Τα σημάδια πολλά.
Ξύλο μεταξύ τράπερ σε μουσικά βραβεία. Τράπερ; Εκατομμύρια views, χιλιάδες ακόλουθοι, χρήματα που σπαταλώνται με την ίδια ορμή που αποκτώνται, συνοδοί προστασίας.
Αγνωστος κόσμος. Για μένα, να το ξεκαθαρίσω. Και για πολλούς ακόμα, υποθέτω.
Στίχοι που μιλούν με θράσος, σκληρότητα και, στην ακρότητά τους, για παραβατικότητα, για βία, για ναρκωτικά, για σεξισμό.
Περιθώριο… (;)
Ακροατήριο, οι έφηβοι.
Δεν έχεις επαφή με αυτό. Ε και; Δεν παύει να υπάρχει. Αλλά αυτό γίνεται mainstream;
Είσαι λοιπόν εντελώς έξω από αυτό που σήμερα συμβαίνει.
Εσύ που θεωρείσαι «δυναμικό κοινό», που αποτελείς μέρος της opinion leading γενιάς, που νομίζεις ότι αντιλαμβάνεσαι την εποχή σου.
Εκεί που σε καλούν να οραματιστείς και να δράσεις για την ειρήνη, την αειφορία, την ισότητα, την αξιοκρατία, ένας άλλος κόσμος λύνει τις διαφορές του με bullying, βία, επιζητεί την κοινωνική ανέλιξη με ύφος λεηλατούσας πολυτέλειας και αντιμετωπίζει τις γυναίκες (εκούσια ή ακούσια) ως αντικείμενα παντός είδους.
Δεν υπήρχε πάντα ένα τμήμα της κοινωνίας που λειτουργούσε έτσι; Μπορεί. Αλλά γιατί επικρατεί η αίσθηση ότι αυτό σήμερα τείνει να γίνει πιο μαζικό;
Γιατί αισθάνεσαι ότι δεν υπάρχει αντίβαρο στο γρήγορο και εύκολο χρήμα – με όποιον τρόπο το αντιλαμβάνεται ο καθένας – στο θράσος uber alles και στο bullying σε κάθε έκφανση της κοινωνικοποίησης;
Υπάρχει ηθική αναστολή στο «πώς θα τα καταφέρω, για να γίνω πιο δυνατός και να μετράω»;
Και την ίδια ώρα, πώς επικοινωνείς και συναλλάσσεσαι με αυτή τη γενιά, μεγάλο μέρος της οποίας μεγαλώνει εισπράττοντας αυτή την εκδοχή της «επιτυχίας»;
Την ώρα που εσύ έχεις μείνει στην εποχή της ενσυναίσθησης, η κοινωνία περνά στο ένστικτο.
Σε ένα ένστικτο που από τη φύση του βγάζει περισσότερη επιθετικότητα, παρά σεβασμό.
Και με αισθήματα που εμποτίζονται αρνητικά από την κοινωνική ανελαστικότητα και την έλλειψη ερεισμάτων, διεξόδων, κινήτρων.
Πώς λοιπόν συνδέεσαι με τη Generation Alpha που μεγαλώνει ακούγοντας λόγια και εικόνες που «πουλάνε» βία και παραβατικότητα, ως όχημα προς την επιτυχία, ακόμα κι αν αυτό που περιγράφουν δεν ανταποκρίνεται στη δική τους κατάσταση;
Ποιο μάρκετινγκ θα τους πουλήσει, τι προϊόντα; Ποιος πολιτικός χώρος θα τους προσελκύσει; Και ποιος πολιτικός χώρος θα ήθελε ένα τέτοιο ακροατήριο;
Ποιος θα είναι ο εκλεκτικός μηχανισμός αντίληψης που θα αναπτύξουν ωριμάζοντας; Και τι θα θεωρείται politically correct στην περίπτωσή τους;
Αυτό θα είναι το mainstream που θα επικρατήσει;
Και, αν όχι, υπάρχει (πειστικό) αντίβαρο στην άλλη πλευρά;
Ισως. Αλλά αυτό το αντίβαρο εργάζεται σιωπηλά, προσπαθεί και οραματίζεται. Δεν κάνει θόρυβο. Δεν απειλεί. Σέβεται τον διπλανό του, εκτιμά αυτά που έχει και προσπαθεί για περισσότερα, μέσα από την προσωπική του βελτίωση.
Και στο τέλος τι; Τα καταφέρνει; Ή γίνεται μια (θλιβερή) μειοψηφία;
Και μια μέρα εμφανίζεται ο Κούρος Νουρμοχαμαντί Μπαϊγκί. Ενας μαθητής. Οχι mainstream. Ενα παιδί που βρέθηκε σε συνθήκες αντίξοες, όχι απλά για τον στόχο, αλλά για την επιβίωσή του.
Πρόσφυγας από το Ιράν, σε καταυλισμό, σε μια ξένη χώρα, με μια άγνωστη γλώσσα. Με όλα τα προβλήματα που ενέχει κάθε στάδιο.
Μόνος, εκείνος και η οικογένειά του.
Ομως ο Κούρος δεν αισθάνθηκε περιθώριο, απογοήτευση, θυμό. Παρότι όλα αυτά τα συναισθήματα θα δικαιολογούνταν στην περίπτωσή του.
Ο Κούρος έβαλε έναν στόχο, που για κάποιους στη θέση του θα ήταν άπιαστος. Όχι λόγω ικανοτήτων, αλλά λόγω συνθηκών.
Και παρ’ όλες τις αντιξοότητες, η προσπάθειά του στέφθηκε με ξεχωριστή επιτυχία.
Μια επιτυχία που δεν έκανε περήφανο μόνο τον ίδιο, την οικογένεια και τους καθηγητές του, αλλά και όλους εμάς που τον γνωρίσαμε μέσα από τη δημόσια προβολή του.
Και χάρη σε εκείνον και στην προσπάθειά του, στην αφοσίωση σε έναν στόχο που αντικειμενικά είχε τόσες δυσκολίες, διακρίναμε το αντίβαρο.
Ενα αντίβαρο ευγενές, σεμνό και αξιοπρεπές.
Που οραματίστηκε και πέτυχε. Και στη διαδρομή ο Κούρος, αν και αρχικά μόνος, συνάντησε ανθρώπους που τον συνέδραμαν. Τους καθηγητές που τον στήριξαν, τους συμμαθητές που τον αγκάλιασαν και την αρωγή του κράτους, μιας και χρειάστηκε να αποκτήσει άδεια παραμονής εγκαίρως για να μπορέσει να συμμετάσχει στις Πανελλήνιες.
Και όλα αυτά λειτούργησαν. Και η προσπάθεια του Κούρου απέδωσε.
Μπορεί ο Κούρος να αποτελεί εξαίρεση.
Αλλά είναι πολλοί που προσπαθούν για κάτι καλύτερο. Και αυτοί δεν χρειάζεται να είναι ή να αισθάνονται μόνοι. Γιατί η συνδρομή του όποιου περίγυρου, οικογενειακού, κοινωνικού, ακαδημαϊκού, κρατικού, έχει αξία τη στιγμή που κάνουν την προσπάθειά τους.
Και τότε αυτή η προσπάθεια αποκτά τα όπλα για να αποδώσει.
Αλλά ακόμα και αν αυτό δεν συμβεί, κανείς δεν θα νιώσει ότι βρίσκεται στο περιθώριο.
Θα αισθανθεί όμως ότι η κοινωνία διέπεται από την ενσυναίσθηση και όχι από το ένστικτο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News