728
Λεπτομέρεια της ελαιογραφίας του Γκούσταβ Κλιμτ «Die drei Lebensalter» (1905) | Galleria Nazionale d'Arte Moderna

Μάνες και κόρες – και ένα «ουφ!»

Ρέα Βιτάλη Ρέα Βιτάλη 7 Μαΐου 2022, 23:30
Λεπτομέρεια της ελαιογραφίας του Γκούσταβ Κλιμτ «Die drei Lebensalter» (1905)
|Galleria Nazionale d'Arte Moderna

Μάνες και κόρες – και ένα «ουφ!»

Ρέα Βιτάλη Ρέα Βιτάλη 7 Μαΐου 2022, 23:30

— Είναι ακριβώς όπως την περιέγραψα στο πρώτο βιβλίο μου η σχέση πατέρα – κόρης. Στον μπαμπά «μου» αναλογούν απλόχερα όλοι οι μπαλαντέρ. Τι έρωτας! Τυφλός. Oλα τα παραβλέπεις. Oλα τα εξιδανικεύεις. Το παρατηρώ στις εγγονές μου. Ενώ η σχέση μαμάς – κόρης… Ιδίως στα δικά μας χρόνια που δεν τους ζούσαμε τους πατεράδες. Ολα, θαρρείς, λειτουργούσαν για την άφιξη του άγνωστου «Θεού». «Ησυχα, ο πατέρας σας είναι κουρασμένος», «Μην ακούσω κιχ, ο πατέρας σας κοιμάται». Και πάντα μια απειλή: «Κοίτα μην το μάθει ο πατέρας σου» ως το ύψιστο του φόβου. Τα θυμάμαι και χαμογελάω. Πέθανε στα 39 του χρόνια. Εφηβη εγώ. Ασ’ τα. Μια τρυπάρα να! 

— Τη θυμάμαι τη στιγμή. Ημασταν στη θάλασσα τη δική «μου». (Βεβαίως και έχω δική μου θάλασσα). Απέναντί μου το Ξώμπουργκο και ένα σύννεφο πανέμορφο, ανταριασμένο, σβέλτο, ήρθε και καρφώθηκε στην κορφή του. Λες και με τον ίδιο τρόπο καρφώθηκε κάτι στα δικά μου σύννεφα και ένας κόμπος στάθηκε επίσης. Γύρισα την κοίταξα. Στην ίδια θάλασσα κολυμπούσαμε αλλά η κάθε μια είχε τη δική της πλεύση. Πάντα μου άρεσε το μυτάκι της, ψηλωμένο όμορφα. Με διασκέδαζε να την παρατηρώ στη θάλασσα. Σε ετοιμότητα κύματος. Σκιαγμένη αστεία. Παλιά έλεγα ότι ήταν που έμαθε κολύμπι μεγάλη. Εκείνη τη στιγμή, όμως, ένιωσα στην ψυχή μου το βλέμμα της. Δεν ήταν πια «σκιαγμένη αστεία» αλλά εσαεί σκιαγμένη. Ολη της η ζωή επιφύλασσε ένα κύμα από το πουθενά. Και μπορεί να ρούφαγε τη χαρά μέχρι το μεδούλι… Τόσο, που κι αν δεν είχε χαρά, την εφεύρισκε, τη δημιουργούσε αλλά ποιος ξεγελάει την ψυχή του απόλυτα;

Το μυαλό το ξεγελάς, την ψυχή; Εκεί, σε εκείνο το σημείο πήρα την απόφαση να γράψω το πρώτο βιβλίο μου: «Κάποτε θα γράψω ένα βιβλίο». Να μιλήσω, να μιλήσει, να μιλήσουμε. Οταν της το παρέδωσα, το διάβασε αμίλητη. «Τόσες αλήθειες θα πούμε;» με ρώτησε με τα μάτια της να συγκρατούν δάκρυα. Το κατάφερε μέχρι το τέλος. «Τα δάκρυά που δεν κύλησαν ποτέ», τα θυμάμαι. Και συνέχισε ενώ εγώ πάλευα μια απάντηση που δεν της είχα «Είναι τόσο ωραίο, δεν θα σε εμπόδιζα ποτέ να το εκδώσεις. Προχώρα Ρεάκι».

Οσο ζω, θα της το χρωστάω. Είμαι περήφανη για τη μαμά μου όπως μου φανερώθηκε. Λες και κοντοσταθήκαμε δίπλα δίπλα δυο αυτοκίνητα, μου χαμογέλασε και με άφησε να προσπεράσω. Ουφ! Τι ανακούφιση! Το έχω ζήσει και με τα παιδιά μου. Είναι το πιο ευλογημένο να ζήσει μάνα. Να σε προσπερνά το παιδί όμορφα, να κυλάει η ταχύτητά του. Βρουμ! Πάει… Δική του διαδρομή! Τι συναίσθημα πληρότητας. Βρουμ! Ξέρω κάθε λεπτό της προσπέρασής τους. Με το Λιλάκι ήταν σε ένα φανάρι. Ο καρκίνος μου ήταν η ευλογία μου να τη δω ακόμα βαθύτερα. Πώς ενεργεί. Την ποιότητά της, το μυαλό, την παιδεία της. Μα όταν παράγινε η σύνδεση… Δεν αντιστοιχούσε τόση επιπλέον «ενηλικίωση» σε ευσυνείδητο ενήλικα… Δική μου δουλειά ήταν η αρρώστια. Σ’ εκείνο το φανάρι, όπως την είχα δει νωρίτερα να καρφώνει τις ταχύτητες, της είπα: «Ευχαριστώ για ό,τι έκανες για μένα. Είμαι έτοιμη να ξαναγίνω μαμά σου». Τι ωραία στιγμή αξιώθηκα! Βρουμ! Εφυγε. Και τον Αριστείδη θυμάμαι. Κι εκείνον σε φανάρι. Στο Παρίσι, όπως έσπρωξε το χέρι μου, ενώ ασυναίσθητα το άπλωσα να τον προστατεύσω. Βρουμ! Και τον Κώστα θυμάμαι. Να καβαλάει το ποδήλατο εκείνο το πρωί στη Χάγη και να λέει: «Κάντε με τον μπαμπά ό,τι θέλετε. Θα βρεθούμε το βράδυ». Βρουμ! Πάει. 

Σας έγραψα για το πρώτο βιβλίο μου. Κι ενώ που λέτε έγραφα, έγραφα, έγραφα… Εβγαιναν, έβγαιναν, έβγαιναν. Σε εκείνο το «έβγαιναν», θυμάμαι την πρώτη μου συνάντηση με τον ψυχαναλυτή μου. Δεν έχει λογική να ψάχνουμε τα ταξίδια μας, πού θα πάμε, τι αξιοθέατα να μη χάσουμε… Και το ταξίδι της ζωής μας; Ετσι θα το ξεπετάξουμε; Το βιβλίο έπρεπε να συμβαδίσει. Μετά την επίσκεψη και την περισυλλογή που ακολουθεί, πήγα στο σπίτι της. Τα λουλούδια της, η ωραία βεράντα της, πάντα. «Μαμά, θέλω να τα βάλω σε σειρά. Θα με βοηθήσεις;». Και μιλάγαμε, μιλάγαμε, μιλάγαμε. Και τη γνώρισα βαθιά. Τι όμορφα καθάρισαν οι ψυχές μας. Μου είχε πει κάποτε η κόρη μου: «Υπάρχουν άνθρωποι που μιλάνε σε τάφους και άλλοι που μιλάνε σε μάτια». Μιλήσαμε μάτι με μάτι. Τι σπουδαίο αξιωθήκαμε! 

Σαν πολλά να σας αποκάλυψα. Τόσα χρόνια σχέση γραφής μαζί σας. Οσα καταλάβατε, καταλάβατε. Επί της ουσίας, Ημέρα Γιορτής της Μητέρας σήμερα, ήθελα να της πω ότι πολύ την αγαπώ. Πολύ. Και της αξίζει! Ουφ! Διαδρομή βγάλαμε!                     

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...