Ο Κυριάκος την έχει δει μπαμπάς. Εχοντας για λαό ένα πιτσιρίκι που σήμερα τρέμει, διότι γύρω απ’ το σπίτι καραδοκεί ένας μπαμπούλας και αύριο το ξεχνά, κάνοντας παράτολμες ή παρορμητικές εξόδους, ο μπαμπάς το καθίζει κάθε δεύτερη μέρα σε μια καρέκλα απέναντί του και του κάνει κατήχηση. Με ύφος ήρεμο μεν αλλά αποφασιστικό, του λέει πράγματα που ο μικρός ήδη ξέρει. Δεν έχει σημασία, η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως και συνειδητοποίησης.
Πρόκειται για ενδιαφέρον κοινωνικό και πολιτικό πείραμα, προφανώς μέσα σε ειδικές συνθήκες. Κάτω από άλλες περιστάσεις, ο ατίθασος και σαρκαστικός Ελληνας δεν θα ανεχόταν πρωθυπουργικά διαγγέλματα κάθε σαράντα οκτώ ώρες και μάλιστα με ύφος pater familias. Ο ηγέτης-πατερούλης δεν ήταν ποτέ δημοφιλής ρόλος στην Ελλάδα. Τώρα, κάθε που τον βλέπουν στην τηλεόραση να στέκεται μόνος απέναντί τους, πέφτει ησυχία στην ομήγυρη και άπαντες κρέμονται απ’ τα χείλη του.
Σωπαίνουν, διότι πρώτα απ’ όλα περιμένουν να ανακοινώσει κάτι σκληρότερο απ’ όσα ισχύουν σήμερα. Αν την Πέμπτη το βράδυ ανακοίνωνε ολική απαγόρευση της κυκλοφορίας σ’ όλη τη χώρα, ένα 80% των ακροατών του θα αναστέναζε ανακουφισμένο και το υπόλοιπο 20% δεν θα έβγαζε άχνα. Για σκεφτείτε το ίδιο πράγμα πριν απο δέκα χρόνια. Άλλοι καιροί, άλλος λαός. Το γεγονός ότι αντί να μοιράσει απαγορεύσεις προτίμησε να μοιράσει ακόμα περισσότερα οκτακοσάρια, δείχνει τη μέθοδό του.
Ο Κυριάκος παίζει πινγκ-πονγκ ανάμεσα στον ρόλο του μπαμπά και στον ρόλο του πατέρα. Σκληρός και αποφασιστικός εκεί που θεωρεί ότι πρέπει, στοργικός και καθησυχαστικός εκεί που βλέπει ότι χρειάζεται. Και μόνο το γεγονός ότι στο διάγγελμά του χρησιμοποίησε εικόνες, σαν το «στην Ιταλία δεν έχουν φέρετρα να θάψουν τους νεκρούς», αρκεί. Με εικόνες μιλούν στα παιδιά.
Το ένα δάκτυλό του είναι υψωμένο μπροστά στα μάτια του μικρού σ’ ένα νεύμα σχεδόν απειλητικό, ενώ το άλλο χέρι χαϊδεύει το νεανικό κεφάλι καθησυχαστικά. Το νεύμα λέει «σε παρακολουθώ, μην κάνεις καμιά θανάσιμη βλακεία» και το χάιδεμα συμπληρώνει «μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ για σένα». Οι περιορισμοί και οι καραντίνες είναι η βίτσα, τα γλυκόλογα, τα επιδόματα, τα βοηθήματα και οι απαλλαγές είναι η καραμέλα. Έτσι κάνουν όλοι οι νουνεχείς μπαμπάδες και πατεράδες αυτού του κόσμου για να ελέγξουν τα ατίθασα βλαστάρια τους.
Κι εμείς, τα βλαστάρια, πώς τον κοιτάμε άραγε κάθε που βγαίνει στην τηλεόραση και αρχίζει τις παραινέσεις; Ειλικρινά δεν ξέρω. Ξέρουμε ότι είμαστε μεγάλοι για μπαμπά, αλλά έχουμε και τον εσωτερικό φόβο ότι χωρίς πατέρα που επιβάλλει κανόνες στο σπίτι, αυτό κινδυνεύει να γίνει ρημαδιό. Όχι εξαιτίας μας (ασφαλώς) αλλά εξαιτίας των άλλων αδελφιών μας που δρουν ανεύθυνα. Οπότε, θέλουμε να υπάρχει στιβαρή ηγεσία. Κάποτε όλα αυτά τα στιβαρά, τα θεωρούσαμε αυταρχικά και ψιλοφασιστικά, τώρα το ξανασκεφτόμαστε, δίχως να το βροντοφωνάζουμε.
Αν –χτύπα ξύλο– είχαμε τίποτα ανίκανους, αναποφάσιστους ή παλαβούς στο τιμόνι της χώρας, θα νιώθαμε όλοι μας ετοιμοθάνατοι. Αυτό το γλιτώσαμε. Κι αν κάποιος δεν γουστάρει διόλου τον Μητσοτάκη, θεωρεί ηγεσία του στον Τσιόδρα με τον Κυριάκο εκτελεστικό βραχίονα του λοιμωξιολόγου. Oλα τακτοποιούνται εντός μας όταν ζορίζεται η κατάσταση. Κι όταν λήξει αυτή έκτακτη ανάγκη; Ε, τότε θα αποφασίσουμε τη μοίρα του μπαμπά-πατέρα Κυριάκου. Συνήθως ως πιτσιρικάδες ακουμπάμε πάνω στην πατρική φιγούρα, ως έφηβοι την απορρίπτουμε και ως μεγάλοι επανεκτιμούμε την αξία της.
Σε ποια ηλικιακή φάση θα βρισκόμαστε όταν όσα ζούμε σήμερα γίνουν ανάμνηση; Εξαρτάται από το πόσο θα έχουμε γεράσει στον χολεριασμένο καιρό του κορονοϊού.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News