Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δύο γραμμές άμυνας απέναντι στις δημοσκοπήσεις. Η πρώτη είναι ότι δεν τις πιστεύουν. Ολες είναι αναξιόπιστες, ή μάλλον σχεδόν όλες (πιστεύουν αυτές που δημοσιεύει το «Documento»). Η δεύτερη –και αυτή που έχει περισσότερο ενδιαφέρον καθώς έχει μια βάση– είναι ότι η Νέα Δημοκρατία «έχει πιάσει ταβάνι», ενώ η συσπείρωση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμα χαμηλή και άρα υπάρχουν περιθώρια να ανακάμψει.
Για χάρη της συζήτησης θα προσπεράσουμε το γεγονός ότι οι ίδιοι που αμφισβητούν τις έρευνες επικαλούνται ένα στοιχείο τους για να επιχειρηματολογήσουν.
Τι λέει, λοιπόν, η τελευταία δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε (Metron Analysis στον Alpha) για τη συσπείρωση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ; Οτι είναι στο 56,8% ενώ αυτή της ΝΔ είναι στο 88,6%.
Φαινομενικά ο ΣΥΡΙΖΑ πράγματι έχει περιθώρια βελτίωσης. Αλλά εδώ γίνεται ένα σφάλμα ανάλυσης. Από πού προκύπτει ότι το κυβερνών κόμμα έχει ακόμα τους 1.925.904 ψηφοφόρους που το προτίμησαν τον Σεπτέμβριο του 2015 και με βάση αυτούς να κρίνουμε ότι μπορεί να ανακάμψει;
Μεθοδολογικά είναι λογικό οι έρευνες να συγκρίνουν την προηγούμενη ψήφο με την τωρινή πρόθεση ψήφου και να βγαίνει ο δείκτης συσπείρωσης.
Πολιτικά όμως είναι άχρηστο.
Εχουν περάσει 43 μήνες από την τελευταία κάλπη, όσοι ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ (όπως και τα υπόλοιπα κόμματα) τον Σεπτέμβριο του 2015, ήταν άλλοι άνθρωποι. Οχι μόνο δημογραφικά, αλλά και ψυχολογικά, αν όχι ιδεολογικά.
Ο χρόνος είναι υπερβολικά πολύς για να κάνουμε σαν να είναι απίθανο να έχει συμβεί μια πολιτική μετατόπιση αντίστοιχη με αυτή που υπήρξε από το 2009 στο 2012.
Αυτή τη στιγμή μόνο λίγο περισσότεροι από τους μισούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου ’15 λένε ότι θα τον ξαναψηφίσουν. Στον αντίποδα, το 11,7% εκείνων των ψηφοφόρων δηλώνουν ότι τώρα θα ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία. Μιλάμε για τουλάχιστον 225.000 από εκείνους που ψήφισαν Τσίπρα τον Σεπτέμβριο του ’15, οι οποίοι τώρα λένε πως θα ψηφίσουν Μητσοτάκη.
Σε απλά λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τους έχει εξασφαλισμένους τους παλαιότερους ψηφοφόρους του για να μπορεί να υπολογίζει σε αυτούς. Σε ακόμα πιο απλά, η συσπείρωση που κατέγραφαν οι έρευνες για το ΠΑΣΟΚ πριν από τις εκλογές του 2012 ήταν ακόμα πιο μικρή, άρα και… ελπιδοφόρα, αλλά τελικά το ναυάγιο δεν αποφεύχθηκε, οι ψηφοφόροι είχαν φύγει.
Και όσοι εμφανίζονται βέβαιοι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να πάθει κάτι ανάλογο, διότι είναι πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία, κομίζει το «νέο» και άλλα τέτοια ρομαντικά, ας αναρωτηθούν αν πίστευε κανείς ότι το ΠΑΣΟΚ θα έχανε μέσα σε δυόμισι χρόνια το 70% των ψηφοφόρων του.
Σε κάθε επίκληση της χαμηλής συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει και ο όρος αποσυσπείρωση που ίσως μάλιστα να ανταποκρίνεται καλύτερα στην πραγματικότητα, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς τι συμβαίνει σε μια κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων που στο τέλος κατευθύνεται –από ένστικτο ή ιδιοτέλεια ή και τα δύο– προς τον νικητή.
Αυτό που λείπει από την παρούσα εξίσωση είναι η ύπαρξη ενός πολιτικά πιο εύρωστου ΚΙΝΑΛ, αλλά και αυτό μπορεί να δημιουργηθεί στα ξαφνικά. Εφόσον τα πάει καλά στις αυτοδιοικητικές –όπου ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένεται να εξαφανιστεί– και πλησιάσει το διψήφιο στις ευρωεκλογές, κανείς δεν ξέρει για πού θα το βάλουν οι άλλοι μισοί των Συριζαίων του ’15.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News