H αλήθεια είναι ότι πάνε πολλά πολλά χρόνια από τότε που διάβασα τη «Μεγάλη Χίμαιρα». Αδυνατώ να ανακαλέσω τα συναισθήματα μου, πλην όμως δύναμαι να βεβαιώσω ότι, τότε, δεν απέδωσα στον Καραγάτση τη μομφή του σεξισμού —νομίζω ότι η λέξη δεν υπήρχε στο κοινό λεξιλόγιο. Δεν πρέπει να με ενόχλησε ούτε το στίγμα του πατριαρχισμού καθώς, πριν καμιά σαρανταριά χρόνια, αυτές οι γωνίες έμεναν στο σκοτάδι, δεν τις φώτιζε κανείς.
Τέλος πάντων, η «Χίμαιρα» ήταν συμβατή με τα ήθη της εποχής. Διάβαζα πρόσφατα για τον «Γιάννη τον φονιά» κατά τον, μελοποιημένο από τον Χατζιδάκι, Γκάτσο. Το 1956 μαχαίρωσε μέχρι θανάτου την άπιστη γυναίκα του. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο, πλην όμως ατιμώρητο. Δηλαδή μόνο που δεν ξέθαψαν τη δύσμοιρη για να τη διαπομπεύσουν ως μοιχαλίδα.
Θα έχετε αντιληφθεί την έντονη συζήτηση που διεξάγεται στα social με αφορμή ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στη Lifo, δια του οποίου η συντάκτρια μέμφεται τον Καραγάτση για σεξισμό και μισογυνισμό. Οσοι θύμωσαν μαζί της, υπενθύμισαν ότι κάθε έργο πρέπει να κρίνεται με βάση τα δεδομένα της εποχής του κλπ. Εντάξει. Ομως αυτό δεν αναιρεί το δικαίωμα του οποιουδήποτε να βρίσκει αποκρουστικές τις γραμμές που αράδιασε η πένα του Καραγάτση. Και είναι απολύτως λογικό μία νέα γυναίκα να φρίττει πιάνοντας το βιβλίο στα χέρια της. Αυτό που μου φαίνεται εντελώς παράλογο είναι να λιθοβολείται ωσάν βλάσφημη που έπιασε επί ματαίω στο στόμα της το όνομα του Κυρίου. Κάποιος δεν γουστάρει Καραγάτση. Ε, και; Τι έγινε δηλαδή; Γιατί πρέπει να χαλάσει ο κόσμος;
Ειλικρινά αδυνατώ να καταλάβω τι είναι αυτό που προκαλεί όχληση. Δεν αναγνωρίζουμε σε κάποιον το δικαίωμα να απορρίπτει τον Καραγάτση; Μήπως μας ενοχλεί που τόλμησε να το εκφράσει δημοσίως; Τι στο καλό; Η ατομική αισθητική και η προσωπική γνώμη πρέπει να τίθενται συνεχώς στην κρίση του μεγάλου λαϊκού δικαστηρίου; Κάποτε υπήρχε η λογοκρισία που έπεφτε ως σκιά πάνω στην ελευθερία του λόγου. Και τότε μπορούσες να πεις ό,τι σου γουστάρει για τον Καραγάτση. Τώρα δεν μπορείς.
Τώρα οφείλεις να είσαι πολύ προσεκτικός. Αν η άποψη σου απέχει αρκετά από το συμβατικό πλαίσιο, το πιθανότερο είναι να κατηγορηθείς ως «woke μαζορέτα». Αν πάλι ελέγχεται ως συντηρητική, θα είσαι «ακροδεξιό σκουπίδι». Και η χολή θα στάξει ως καυστικό υγρό που σημαδεύει το πρόσωπο. Διότι αν η υπό κρίση άποψη προέρχεται από ευρέως αναγνωρίσιμο πρόσωπο, τότε η μομφή δεν θα περιοριστεί στη διατυπωθείσα γνώμη, αλλά στο βίο και στην πολιτεία του. Ολοι διαβάζουμε τι γράφεται στα σχόλια των αναρτήσεων στην κοινωνική δικτύωση. Και είναι πραγματικά να απορείς πώς, ακόμα και από συγκροτημένους, μορφωμένους σχολιαστές, εκτοξεύεται τόσο δηλητήριο εναντίον ανθρώπων τους οποίους ούτε καν γνωρίζουν. Εννοείται ότι το πιο τοξικό δηλητήριο παράγεται από εκείνους που αυτοπροσδιορίζονται στον «ευρύτερο προοδευτικό χώρο». Προφανώς προέρχεται από τη δίκαιη οργή και λειτουργεί ως καύσιμο για τον όμορφο αγώνα.
Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους που αποφεύγουν να εκφέρουν γνώμη στα social επειδή όσα θα ακολουθήσουν τους προκαλούν δυσφορία. Πράγματι, εν προκειμένω «η κόλαση είναι οι άλλοι». Γενιές και γενιές αγωνίστηκαν για την ελευθερία του λόγου που τώρα εμμέσως υπονομεύεται από τους ίδιους τους ανθρώπους. Τι είναι αυτό που μας προκαλεί δυσανεξία στην αντίθετη άποψη, στη θέση που δεν συμβαδίζει με τις προσωπικές μας αντιλήψεις; Είναι η φύση, η ιδιοσυγκρασία ή η παιδεία μας; Προφανώς είναι και τα δύο. Από το ανθρωποφαγικό Χ, όπου η ανωνυμία συχνά παράγει βοθρολύματα, μέχρι το, κάπως πιο πολιτισμένο, Facebook, η ελευθερία του λόγου αναμετράται με την επιθετικότητα των άλλων, ενίοτε και με τα ταπεινότερα των ενστίκτων τους. Και όλα αυτά, όχι για κάτι που κάνεις. Αλλά για κάτι που λες, για κάτι που σκέφτηκες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News