Πρέπει να χάσεις κάτι για να καταλάβεις πόσο το θέλεις, λένε. Στην περίπτωση των social media, πρέπει να τα χάσεις για να καταλάβεις πόσο σε θέλουν αυτά. Και πόσο αριστοτεχνικά σε έχουν αλυσοδέσει επάνω τους και σε έχουν κάνει δέσμιο της ύπαρξής τους.
Το κατάλαβες ένα βράδυ, όταν πήγες να ανοίξεις το Facebook και το Instagram και δεν μπορούσες. Προσπάθησες ξανά μερικές φορές ακόμα, προτού το πάρεις απόφαση ότι δεν φορτώνει τίποτα εκεί μέσα. Μια ελαφριά κρίση πανικού μπορεί να την αισθάνθηκες. Μπορεί να έβγαλες και άναρθρες κραυγές εκείνη την ώρα της συνειδητοποίησης ότι ο εικονικός κόσμος σου βυθίστηκε στο σκοτάδι των αλγόριθμων, σε ένα blackout που μοιάζει εξίσου, αν όχι περισσότερο, τρομακτικό από το άλλο, του ηλεκτρισμού. Γιατί παίρνει μαζί του ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής σου.
Παίρνει το βασικό μέσο επιβεβαίωσής σου, τα likes. Παίρνει τη δυνατότητα αυτοπροβολής σου, τις selfies. Παίρνει τα φίλτρα ωραιοποίησης που (νομίζεις ότι) σε κάνουν πιο ενδιαφέρον άτομο. Παίρνει τα φλερτ και τις φιλίες του inbox. Τους παράνομους έρωτες, που μόνο εκεί μέσα βρίσκουν πεδίο δράσης. Παίρνει ακόμα και την επαγγελματική δυναμική σου, εκείνη που έχτισες με εργατοώρες αναρτήσεων σε επαγγελματικά προφίλ και σελίδες. Αν είσαι η Ιωάννα Τούνη, κλαις για μερικές χιλιάδες ευρώ που χάνεις με αναρτήσεις οι οποίες δεν είναι δυνατόν πια να ανέβουν στο προφίλ σου. Αν είσαι η Κάιλι Τζένερ, κλαις για μερικά εκατομμύρια.
Ξέρεις, βέβαια, ότι θα φορτώσει το ρημάδι κάποια στιγμή. Οι άνθρωποι πίσω από τους αλγόριθμους το παλεύουν για εσένα. Για να σε επαναφέρουν στην εικονική σου κανονικότητα. Γιατί δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτήν. Λάθος, εκείνοι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς εσένα. Η μετοχή της Facebook, διαβάζεις, κατά το διάστημα του blackout, υπέστη απώλειες της τάξης του 5%… Σιγά! Οι πραγματικές απώλειες βρίσκονται εκεί που ο χρήστης θα καταλάβει ότι υπάρχει ζωή εκτός social media.
Εκεί που ξαφνικά θα ανακαλύψει ξανά τα αδιάβαστα βιβλία της βιβλιοθήκης του, τις ταινίες, τα χόμπι, την επικοινωνία με τους αληθινούς ανθρώπους, εκείνους που βρίσκονται δίπλα του, και όχι στο inbox. Εκεί που θα ανακαλύψει τη ζωή εκτός οθόνης. Φαντάζει πια σενάριο επιστημονικής φαντασίας, ε;
Είμαι σίγουρη ότι όλοι μας, το βράδυ της Δευτέρας, ανακαλύψαμε για λίγο κάτι από τον ξεχασμένο, αληθινό, κόσμο, για να καλύψουμε τον χρόνο της αναμονής. Εκείνον που δεν περνούσε με τίποτα ή, μάλλον, που κυλούσε κάπως διαφορετικά μέσα στην αμηχανία μας. Δεν κράτησε πολύ όμως.
Κοιμηθείτε, δεν θα πάρει (μπρος), είπαμε κάποια στιγμή στον εαυτό μας και κλείσαμε τα μάτια, αφού προηγουμένως κάναμε μια τελευταία προσπάθεια, μπας και φορτώσουν τα προφίλ μας. Κάποιοι από εμάς μπήκαν στο Twitter για να μη μείνουν εντελώς χαρμάνηδες, για να αστειευτούν, να γκρινιάξουν. Ο πόνος για τα social είναι πιο υποφερτός όταν μοιράζεται με άλλα social. Και το άλλο πρωί ξυπνήσαμε με την εικονική μας κανονικότητα αποκατεστημένη. Τι ανακούφιση, ήταν απλώς ένα κακό όνειρο. Ή μήπως το κακό όνειρο είναι αυτό στο οποίο επανερχόμαστε;
Τι τα θέλετε; Ετσι κι αλλιώς, έχουμε μπερδέψει τον εικονικό κόσμο με τον πραγματικό. Καλά ξεμπερδέματα.
ΥΓ. Το περιέγραψε εύστοχα μια χρήστρια του Twitter: «Το “Facebook έχει πέσει’’ είναι μια υπόθεση. Το “Facebook έχει πέσει και οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να το φτιάξουν γιατί έχουν κλειδωθεί έξω από το κτίριο και δεν μπορούν και να μιλήσουν μεταξύ τους επειδή έχει πέσει το Facebook’’, είναι πιο αστείο από κάθε αστείο που μπορεί να γραφτεί».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News