του ομιλούντος, σε στυλ «σας κατατρόπωσα».

 

Είμαι βέβαιος –και ως έναν βαθμό το γνωρίζω και από άλλους– ότι αυτή η δημόσια «παρέμβαση» ενός στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, που πολύ σύντομα ανταμείφθηκε με το ευρωκοινοβουλευτιλίκι, όχι μόνο άρεσε στον κομματικό κύκλο, αλλά πανηγυρίστηκε κιόλας. Ο κ. Τσίπρας ποτέ δεν ζήτησε συγγνώμη για αυτό από τον κ. Σαμαρά.

Ο οποίος, όταν έχασε τις εκλογές από τον ΣΥΡΙΖΑ, αρνήθηκε να υποδεχτεί  τον Πρωθυπουργό, πια, Τσίπρα στο Μέγαρο Μαξίμου, ως είθισται. Και επικρίθηκε έντονα για αυτό. Ακόμα και από εκείνους που δεν θεώρησαν ότι «έγινε και κάτι» με το να πει κάποιος, κοντά στην ηγεσία, τον Πρωθυπουργό της χώρας… αυτό που τον είπε!

Η πολιτική, ναι, είναι ένα δύσκολο παιχνίδι. Και άγριο. Τα σκληρά λόγια είναι μέρος του παιχνιδιού. Οι αγγλοσάξωνες είναι μανούλες σε αυτά. Μπορεί να σε διαλύσουν με λέξεις και ειρωνεία, ποτέ όμως με διάλεκτο μίσους, κτυπήματα κατά οικογενειακών προσώπων ή και λέξεις βγαλμένες από λόγια γραμμένα στο πίσω μέρος πόρτας δημοσίων αποχωρητηρίων.

«Αν ο Γκλάντστοουν έπεφτε στον Τάμεση, αυτό θα ήταν μια κακοτυχία. Αλλά αν κάποιος βούταγε και τον έβγαζε έξω, αυτό, υποθέτω, θα ήταν συμφορά». Ιστορική ατάκα του Μπέντζαμιν Ντισραέλι, συντηρητικού πολιτικού, δύο φορές πρωθυπουργού της Βρετανίας, προς τον Ουίλιαμ Γκλάντστοουν, φιλελεύθερο πολιτικο, τέσσερις φορές στην Ντάουνινγκ Στριτ. Μάλωναν σαν τη γάτα με τον σκύλο. Με πνεύμα και ευφ. Οχι με χουλιγκανισμό.

Ο Χάρολντ Ουίλσον, πρωθυπουργός των Εργατικών, είπε κάποτε για τον Τόνι Μπέν, που ανήκει και αυτός στον ίδιο χώρο αλλά πιο αριστερά, ότι «είναι ο μόνος άνθρωπος που ξέρω, ο οποίος όσο μεγαλώνει τόσο πιο ανώριμος γίνεται». Ακόμα ένα αριστούργημα. Που δεν μπορείς να το πεις χουλιγκανικό.

Τον επίλογο αυτού του κομματιού «γράφει» ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, με ένα tweet στο οποίο φαίνεται να δοκιμάζει (ατυχώς, νομίζω) το αγγλοσαξωνικό φλέγμα. Αναφέρεται μάλιστα και στο θέμα της «αγένειας», που αναπτύξαμε σήμερα. Και θαρρώ πως το επιβεβαιώνει πλήρως!

«Mετά τη σημερινή μας συγκέντρωση, τη μεγαλύτερη που έκανε ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ στη Θεσσαλονίκη, λέω, αν μας το ζητήσει ο κ. Μητσοτάκης, να μη φανούμε αγενείς. Να στείλουμε βοήθεια στο Μαξίμου να πακετάρει. Να μαζέψει και τα καλώδια των υποκλοπών και των παράνομων παρακολουθήσεων. Γιατί από Δευτέρα το Μαξίμου θα ανοίξει τις πόρτες του στη Δημοκρατία».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...