Το έχουν περάσει όσες θέλουν ν’ αποκτήσουν παιδί και δεν μπορούν, αλλά και όσες μπορούν αλλά δεν θέλουν. Μια ερώτηση, που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, από συγγενείς και φίλους, αλλά κι απ’ τον γνωστό που έχεις να δεις τρία χρόνια και συναντάς τυχαία στη γωνία: «πότε θα κάνεις ένα παιδάκι;». Άλλες φορές δεν υπάρχει καν το ερωτηματικό: «Κάνε ένα παιδάκι!» Και άλλες φορές, υπάρχουν αποσιωπητικά, συνοδεία αμπελοφιλοσοφιών: «Ένα παιδάκι μωρέ, ο σκοπός της ζωής…» (λες και ξέρεις τι σκοπό έχει ο καθένας στη ζωή του). Και άντε, άμα είσαι απ’ αυτές που δεν θέλουν, τους πετάς την άρνηση στη μούρη και τελειώνεις. Αμα όμως θες και δεν μπορείς, τι να τους πεις;
Πάντα θεωρούσα αγένεια να ρωτάς μια γυναίκα τις προθέσεις της περί μητρότητας. Αγένεια, αλλά και βλακώδη απερισκεψία μαζί, γιατί κάνοντας ερωτήσεις και ανοίγοντας συζητήσεις γι’ αυτό το θέμα, τη φέρνεις σε δύσκολη θέση. Ειδικά όταν δεν μένει άτεκνη από επιλογή, της πατάς και τον κάλο. Και απορώ με όσους ρωτούν, δεν μπορούν αλήθεια να υποθέσουν ότι υπάρχει η πιθανότητα, εκείνη που ρωτούν, να προσπαθεί και να μην μπορεί; Δεν καταλαβαίνουν ότι ενδεχομένως ξύνουν πληγή; Και δεν νιώθουν, τέλος πάντων, πόσο αδιάκριτο είναι ν’ ανοίγεις τέτοιες κουβέντες;
Στην περίπτωση βεβαίως των επώνυμων άτεκνων κυριών, δεν τίθεται λόγος βλακώδους απερισκεψίας, ούτε αθώας αφέλειας. Τους κάνουν σκόπιμα ερωτήσεις περί μητρότητας και σκαλίζουν εσκεμμένα το θέμα, μέχρι να φτάσουν την άλλη στο σημείο να τους πει τι χάπι εξωσωματικής παίρνει και πόσα δάκρυα έχει χύσει πασχίζοντας για μια εγκυμοσύνη.
Όπως στην περίπτωση της Μαρίας Μπεκατώρου. Νομίζω ότι σ’ ένα σεμινάριο για το πώς χειρίζονται τα μίντια το ζήτημα «μητρότητα που δεν έρχεται», εκείνη θα φέρουν ως παράδειγμα. Προσπαθώ να θυμηθώ μια συνέντευξή της, στην οποία να μην έχουν θίξει το θέμα «παιδί», και δυσκολεύομαι. Εδώ και χρόνια την ρωτούν και την ξαναρωτούν, σχεδόν σαδιστικά πια, προκειμένου ν’ αναμοχλεύσουν το οτιδήποτε σχετικά με την προσπάθειά της να κυοφορήσει και πόσο της έχει κοστίσει.
Κι εκείνη βέβαια, τους λέει και τους ξαναλέει. Ή μάλλον τους έλεγε και τους ξαναέλεγε, μέχρι που αποφάσισε να βάλει ένα όριο. Και σε πρόσφατη συνέντευξή της (στο κυπριακό περιοδικό Tupomania) δήλωσε ενοχλημένη για το γεγονός ότι τη ρωτούν το ίδιο πράγμα συνέχεια επί μια δεκαετία, και είπε ότι δεν θα ξαναμιλήσει για το θέμα, μιας και θέλει να ηρεμήσει σ’ αυτό το κομμάτι της ζωής της: «Είναι λίγο καταπιεστικό να απαντάς συνέχεια σε κάτι που δεν υπάρχει», είπε.
Λίγο-πολύ, οι περισσότερες που έχουν υποστεί αυτή την δημοσιογραφική ανάκριση, έχουν φτάσει στο σημείο να εκνευριστούν. Θυμάμαι και την Κατερίνα Λέχου. Κάποτε την είχαν ρωτήσει για εκατοστή πέμπτη φορά γιατί δεν έκανε παιδί, και αφού έδωσε μια απάντηση, η δημοσιογράφος επιμένοντας, τη ρώτησε γιατί δεν υιοθέτησε: «Μη μου ξανακάνετε αυτή την ερώτηση. Εμένα δε με λυπάστε, λυπηθείτε τους ακροατές» είπε η κυρία Λέχου.
Περισσότερο βέβαια πουλάει μια εγκυμοσύνη που δεν έρχεται. Εκεί μπαίνει στη μέση και το προσωπικό δράμα, και μπορείς να πουλήσεις το θέμα κάτω από συγκινητικούς τίτλους: «συγκλονίζει η τάδε με το παιδί που δεν έρχεται» κτλ. Θα μπορούσε κάποιος να πει βεβαίως, ότι τέτοιες εξομολογήσεις φέρνουν στο προσκήνιο ένα θέμα, το οποίο βασανίζει πολλές γυναίκες, και δίνουν αφορμή για να συζητηθεί δημοσίως. Εντάξει, αλλά έως ένα βαθμό. Όταν η άλλη έχει πει και ξαναπεί ότι προσπαθεί αλλά δεν μπορεί ν’ αποκτήσει παιδί, και συνεχίζουν να τη ρωτούν, είναι φως φανάρι ότι δεν το κάνουν για λόγους ευαισθητοποίησης του κοινού, αλλά γιατί πουλάει και το ξεζουμίζουν.
Έτσι όμως μπήγουν το μαχαίρι εκεί που δεν θα έπρεπε να το μπήγουν. Και δεν βασανίζουν μόνο τον άνθρωπο τον οποίο ρωτούν. Ανατροφοδοτούν και το ταμπού που λέει ότι μια γυναίκα είναι ατελής χωρίς παιδιά.
ΥΓ. Εννοείται ότι έβαλα επίτηδες αυτόν τον τίτλο. Είδατε πόσο άκομψος φαίνεται;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News