Καθ΄οδόν για την Πλατεία Νερού τα διαχρονικά προβλήματα: αδιανόητη κίνηση, πορεία στο Κέντρο, ταξί που δεν σου δίνουν απολύτως καμία σημασία (όπως εκείνες τις παλιές, προ κρίσης ημέρες), κτλ. Στη στάση του λεωφορείου, στις αρχές της Συγγρού, συναντώ δυο τουρίστες που επίσης ψάχνουν να βρουν τρόπο να φτάσουν εγκαίρως στη συναυλία των Pulp: εκείνος από το Λονδίνο, εκείνη από τη Βόρεια Ιρλανδία.
To 550 δεν περνάει με τίποτα –θα έχει σκαλώσει στην πορεία–, έτσι σκαρφίζομαι το εξής. Λέω στους τουρίστες –κυρίως σε εκείνη που, παρότι GenXer και αυτή (ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό), είναι με κοτσιδάκια και σορτς– να κάνουν το «δόλωμα» για να βρούμε όλοι μαζί ταξί (εγώ είμαι μαζί με μια φίλη).
Πράγματι, με το που βλέπει ο πρώτος ταρίφας «σέξι τουρίστρια» έχουμε βρει μεταφορικό. Θα προλάβουμε τελικά και τους Smile! Εντυπωσιασμένος με την αποδοτικότητα του τεχνάσματος, ο Λονδρέζος μου δίνει το τηλέφωνό του για να φύγουμε μετά το πέρας της συναυλίας κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Στην είσοδο του συναυλιακού χώρου παραταγμένα τα T-shirt με το logo των Pulp. Τυχαίνει να έχω ακόμα ένα από τη δεκαετία του ’90, τόσο άφθαρτο («Δεν τα φτιάχνουν πια έτσι» με κοροϊδεύει ένας φίλος), που το έχει πάρει η κόρη μου στο φοιτητικό της σπίτι στη Θεσσαλονίκη.
Θυμάμαι μάλιστα πως όταν ανακοίνωσα πέρυσι το καλοκαίρι στους φίλους μου στο fb ότι έχω πλέον κόρη φοιτήτρια, μια φωτογραφία της με το αθάνατο μπλουζάκι των Pulp είχα ποστάρει (χωρίς να φαίνεται, βέβαια, πρόσωπο, καθότι «κρυπτοτεχνοφοβική» και εγώ, όπως λίγο πολύ κάθε σωστός εκπρόσωπος της γενιάς μου).
Τους Pulp τους είχα δει πρώτη φορά στις 16 Ιουλίου 1998, 26 χρόνια πριν δηλαδή, στη Φρεαττύδα. Προσπαθώ να θυμηθώ τον εαυτό μου τότε. Αντ’ αυτού θυμάμαι την ετυμολογία της λέξης «κλεψύδρα» (νομίζω ότι την άκουσα σε κάποια πρόσφατη ξενάγηση στο ΕΜΣΤ): «κλέφτης του ύδατος», με άλλα λόγια «κλέφτης του ρέοντος χρόνου».
Θα μας θυμίσει τη Φρεαττύδα και ο ίδιος ο 61χρονος Τζάρβις Κόκερ, ο τραγουδιστής των Pulp, όταν θα βγει κατά τις 11 και τέταρτο στη σκηνή, θαλερός και με σακάκι (παρά τον καύσωνα). Είχε, λέει, «φάει» πολλή άμμο στο Rockwave· είχε, φαίνεται, διαολεμένο αέρα εκείνο το βράδυ.
Εκείνο το βράδυ που φαντάζει εν έτει 2024 πολύ μακρινό, γιατί ήμασταν 20κάτι και δεν είχαμε ακόμα ζήσει όλες τις απώλειες, τις ματαιώσεις και τα πάσης φύσεως σκαμπίλια που επεφύλασσε η μοίρα στην καλοζωισμένη γενιά μας. Μιλάω για τη «Γενιά Χ», αυτή που κακήν κακώς στριμώχτηκε ανάμεσα στους boomers και στους millennials (τη γενιά της Μεταπολίτευσης και της κρίσης, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους). Μιλάω δηλαδή χονδρικά για όσους είναι σήμερα 40-55 ετών.
Oσο για αυτή τη συναυλία των Pulp, την 547η της καριέρας τους, τώρα, εδώ στο Release Athens 2024, τελικά είναι πάνω από όλα ένα εορταστικό ταξίδι στον χρόνο. Οχι μεμψίμοιρο, πικρό ή στείρα νοσταλγικό. Ο ίδιος ο Κόκερ το ξέρει καλά και παίζει με αυτό. «Δεν είναι καλύτερα σήμερα από ό,τι ήταν τότε;» θα ρωτήσει κάποια στιγμή, ενώ κάποια άλλη φροντίζει να δούμε τον νεαρό, οστεώδη εαυτό του να παρελαύνει στο video wall – «παιδάκι ήταν!» λέει μια κοπέλα δίπλα μου. «Γιατί, εμείς τι ήμασταν δηλαδή τότε;», της απαντάει μια άλλη.
Το δίωρο μεθυστικό διαγενεακό πάρτι τελειώνει με τελευταίο encore το «Razzmatazz». Ο Τζάρβις Κόκερ μας καλεί να χειροκροτήσουμε ένα-ένα τα μέλη της μπάντας του (όλοι τους, γυναίκες και άνδρες, μεσήλικοι ασπρομάλληδες με ρυτίδες, κοιλίτσα κ.λπ). Η αλήθεια είναι ότι νιώθω μια σουβλιά όταν λέει από σκηνής ότι θα τα ξαναπούμε.
Καθώς αποχωρούμε από τον συναυλιακό χώρο βλέπω μια γυναίκα, ασφαλώς συνομήλική μου, να τεντώνεται κράζοντας σπαρακτικά: «Ωχ, η μέση μου». Εύχομαι να μη βλαστημάω και εγώ για τον επόμενο μήνα το μη σώφρον χοροποδητό αυτής της βραδιάς. «Ηelp the aged» («Βοήθησε τους ηλικιωμένους»), που λέει και ένα άλλο τραγούδι των Pulp – ευτυχώς δεν το είπαν απόψε.
Το επόμενο πρωί ο κόσμος είναι ο ίδιος – με μια ακόμη απώλεια, του Ντόναλντ Σάδερλαντ, για τον οποίο όλοι θα θρηνούν για μια μέρα στα σόσιαλ. Τυχαίνει τα παιδιά και ο σύζυγός μου να λείπουν από το σπίτι, η μητέρα μου παίρνει τηλέφωνο να περάσω να πάρω φαΐ, νιώθω –για λίγο– σαν τον νεαρό εαυτό μου που είχε λιώσει στο cd player το «Different Class» των Pulp.
Νομίζω πως ταιριάζει σε αυτό το λίγο παραληρηματικό κείμενο –λόγω ελαφρού hangpover και έντονου πιασίματος σε όλο το σώμα– για τη συναυλία των Pulp στις 20 Ιουνίου 2024 κάτι που είχε γράψει ο Ρίλκε.
«Αχ, λογαριάζουμε τα χρόνια και ορίζουμε περιόδους εδώ κι εκεί και σταματάμε και ξεκινάμε και διστάζουμε στο ενδιάμεσο […] Εμείς ουσιαστικά αρκεί μονάχα να υπάρχουμε, λιτά όμως επίμονα, έτσι όπως η γη είναι εκεί, συγκατανεύοντας στις εποχές, φωτεινή και σκοτεινή».
Το διάβασα για να με πάρει ο ύπνος όταν γύρισα στο σπίτι από το Φάληρο, στις 3.30 το πρωί παρακαλώ, αποκαμωμένη και πανευτυχής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News