Είναι δύσκολο να ανεβαίνεις στην έδρα του δικαστηρίου, να υπογράφεις εισαγγελικές προτάσεις, να βάζεις τη σφραγίδα σου σε βουλεύματα. Το φορτίο είναι βαρύ, πλέον και επικίνδυνο. Ο εκρηκτικός μηχανισμός έξω από το σπίτι του αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου επανέφερε το καυτό ζήτημα της ασφάλειας των λειτουργών της Δικαιοσύνης, ειδικά όταν αυτοί είναι προβεβλημένοι, και εκ του θεσμικού τους ρόλου, πολλώ δε μάλλον όταν οι ίδιοι αισθάνονται στοχοποιημένοι.
Ο Ντογιάκος είναι μια τέτοια περίπτωση, εμβληματική σχεδόν, καθώς κατά το πρόσφατο παρελθόν είχε ανοικτά μέτωπα σύγκρουσης με την ηγεσία της Δικαιοσύνης, επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ – τόσα, όσα κανένας άλλος. Το περιβάλλον του αποδίδει την επιθετική ενέργεια σε αυτή τη «στοχοποίηση», με συστηματικές αρνητικές αναφορές, κοσμητικά επίθετα, και σειρά δημοσιευμάτων, τα τελευταία τρία χρόνια. Ο ίδιος επιμένει άλλωστε ότι ούτε απειλές έχει δεχθεί, ούτε κάποια μείζονος σημασίας υπόθεση διατηρεί ανοικτή στο γραφείο του στον Άρειο Πάγο, ώστε να διαθέτει άλλα κλειδιά ερμηνείας μιας τέτοιας άγριας κίνησης. Κατά τύχη, δεν εξερράγη ο εκρηκτικός μηχανισμός, κατά τύχη δεν υπήρξαν θύματα.
«Παλιοί λογαριασμοί», λοιπόν. Ακούγεται σοκαριστική η φράση στο συγκεκριμένο θεσμικό περιβάλλον, ωσάν να πρόκειται για νονούς της νύχτας και «απόφοιτους» του Κορυδαλλού… Είναι όμως αλήθεια ότι η εμπλοκή δικαστών και εισαγγελέων σε υποθέσεις με πολιτικό και επιχειρηματικό αποτύπωμα, τους μετατρέπει συχνά σε στόχους. Η συμμετοχή τους σε κρίσιμες δικαστικές συνθέσεις, τους καθιστά ευάλωτους στον κίνδυνο, τον φόβο, που μπορεί να κατακλύσει το «είναι» τους.
Η ΕΛ.ΑΣ μπορεί να σας διαβεβαιώσει ότι πολύ πριν από τον Ντογιάκο ήταν ο εφέτης εκείνος που συμμετείχε στη δίκη για την πολύκροτη υπόθεση μεταφοράς δύο τόνων ηρωίνης με το πλοίο «Noor One», το καλοκαίρι του 2014. Ήταν μεσημέρι όταν παρέλαβε στο σπίτι του στον Υμηττό (ευτυχώς με αίσιο τέλος), δέμα-βόμβα, με εκρηκτική ύλη και μηχανισμό πυροδότησης, ακόμη και με ξυράφια και βίδες, ώστε να προκληθούν οι μεγαλύτερες δυνατές απώλειες. Το δέμα – βόμβα είχε ομοιότητες με αντίστοιχο που είχε ταχυδρομηθεί λίγους μήνες νωρίτερα στη δικαστικό Ισιδώρα Πόγκα, η οποία –μεταξύ άλλων– με την ιδιότητα της προέδρου δικαστικού συμβουλίου είχε εξετάσει και απορρίψει την αίτηση αποφυλάκισης της Εύης Στατήρη, συντρόφου κατηγορουμένου για συμμετοχή στην οργάνωση «Συνωμοσία Πυρήνες της Φωτιάς».
Το φθινόπωρο του 2016, ήταν και η εισαγγελέας Γεωργία Τσατάνη, έξω από την πολυκατοικία της οποίας εξερράγη βόμβα, επί της οδού Ιπποκράτους, κάτω από τη μύτη του αστυνομικού τμήματος Εξαρχείων. Το «αντάρτικο πόλης» είχε κάνει λόγο τότε για σχέδιο «Νέμεσις»: οι δικαστές θα κληθούν να πληρώσουν με ακριβό τίμημα».
Ήταν ασφαλώς και η βόμβα περίπου πριν από έναν χρόνο, από την «Ομάδα Λαϊκών Αγωνιστών», στην είσοδο του Εφετείου Αθηνών – συμβολική ενέργεια με βεληνεκές, όχι σε έναν και δυο λειτουργούς, στον θεσμό ολόκληρο _ «φίδι που δαγκώνει μόνο τους ξυπόλητους», κατά την οργάνωση.
Η Δικαιοσύνη έχει βγει εξάλλου καιρό τώρα στη σέντρα, το κύρος της παίζεται κορώνα -γράμματα στα μηνιαία γκάλοπ, εκπρόσωποι της διεκδικούν (αρνητική) δημοσιότητα που συνάδελφοι τους στο παρελθόν δεν θα μπορούσαν να έχουν φανταστεί. Η Τσατάνη έφθασε να γίνει πρωτοσέλιδη για την σύγκρουσή της με τον ίδιο τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, με καταγγελλόμενους εκβιασμούς, παρεμβάσεις και παρακάλια, σκέτη τρέλα.
To «μπαμ» στην περίπτωση του Ντογιάκου δεν ακούστηκε, αλλά ήταν ηχηρότατο. Γιατί ο ανώτατος εισαγγελέας μόνο τυχαίος δεν είναι. Καταρχάς και κυρίως, έχει βάλει το όνομα του κάτω από την εισαγγελική πρόταση παραπομπής 69 κατηγορουμένων (και βουλευτών μεταξύ τους) της Χρυσής Αυγής, στο εδώλιο. Πρώτη φορά στα χρονικά, στη δική του πρόταση, κοινοβουλευτικό κόμμα συνδέθηκε με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης, σαν να επρόκειτο για υπόθεση του κοινού ποινικού δικαίου.
Η Χρυσή Αυγή, λάβρα εναντίον Ντογιάκου, καθώς ο εισαγγελέας επόπτευε εξαρχής των ερευνών, του είχε επιτεθεί, από τις συνομιλίες ακόμη του πρώην γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Τάκη Μπαλτάκου με τον βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη, χαρακτηρίζονταν τον ως «υποχείριο του Σαμαρά». Στην ιστοσελίδα της είχε κάποτε την τιμητική του, τον εμφάνιζε ως εισαγγελέα «ειδικών αποστολών».
Η ώρα όμως να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας έφθασε όταν στον θώκο του Αρείου Πάγου ανέβηκε η Βασιλική Θάνου, το 2015. Μύρια δεινά για εκείνον άρχισαν να ξεπηδούν… Πειθαρχικές διαδικασίες, ποινές, επιθέσεις, παρασκήνιο άνευ προηγουμένου, που προκάλεσε ασίγαστο εμφύλιο, λανθάνοντα αλλά και οφθαλμοφανή.
Αφετηρία όλων, η πειθαρχική διαδικασία που είχε κινηθεί σε βάρος του, ως προς τη συνθήκη εκλογής του στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, με βασικό επιχείρημα ότι δεν είχε το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Η Επιθεώρηση του Αρείου Πάγου και αρμόδιοι αντεισαγγελείς είχαν άλλη γνώμη, αποφαινόμενοι ότι η εκλογή Ντογιάκου ήταν καθ’ όλα νόμιμη, αφήνοντας τότε έκθετη την κυρία Θάνου.
Οι ανώτατοι δικαστικοί είχαν εκτιμήσει, επιπροσθέτως, ότι έπρεπε να αρχειοθετηθεί και το δεύτερο σκέλος της πειθαρχικής δίωξης που αφορούσε τη σύγκληση της Ολομέλειας της Εισαγγελίας Εφετών από τον Ντογιάκο με θέμα «Θεσμική παρέμβαση της Προέδρου του Αρείου Πάγου στο αυτοδιοίκητο της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών». Δεν πείστηκε, όμως, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος, στα χέρια του οποίου είχε φθάσει η υπόθεση, με αποτέλεσμα να ασκήσει πειθαρχική δίωξη σε βάρος του κ. Ντογιάκου.
Η συνέχεια πήρε τη μορφή δημόσιου μπρα ντε φερ. Το πιο εντυπωσιακό ήταν εκείνο που έφερε τον Ντογιάκο πρώτο σε ψήφους για τη θέση του διευθύνοντος – για δεύτερη συνεχή θητεία – την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, παρά το γεγονός ότι του είχε επιβληθεί πειθαρχική ποινή, και ήταν διάχυτη η βεβαιότητα ότι θα προσέκρουε σε κώλυμα εκλογιμότητας. Καθώς όμως η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου δεν του είχε επιδοθεί, ο δρόμος προς την κάλπη ήταν τυπικά ελεύθερος.
Η καταμέτρηση τον ανέδειξε νικητή, έστω και προσωρινά, σε ένα παιχνίδι εξουσίας που είχε προκαλέσει σάλο, αφού ο ίδιος απέδειξε ότι είχε «μαζί» του 39 εισαγγελείς και αντεισαγγελείς του Εφετείου, όσες και οι ψήφοι – μήνυμα υπέρ του.
Το ίδιο εντυπωσιακή, αφού μιλάμε για ψήφους, ήταν και η ανάδειξή του από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Παρά το γεγονός ότι δεν στηρίχθηκε από την ηγεσία του Ανώτατου Δικαστηρίου, εντούτοις ο Ντογιάκος προήχθη σε αντεισαγγελέα με 13 ψήφους έναντι 2.
Το γεγονός ότι το όνομα του Ντογιάκου περιλαμβανόταν – μαζί με αυτά άλλων πέντε λειτουργών – σε πόρισμα λειτουργού του ΣτΕ, σχετικό και με πειθαρχική διαδικασία, δεν επηρέασε την προαγωγή του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News