Εξω από τη δικαστική αίθουσα ένας εξοργισμένος δικηγόρος φώναζε απευθυνόμενος σε ένα πηγαδάκι που είχαν φτιάξει συνάδελφοί του. «Να έρθει εδώ ο κ. Φλωρίδης να διαπιστώσει ιδίοις όμασι τα χάλια. Οχι από καθέδρας… όχι από καθέδρας», φώναζε με μάλλον σοφολογιότατο ύφος και λεξιλόγιο. Οι υπόλοιποι κατένευαν με ένα βαθύ κούνημα του κεφαλιού, ενώ κάθε τόσο έριχναν μια ματιά στο κινητό τους. Δεν κοίταζαν τα ηλεκτρονικά τους μηνύματα ή τις ειδήσεις κάποιας ενημερωτικής ιστοσελίδας, την ώρα κοίταζαν. Ηταν 11:45 πια, οπότε είχαν συμπληρώσει ήδη δύο ώρες όρθιοι έξω από την αίθουσα του Εφετείου Κακουργημάτων. Το δικαστήριο είχε διακόψει στις 9:45 «για ένα τέταρτο», όμως είχε ήδη περάσει ένα δίωρο αναμονής, απραξίας και εκνευρισμού.
Το θέμα τους δεν ήταν οι δύο ώρες αυτές καθαυτές, υποθέτω πως τέτοιες διακοπές είναι συνηθισμένες σε μαζικές δίκες για βαριά αδικήματα. Ηταν το γεγονός ότι οι δικηγόροι αυτοί (μαζί με πολλούς ακόμα ανθρώπους απροσδιόριστης ιδιότητας) περίμεναν τις δικές τους δίκες, που στο πινάκιο έξω από την αίθουσα είχαν αριθμό 3 ή 5 ή 9, έως και το 12. Η δίωρη διακοπή όμως αφορούσε τη δίκη που στο πινάκιο ήταν νούμερο ένα. Της οποίας ήταν η πρώτη-πρώτη μέρα. Με κάπου 12 (αν μέτρησα καλά) κατηγορούμενους και πάνω από 30 μάρτυρες. Με το δεκαοκτάμηνο της προφυλάκισης κάποιων από τους κατηγορούμενους να λήγει σε λιγότερο από μήνα. Οπότε η δίκη έπρεπε απαξάπαντος να προχωρήσει, τα αδικήματα ήταν πολύ βαριά για να βρεθούν ελεύθεροι. Θα την κοπανήσουν.
«Οπότε γιατί βάζουν άλλες 12 δίκες στη συνέχεια εφόσον αυτή δεν πρέπει να διακοπεί;» ξαναρωτούσε ο εκνευρισμένος συνήγορος της δίκης νούμερο 3 ή 5, θα σας γελάσω. Δίκιο είχε ο άνθρωπος. «Και γιατί κάνουν διακοπή δυο ώρες;» ρώτησα εγώ ο αφελής. Αναμενόμενο ήταν να εισπράξω εγώ την οργή του δικηγορικού κόσμου εν αναμονή. «Διότι πέντε από τους κατηγορούμενους δεν έχουν συνήγορο και το δικαστήριο ψάχνει να βρει. Που όταν τους βρει, λογικό είναι να ζητήσουν αναβολή μέχρι να ενημερωθούν. Διότι κανένας διευθυντής φυλακών που ξέρει ότι επίκειται η δίκη των κρατουμένων του δεν τους ρώτησε, ώστε να ενημερώσει εγγράφως και να έχουν οριστεί συνήγοροι νωρίτερα». Τώρα ήμουν εγώ ο άσχετος που κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά.
«Και αυτό είναι το λιγότερο σοβαρό» πετάχτηκε ένας τρίτος, δικηγόρος προφανώς και αυτός. «Ψάχνουν και τέσσερις διερμηνείς της αραβικής. Οι κατηγορούμενοι είναι Σύριοι, Αιγύπτιοι, Αλβανοί και Ελληνες. Οι μισοί δεν μιλούν γρι ελληνικά. Τους ήξεραν, φυσικά, αλλά ουδείς φρόντισε να βρεθούν διερμηνείς πριν έρθουμε στην αίθουσα. Τώρα ψάχνουν. Αν βρουν, να μου τρυπήσουν τη μύτη. Τέσσερα χρόνια τώρα έχουμε έλλειψη διερμηνέων, τώρα θέλουν να τους βρουν μέσα σε ένα εικοσάλεπτο. Κατά τα άλλα, όλο αλλάζουμε τον Ποινικό Κώδικα και το υπουργείο βγάζει φετφά για επιτάχυνση των δικών».
Δεν ξαναμίλησα, τι να έλεγα άλλωστε; Σπάνια παρευρίσκομαι σε δικαστικές αίθουσες, ιδέα δεν έχω πώς μπορεί να φτιάξει αυτό το πράγμα που, εμπειρικά ζώντας το, με εξόργισε. Αν μια δίκη στα πρώτα 45 λεπτά της βρίσκεται μπροστά σε τόσες αντινομίες, παραλογισμούς και καθυστερήσεις, τι θα επακολουθήσει άραγε όταν μπει στο ψητό της υπόθεσης;
Δύο παρατηρήσεις ακόμα. Πριν ξεκινήσει η δίκη, μια γραμματέας κουβάλησε τους φακέλους της υπόθεσης δεμένους με σπάγκους και τους τοποθέτησε σε ντάνες σε κάθε θέση δικαστή. Οταν είδα τον όγκο τους, νόμισα ότι παρευρίσκομαι σε μετακόμιση υποθηκοφυλακείου, η κάθε ντάνα ήταν ένα μέτρο στο ύψος. Πόσο απλούστερο και διαφορετικότερο θα ήταν να έχουν μπει όλα αυτά τα χειρόγραφα σε έναν υπολογιστή; Δεύτερη παρατήρηση: Μου έκανε εντύπωση η απελπισία ενός αστυνομικού που στεκόταν πίσω από το πηγαδάκι μας, που μια στιγμή δεν άντεξε και μίλησε. «Τι να πω κι εγώ που δύο κατηγορούμενοι είναι φυλακισμένοι στο Μαλανδρίνο και θα τους κουβαλώ από Θεσσαλονίκη κάθε φορά που θα ορίζεται δικάσιμος;» Αυτό, πάλι;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News