Στα τέλη του 1988 και ενώ ήδη ψηνόταν το σκάνδαλο Κοσκωτά, το ΠΑΣΟΚ του άρρωστου Ανδρέα (που μόλις είχε επιστρέψει από το Χέρφιλντ) έβαινε κατά κρημνών. Το έδειχναν οι πρωτόγονες τότε δημοσκοπήσεις, το φανέρωναν όλα τα μηνύματα από την κοινωνία. Ο Παπανδρέου μάζεψε το Εκτελεστικό Γραφείο του Κινήματος (που επί 15 χρόνια έκανε θαύματα), για να δουν πώς μπορούν να αντιστρέψουν την κατάσταση. Επρόκειτο για μια παροιμιώδη συνεδρίαση, στην οποία Γεννηματάς, Άκης, Λαλιώτης, Πεπονής, Μένιος, Αλευράς και άλλοι πρωτοκλασάτοι της εποχής εξάντλησαν όλη τους την ικανότητα σε βαθυστόχαστες αναλύσεις και σε ρηξικέλευθες προτάσεις. Στο τέλος ήρθε η σειρά της Μελίνας. Αυτή τους κοίταξε με εκείνο το ανεξιχνίαστο γυναικείο της βλέμμα και αρκέστηκε σε μια σπαρακτικά τελεσίδικη διαπίστωση μόλις τεσσάρων λέξεων: «Δεν αρέσουμε πια, πρόεδρε».
Δεν ξέρω αν η φράση αυτή λέει κάτι στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ που έχει βαλθεί να αντιγράψει και να κληρονομήσει το παλαιό κραταιό ΠΑΣΟΚ, θα ‘πρεπε όμως. Βεβαίως, αισθητικού περιεχομένου αποφθέγματα σαν κι αυτό της Μελίνας δεν συνηθίζονται στην καθ’ ημάς Αριστερά. Αν και ιστορικά μυημένη στην εφεύρεση συνθημάτων προς τις μάζες, ουδέποτε κατάφερε να συμπυκνώσει σε λίγες ουσιώδεις φράσεις τις δικές της εσωτερικές αδυναμίες. Μιλούν πολύ εκεί μέσα χωρίς να λένε τίποτα, είναι γνωστό αυτό. Όταν όμως όλες οι μαρξιστικές αναλύσεις τους και όλα τα αριστερά τους τσιτάτα αποδεικνύονται ανίκανα να εξηγήσουν τους λόγους της διαρκούς δημοσκοπικής καταβύθισης τους, τότε η καταφυγή στα βιωματικά λόγια μιας ηθοποιού που διέπρεψε στην πολιτική ίσως να αποδεικνυόταν λυτρωτική για αυτούς.
Τα γράφω αυτά με αφορμή τις δύο νέες δημοσκοπήσεις των ημερών: Metron Analysis για το Mega και PULSE για τον ΣΚΑΪ, οι οποίες επιβεβαίωσαν αυτό που φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού. Την διατήρηση της μεγάλης διαφοράς μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ (16,4% και 16%) παρά τα πρωτόγνωρα προβλήματα που διαχειρίζεται η κυβέρνηση, όχι πάντα με επιτυχία. Το τρομερό είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν κερδίζει, αλλά αποδεικνύεται ανίκανος ακόμα και να παραμείνει σταθερός. Πέφτει. Το ίδιο και ο Τσίπρας προσωπικά. Καταντά πια μονότονο να μιλάμε για αυτά, ζούμε πετρωμένο το ίδιο ακριβώς σκηνικό εδώ και σχεδόν δυο χρόνια. Τα πάντα αλλάζουν γύρω μας, εκτός από τα δημοσκοπικά δεδομένα.
Λέω το λοιπόν πως ίσως ήρθε η ώρα εκεί στην Κουμουνδούρου να αφήσουν τις πολυπλόκαμες και πολυεπίπεδες αναλύσεις, να πάψουν να συμπεριφέρονται σαν πολιτικό εκκρεμές που πηγαιονοέρχεται αδιάκοπα από τον αριστερό ριζοσπαστισμό στην ήπια σοσιαλδημοκρατία, να κάτσουν γύρω από ένα τραπέζι και σεμνά-σεμνά να ομολογήσουν στον εαυτό τους αυτό που κάποτε εκστόμισε η Μελίνα. «Δεν αρέσουμε πια». Θα είναι η αρχή της αυτολύτρωσης τους. Οπως ο χρόνιος πότης που επιτέλους ομολογεί τον αλκοολισμό του ή ο παλαιός αριστοκράτης που αναγνωρίζει πια τον ξεπεσμό του, όλα θα γίνουν ξάφνου ευκολότερα. Θα κοιταχτούν στο καθρέφτη και πρώτη φορά θα αντικρύσουν τον πραγματικό τους εαυτό. Τότε θα ξέρουν τι να κάνουν.
Το προτείνω χωρίς να ελπίζω ότι θα το αποδεχτούν ποτέ. Θα επιμένουν στα ίδια και στα ίδια μέχρι να ξανατρακάρουν πάνω σε ένα εκλογικό σώμα που τους έχει απομυθοποιήσει πλήρως, που δεν επιθυμεί να τους ξαναδώσει ευκαιρία. Ξέρετε γιατί δεν θα το κάνουν; Διότι όταν κάποιος ομολογεί ότι δεν αρέσει πια, τότε αποδέχεται ότι πέρασε ο καιρός του. Ότι γέρασε και πρέπει να αποσυρθεί.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News