Μήπως η κρίση δεν είναι πλέον ευκαιρία για την κυβέρνηση;
Μήπως η κρίση δεν είναι πλέον ευκαιρία για την κυβέρνηση;
Αν η διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη διακρίνεται για κάτι, αυτό είναι η ικανότητα διαχείρισης της χρόνιας έκτακτης κατάστασης που λίγο-πολύ επικρατεί από το 2020 έως και σήμερα. Μια, κατά τα φαινόμενα ανιαρή, πρωθυπουργική θητεία, όπως διαφαινόταν τον Ιούλιο του 2019, κατέληξε να μοιάζει με διαρκή αγώνα επιβίωσης – ευρύτερα για το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία: Πρώτα ο Εβρος και η αντιμετώπιση της υβριδικής απειλής από την Τουρκία. Εν συνεχεία η πανδημία του κορονοϊού και οι οικονομικές επιπτώσεις των lockdown. Μετά, η κρίση διαρκείας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς και οι πολυεπίπεδες επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Το εκλογικό αποτέλεσμα του 2023, αρκετά μεγάλη έκπληξη για πολλούς, ήταν απόρροια όλων των παραπάνω. Η Νέα Δημοκρατία μπορούσε να εγγυηθεί τη σταθερότητα και την ασφάλεια της χώρας, ανεξαρτήτως των διεθνών εξελίξεων, αλλά και να βελτιώσει τους δείκτες της οικονομίας. Από ένα σημείο και μετά, όμως, και ειδικά αφότου άρχισαν να εμπεδώνονται, αφενός οι άστοχοι χειρισμοί στην τραγωδία των Τεμπών, αφετέρου η δυναμική της ακρίβειας που κλονίζει τα νοικοκυριά, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει.
Η κυβέρνηση αναζητούσε αγωνιωδώς πολιτικό αφήγημα, αστόχησε στις ευρωεκλογές του περυσινού καλοκαιριού και, καθώς μέχρι σήμερα τίποτα δεν λειτουργεί, προκειμένου να επανέλθει σε τροχιά αυτοδυναμίας επαναφέρει στον δημόσιο διάλογο το διακύβευμα της σταθερότητας: είναι μόνο η ΝΔ αυτή που μπορεί να προστατεύσει τη χώρα από τις ασύμμετρες επιπτώσεις της νέας εποχής.
Η δυσκολία της συγκυρίας μετά την εκλογή Τραμπ και την αλλοπρόσαλλη πολιτική της Ουάσινγκτον είναι αυταπόδεικτη. Ομως το κυβερνητικό επιχείρημα θυμίζει πλέον περισσότερο απειλή και όχι ευκαιρία. «Αν κάποιος με ρωτούσε να σχολιάσω πριν από κάποιους μήνες ποιες είναι οι μεγάλες εθνικές μας προτεραιότητες, θα του απαντούσα απλά: μα τι άλλο από το να υλοποιήσουμε το κυβερνητικό μας πρόγραμμα;» είπε την Παρασκευή στην Κοινοβουλευτική Ομάδα ο Κυριάκος Μητσοτάκης και αμέσως μετά ανέδειξε το βασικό του επιχείρημα: «Σήμερα, ωστόσο, θα προσέθετα ότι, δίπλα στην υλοποίηση των δεσμεύσεών μας, οφείλουμε, πρώτα και πάνω απ’ όλα να κρατήσουμε ασφαλές το σκάφος της πατρίδας μας σε αυτά τα ταραγμένα νερά».
Μια κοινωνία επιζητεί, και κυρίως επιβραβεύει τη σταθερότητα, όταν τα επιμέρους αιτήματά της έχουν υλοποιηθεί, έστω σε κάποιο βαθμό. Καθώς όμως, έξι χρόνια μετά την εκλογή της ΝΔ, χωρίς ουδείς να παραγνωρίζει την πρόοδο που έχει καταγραφεί σε συγκεκριμένους τομείς, η κυβέρνηση αποδεικνύεται ότι αδυνατεί να καλύψει βασικές ανάγκες των πολιτών, τότε η σταθερότητα δεν είναι το πρώτο ζητούμενο.
Η ακρίβεια όχι μόνο δεν περιορίζεται, αλλά ουδείς μπορεί να γνωρίζει πώς θα λειτουργήσει η επιβολή των δασμών ευρύτερα στην ελληνική οικονομία. Το επιχείρημα ότι αυτή είναι «θωρακισμένη» έχει ακουστεί ατυχώς και στο παρελθόν. Κάθε χρόνο στις έρευνες της κοινής γνώμης οι Ελληνες δηλώνουν κατά πλειοψηφία δυσαρεστημένοι από το ΕΣΥ. Η δε εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς –και δη στη Δικαιοσύνη– γκρεμίζεται όλο και περισσότερο. Η αγορά σπιτιού για τους νέους παραμένει μακρινό όνειρο, ενώ η ταλαιπωρία στους δρόμους και στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς είναι πλέον κανονικότητα για όλους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συγκάλεσε το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής προκειμένου να εξεταστεί η «εθνική αντίδραση απέναντι στη διαφαινόμενη οικονομική κρίση». Παρότι ακούγεται μεγαλεπήβολη, είναι μια κίνηση απαραίτητη. Περισσότερο απαραίτητη όμως είναι η ενασχόληση με την καθημερινότητα και τα δυσεπίλυτα προβλήματα που προαναφέρθηκαν. Διότι αν αυτά παραμείνουν ως έχουν, αυτό που θα συμβεί όταν ενσκήψει πιθανώς μια διεθνής οικονομική κρίση θα είναι χαοτικό αλλά και επικίνδυνο: αν σήμερα το πολιτικό σύστημα μοιάζει κατακερματισμένο, αργότερα θα φτάσει στο όριο της θραύσης.
Είναι εύκολο για οποιαδήποτε κυβέρνηση παγκοσμίως, σε μικρό χρονικό διάστημα, να αντιμετωπίσει παραλλήλως και με επιτυχία δύο τόσο σοβαρά μέτωπα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό; Προφανώς όχι, αλλά τουλάχιστον ως πρώτο βήμα θα πρέπει να δείξει ότι συνειδητοποιεί την πραγματικότητα. Δυστυχώς, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν υπάρχουν τέτοια σημάδια. Ο πολιτικός λόγος παραμένει επικεντρωμένος στα σύμβολα, στη θωράκιση της ταυτότητας και στην ανάδειξη της ιδεολογίας, ενώ σαφέστατα λείπει η έμφαση στην πράξη. Ενδεικτικά όσα ακούστηκαν τελευταία για τις Ενοπλες Δυνάμεις, αλλά και η σπουδή επικαιροποίησης του νόμου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.
Ακόμα και στην τραγωδία των Τεμπών, η κυβέρνηση, και κυρίως το διακριτικό επικοινωνιακό σύστημα που απασχολείται σχεδόν μονοθεματικά με την αποδόμηση του λαϊκού αισθήματος, επιχειρούν πάση θυσία να καταρρίψουν τον «μύθο της συγκάλυψης». Το κοινωνικό αίτημα, όμως, ξεπερνά την ύπαρξη ή μη παράνομου φορτίου στην αμαξοστοιχία. Σχετίζεται άμεσα με τον εκσυγχρονισμό του κράτους και των υποδομών, αλλά και με το ξήλωμα της παλαιοκομματικής νοοτροπίας που οδήγησε εν έτει 2023 στη μετωπική σύγκρουση δύο τρένων. Τι έκανε για όλα αυτά από εκείνη τη μοιραία νύχτα έως και σήμερα η κυβέρνηση;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ένα μεγάλο δώρο στα χέρια του: την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η αντιπολίτευση. Αν όμως φτάσει στις εκλογές του 2027 επαναπαυόμενος σε αυτό, τότε μάλλον θα βρεθεί αντιμέτωπος με εκπλήξεις – σίγουρα αρκετά μακριά από τον στόχο της αυτοδυναμίας που εξασφαλίζει, σύμφωνα με το δικό του αφήγημα, την πολυπόθητη σταθερότητα. Στα 200+5 χρόνια ελληνικής ιστορίας δεν θα βρει κανείς παραδείγματα που οι εκλογές κρίθηκαν από τη διεθνή συγκυρία ή την εξωτερική πολιτική. Είναι οι εξελίξεις στο εσωτερικό που καθορίζουν την πολιτική συνθήκη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Μήπως η κρίση δεν είναι πλέον ευκαιρία για την κυβέρνηση;
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.