Κάθε χρόνο στην Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας συνηθίζω να αναρτώ φωτογραφίες των επωνύμων θηλυκών που αποτελούν πηγή έμπνευσης στη ζωή μου. Η Κέιτ Μπους, η Ανι Λένοξ, η Βίβιαν Λι, η Ελλη Λαμπέτη, η Αρίθα και άλλη μια χούφτα δισδιάστατων (καθώς δεν τις γνωρίζω προσωπικά), αλλά αυτόφωτων γυναικείων προτύπων παρελαύνουν στον τοίχο μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Χαριτωμένο, κυρίως διανθισμένο με τα απαραίτητα likes από τις διαδικτυακές τις φίλες μου, αλλά υπερβολικά στιλιζαρισμένο για μια ημέρα που την σκέψη μονοπωλεί η εικόνα της ιδανικής γυναίκας.
Ο μυθιστορηματικός κολλητός μου, Σέρλοκ Χολμς, βρήκε τη δική του στο πρόσωπο της Αϊρίν Αντλερ, της μοναδικής γυναίκας που ξεγέλασε τις ορθολογικές αρετές του. Διάφοροι πραγματικοί φίλοι επιχειρούν να με πείσουν ότι το έτερο –εν γάμω– ήμισυ τους είναι η κοντινότερη σε αυτούς εκδοχή της αναδυόμενης Αφροδίτης και της Αθηνάς που βγήκε από το κεφάλι του Δία, λες και είχε τρισδιάστατο εκτυπωτή. Μπορεί να έχουν δίκιο, ή μπορεί απλά προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους.
Φέτος είχα την ιδέα να το πάρω ανάποδα. Αντί για την ιδανική γυναίκα –που έχει στολίσει τη ζωή μου κι ας είναι καλά όπου κι αν είναι σήμερα–, σκέφτηκα να ιχνηλατήσω το πρότυπο του άνδρα που δεν χρειάζεται μία μέρα του χρόνου για να δείξει την εκτίμησή του στη γυναικεία φλόγα. Το αρσενικό που όχι μόνο αγαπά τις γυναίκες, αλλά και τις πιστεύει και τις θαυμάζει – όπως θαυμάζουμε κάτι που ξεφεύγει από την ζώνη άνεσης μας. Εκείνον που προσπαθεί να τις καταλάβει, να μπει μέσα στο μυαλό τους αποφεύγοντας τον πειρασμό της χειραγώγησης. Υπάρχει, άραγε τέτοιος τύπος; Αν ναι, μακάρι να τον είχα φίλο.
Η διαφυγή από τα στερεότυπα της ανδρικής σκέψης είναι δυσκολότερη από όσο φανταζόμαστε. O χαμηλής καταγωγής Τζορτζ Κίτρετζ λατρεύει και θαυμάζει την κακομαθημένη αριστοκράτισσα Τρέισι Λορντ (που ερμηνεύει με φινέτσα η γεμάτη μπρίο Κάθριν Χέπμπορν) στην κλασική κομεντί «The Philadelphia Story» του επονομαζόμενου και «σκηνοθέτη των γυναικών», Τζορτζ Κιούκορ. Είναι, όμως, ο επίσης αριστοκράτης Σι Κέι Ντέξτερ Χέιβεν (ο απολαυστικός Κάρι Γκραντ) αυτός που τελικά την κερδίζει. Ο λόγος; Την αντιμετωπίζει «μετωπικά» ως ίση, την αγαπά με όλα της τα ελαττώματα, δεν την προσκυνά σαν απόμακρη θεά, όπως ο Τζορτζ.
Είναι, λοιπόν, ο κ. Χέιβεν το πρότυπο του ιδανικού άντρα που θα μπορούσε να βρει στη διαδρομή της μια γυναίκα; Ισως – με την περίσσια δόση αυθαιρεσίας που πάντα επιβάλουν οι γενικεύσεις. Και πάλι, όμως, η αριστοκρατική καλλιέργεια, η γοητεία και το εγγενές χιούμορ του χαρακτήρα του Κάρι Γκραντ φαίνονται πια κάπως παρωχημένα για τη γενιά του μετα-φεμινισμού. Επιχειρώντας να προσωποποιήσω τον σύγχρονο άντρα που είναι σε θέση να τικάρει τα περισσότερα πιθανά «θέλω» της σύγχρονης Εύας, οδηγούμαι περιέργως αβίαστα σε μια άλλη μυθοπλαστική φιγούρα.
Κυρίες και κύριοι, σας παρουσιάζω (ή, σας θυμίζω, αναλόγως των τηλεοπτικών σας γνώσεων) τον κ. Χανκ Μούντι. Ζει στο Λος Αντζελες και είναι ο κλασικός καλλιεργημένος, ευπαρουσίαστος, ψιλο-παρακμιακός, ημι-αλκοολικός 40άρης συγγραφέας. Και σχεδόν καμία γυναίκα στο διάβα του δεν μπορεί να του αντισταθεί. Εξαίρεση στην ατελείωτη λίστα κατακτήσεων του αποτελεί μόνο η πρώην (και, ενδεχομένως μελλοντική) σύζυγός του και μητέρα της έφηβης κόρης του. Η Κάρεν, όμως, κινείται μονίμως περιμετρικά γύρω του. (Ασχετο: πού να γνώριζε ο δημιουργός του χαρακτήρα της, Τομ Καπίνος, την εννοιολογική σημασία του ονόματος «Κάρεν» στην φυλετική διελκυστίνδα της σημερινής αμερικανικής κοινωνίας…)
Αυτό που κάνει τον Χανκ να ξεχωρίζει σαν γάτα Αγκύρας από την αρσενική μάζα της εποχής του, είναι ένα χαρακτηριστικό σχεδόν αδιανόητο για τους σύγχρονους άρρενες (του υπογράφοντος συμπεριλαμβανομένου) – σε ευθεία ερώτηση του τύπου «τί ζητάς από τις γυναίκες;», η ειλικρινής απάντησή του είναι: «απολύτως τίποτα». Εξηγούμαι: Δεν υπάρχει στρέιτ άντρας στον κόσμο που να μην επιζητά κάτι απτό, έστω και υποσυνείδητα, από τις γυναίκες που γνωρίζει. Και ο Χανκ, προφανώς, αναζητά την κλασική επιβεβαίωση των κατακτήσεων του. Η διαφορά είναι ότι ούτε το απαιτεί, ούτε το προβάλλει, ούτε το εκμαιεύει συνειδητά από τα θηλυκά που γοητεύει.
Η μέθοδος προσέγγισής του με τις γυναίκες που τον ενδιαφέρουν φαντάζει μυθιστορηματικά απλή. Τις γοητεύει με την ευφυία και το χιούμορ του, ακούει προσεκτικά τις απαντήσεις τους σαν συγγραφέας (που είναι) σε έρευνα για τον επόμενο γυναικείο χαρακτήρα του βιβλίου του, δεν τις κολακεύει ποτέ και, εφόσον του προκύψει σεξουαλική συνεύρεση, τις απολαμβάνει ικανοποιώντας τες. Με άλλα λόγια, τις κατακτά χωρίς να δείχνει ότι το επιδιώκει. Οσο απλό ακούγεται, τόσο πραγματικά δύσκολο είναι.
Ναι, ξέρω, η γυναίκα έχει ανασφάλειες και κατά βάθος γουστάρει τον άνδρα-κυνηγό που θα την καταδιώξει εμμονικά, μπλα, μπλα, μπλα. Ο Χανκ, όμως, δεν τροφοδοτεί τις ανασφάλειες της, δεν τον ενδιαφέρει να κολακέψει το εγώ της. Αυτή που το κατανοεί ενστικτωδώς και αποφασίζει να απολαύσει μια μη αποκλειστική επαφή μαζί του, αποχωρεί πάντα με ένα απροσποίητο χαμόγελο στα χείλη. Εκείνη που τον ερωτεύεται με μονογαμικές διεκδικήσεις, απλά μελανιάζει ελαφρώς τον εγωισμό της, καθώς επί επτά συναπτές σεζόν, ο Χανκ δείχνει ερωτευμένος μόνο με την μητέρα του παιδιού του.
Το «Californication» ξεχωρίζει από τον συρφετό των «dramedy» της αμερικανικής TV γιατί αμφισβητεί την παραδοσιακή και επικυρίαρχη σύνδεση των εννοιών του έρωτα και της μονογαμίας. Η Κάρεν παραμένει ερωτευμένη με τον Χανκ για μια επταετία γεμάτη διαζύγια, επανασυνδέσεις, χωρισμούς, εξαφανίσεις, υπαρξιακά άγχη της κόρης τους και απολαυστικό σεξ με το σταγονόμετρο. Της παίρνει λίγα χρόνια για να χωνέψει τον –κατά Χανκ– διαχωρισμό του αληθινού έρωτα από την έμφυτη ερωτική του περιέργεια για το γυναικείο φύλο, αλλά όταν καταφέρνει να απαλλαγεί από τα κοινωνικά στερεότυπα της απολύτως καταστροφικής ζήλιας της, απολαμβάνει επιτέλους τον «παραμυθένιο έρωτά» της.
Αδυνατώ να φανταστώ (και δεν έχω ακόμα γνωρίσει) τηλεθεάτρια από την ηλικία της εφηβείας μέχρι τα -ήντα, που να έχει βρει αντίδοτο στην γοητεία του Χανκ Μούντι. Μπορεί να τον βρίσκει υπερφίαλο, υπερβολικά παρακμιακό, ελευθεριάζοντα, ή ασυνεπή για τα γούστα της, αλλά η γοητεία παραμένει ακλόνητη. Ενας ευφυής, γοητευτικός άνδρας που τολμά να εκφράσει τον θαυμασμό του για το γυναικείο φύλο χωρίς ίχνος ιδιοτέλειας, γίνεται ευκολότερα από όσο φανταζόμαστε αντικείμενο γοητείας και πρότυπο συμπεριφοράς.
Η πραγματική γοητεία μιας απελευθερωμένης γυναίκας συναντάται περισσότερο στις κρυφές επιθυμίες των ενστίκτων της και λιγότερο στις ομολογούμενες επιθυμίες του παραγωγικού της DNA και των ανασφαλειών που κουβαλάει απ’ την κούνια. Και ένας τύπος σαν τον Χανκ είναι το απόλυτο πολυεργαλείο που ξεκλειδώνει αυτή την γοητεία.
Αιρετική άποψη, βγαλμένη από εγχειρίδιο πολυγαμικού εργένη; Πιθανώς. Αλλά ίσως αξίζει να γίνει τροφή για σκέψη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News