Η Αθήνα είναι μια πόλη για τους τουρίστες της. Αυτή είναι μια συνθήκη που όλοι γνωρίζουν, ειδικά όσοι την κατοικούν –και την έχουν αποδεχτεί σχεδόν μοιρολατρικά, γιατί ξέρουν ότι δεν γίνεται διαφορετικά. Οι παλιές συνοικίες, η Ακρόπολη, τα μουσεία και η Αγορά, η βόλτα στην Δ. Αρεοπαγίτου, τα φαγάδικα-μπαράκια γύρω από το Μοναστηράκι και το Θησείο βρίσκονται σε κάθε τουριστικό οδηγό που σέβεται τον εαυτό του. Όταν μένεις στην Αθήνα, γνωρίζεις το μοτίβο: υπάρχουν μήνες που οι ντόπιοι στους δρόμους είναι λιγότεροι από τους επισκέπτες και η προσοχή όλων είναι εστιασμένη πάνω τους. Αν οι τουρίστες γοητευτούν αρκετά, θα αδειάσουν το πορτοφόλι τους και θα μοιραστούν στα σόσιαλ μίντια τα πολλά της πρόσωπα. Αποτέλεσμα; Περισσότεροι τουρίστες. Το «Βερολίνο του Νότου», έγραψαν οι ίδιοι οδηγοί την περίοδο της κρίσης για την όχι και τόσο μικρή μας πόλη, όμως αυτή η εποχή πέρασε και τώρα πλέον έχει μπει στα σκαριά το πρότζεκτ «Κάν’ το όπως η Βαρκελώνη». Ασχέτως που ούτε η Βαρκελώνη θέλει πια να είναι Βαρκελώνη και σχεδόν ευγνωμονεί την πανδημία που μείωσε τις τουριστικές ορδές και την έκανε ένα τσικ πιο κατοικήσιμη.
Κάτι ξέρουν οι Βαρκελωνέζοι, που στην Αθήνα μόλις έχουμε αρχίσει να αντιλαμβανόμαστε. Η αναζήτηση σπιτιού προς ενοικίαση στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου (όχι διαμέρισμα πολυτελείας, για αστικό δυαράκι των 70s συζητάμε) σε λογική τιμή βρίσκει μόνο υπερκοστολογημένα υπόγεια, χωρίς καν τις ελάχιστες παρεμβάσεις που απαιτούνται για να είναι ένα σπίτι βιώσιμο το 2021. Τα υπόλοιπα, ακόμα και μέσα στην πανδημία, είτε είναι απλησίαστα οικονομικά είτε εδώ και χρόνια έχουν μετατραπεί σε Airbnb. Η ρύθμιση για τις διαδηλώσεις είχε, υποτίθεται, αποδέκτη και τους κατοίκους του κέντρου, που είχαν κουραστεί να βλέπουν τους δρόμους της πόλης να κλείνουν κάθε τρεις και λίγο για το τίποτα –έτσι έλεγε τότε το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, χρησιμοποιώντας ένα σωστό επιχείρημα και ως μέσο κοινωνικού αυτοματισμού. Κοντεύει ένας χρόνος που το νομοσχέδιο του υπουργείου έγινε νόμος του κράτους. Μεγάλες και μικρές διαδηλώσεις, φυσικά, γίνονται κανονικά, σε όλο το μήκος του δρόμου. Οι δρόμοι, φυσικά, κλείνουν κανονικά. Μαζί κλείνουν κάθε τρεις και λίγο για έναν σωρό άλλους λόγους: για έναν ημιμαραθώνιο, για έναν μαραθώνιο, για μια επίσκεψη ξένου ηγέτη ή ακόμα και υπουργού Εξωτερικών, για ένα συνέδριο, για ένα ινσταλέισιον στην πρόσοψη της Βουλής, ακόμα και για το Ράλλυ Ακρόπολις (!), που για «τουριστικούς λόγους» έπρεπε να γίνει στην πλατεία Συντάγματος. Υπάρχουν εβδομάδες που οι δρόμοι είναι κλειστοί περισσότερες μέρες από αυτές που είναι ανοιχτοί.
Και όταν όμως είναι ανοιχτοί, το κέντρο δεν είναι πια όμορφο να το περπατάς. Οι δρόμοι στα «δύσκολα σημεία» (και όλοι ξέρουμε ποια είναι αυτά) είναι κακοφωτισμένοι, τα πεζοδρόμια σε κακή κατάσταση, οι διαβάσεις αναπήρων μονίμως κλεισμένες από κάποιο παρκαρισμένο αυτοκίνητο. Μπορεί η πλατεία Συντάγματος να γίνει όμορφη όταν επεκταθεί το πεζοδρόμιό της από την πλευρά της Ερμού –μέχρι τότε όμως οι οδηγοί που περνούν από εκεί πρέπει να είναι διπλά προσεκτικοί με τους πεζούς που περιμένουν το λεωφορείο σε ανύπαρκτες στάσεις. Ο Μεγάλος Περίπατος, αφρόντιστος και αναγκαστικά αφημένος στην τύχη του, έχει χαλάσει την εικόνα της Πανεπιστημίου των μεγάλων πεζοδρομιών, απλώς περιμένει το ξήλωμά του. Δεν πέτυχε τον σκοπό του και δεν μιλάμε καν για την απόφαση του ΣτΕ περί των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν για να γίνει το έργο. Αν και πολλά υποσχόμενο, φάνηκε από την πρόσφατη έρευνα του ΑΠΘ ότι απογοήτευσε τους Αθηναίους, στους οποίους υποσχέθηκαν αύξηση του χώρου πρασίνου, κάτι τόσο αισθητικά και ουσιαστικά σημαντικό όσο η πεζοδρόμηση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, και αντ’ αυτού πήραν ζωγραφισμένους δρόμους, ξεραμένους φοίνικες και αισθητά αυξημένη κίνηση.
Τον Ιούλιο του 2020, ύστερα από εβδομάδες μποτιλιαρίσματος λόγω του Περιπάτου, «διαπιστώθηκε» ότι τα αυτοκίνητα είχαν μειωθεί. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι ήταν καλοκαίρι, και όταν άλλαξε η εποχή, τα αυτοκίνητα αυξήθηκαν και πάλι. Κανείς δεν μπορεί να είναι απόλυτα βέβαιος αν η πιλοτική εφαρμογή άλλαξε, έστω, την οδική συμπεριφορά όσων έχουν δουλειά στο κέντρο: λόγω πανδημίας, οι περισσότεροι προτιμούν το δικό τους μέσο από τα μέσα μεταφοράς. Και παράλληλα, ο δακτύλιος που θα έπρεπε να εφαρμόζεται κανονικά μένει ανεπισήμως ανενεργός λόγω κορονοϊού –επιβαρύνοντας και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της πόλης και ενθαρρύνοντας, προφανώς, τη χρήση ΙΧ.
Και βέβαια, άλλα μεγαλεπήβολα έργα βρίσκονται ήδη στα σκαριά, εξαγγέλθηκαν από τον δήμαρχο Αθηναίων –από το μηδέν στο δέκα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εκτέλεσή τους. Μήπως ήρθε η στιγμή να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την πρωτεύουσα όχι μόνο ως εξαγώγιμο προϊόν, αλλά και ως τον δημόσιο χώρο ημών των υπολοίπων, που είμαστε εδώ και στα καλύτερα και στα χειρότερά της;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News