Ας αρχίσουμε από αυτά που δεν ξέρουμε. Δεν γνωρίζουμε ακόμη τι ακριβώς είναι αυτό που συμβαίνει και πόσο θα διαρκέσει. Θα είναι μια μίνι τραπεζική κρίση δύο εβδομάδων ή μια ιστορία με μεγαλύτερο βάθος και διάρκεια; Προς το παρόν, τόσο οι υπεραισιόδοξοι αναλυτές που διαβεβαιώνουν ότι το φαινόμενο έχει ήδη ελεγχθεί, όσο και οι προφήτες της καταστροφής, όπως ο Νουριέλ Ρουμπινί (που υπαινίχθηκε ήδη μια «Lehman Bothers Ν. 2») μοιάζουν απλά να μιλούν με βάση τον δικό τους αυτοματισμό.
Σε ένα πολύπλοκο πεδίο όπως αυτό των αγορών, όπου οι δρώντες λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό με ανθρώπινα χαρακτηριστικά, όπως ο φόβος και ο πανικός, κάθε πρόβλεψη είναι αυτή τη στιγμή παρακινδυνευμένη. Αυτό που έχουν καταδείξει όλες οι μεγάλες κρίσεις είναι το αυτονόητο: μακάρι να είχες από πριν τη γνώση που αποκτάς εκ των υστέρων. Αλλωστε, αν οι ρυθμιστικές αρχές και οι μεγάλες τράπεζες γνώριζαν τον αντίκτυπο που θα είχε σε όλο τον κόσμο η χρεοκοπία της Lehman Bothers τον Σεπτέμβριο του 2018, δεν θα την είχαν αφήσει ποτέ να καταρρεύσει.
Ας βαδίσουμε λοιπόν με αυτά που ξέρουμε.
Η αναταραχή στις αγορές που άρχισε στις 10 Μαρτίου με την χρεοκοπία της αμερικανικής τράπεζας Silicon Valley Bank δεν έχει κοπάσει. Την Δευτέρα, μετά την εσπευσμένη εξαγορά της ελβετικής Credit Suisse από την UBS, οι αγορές συνέχισαν να κλυδωνίζονται με τις τράπεζες να βρίσκονται στο επίκεντρο. Η Fed, η ΕΚΤ και τέσσερις ακόμη κεντρικές τράπεζες δήλωσαν ότι θα ενισχύσουν τη ρευστότητα για την αποκλιμάκωση της κρίσης. Στο Bloomberg TV, οι αναλυτές κατέγραφαν σε ζωντανή ροή κάθε κίνηση των επενδυτών, μετρώντας και τα σημάδια της ψυχολογίας, όπως η ενίσχυση του χρυσού που θεωρείται ασφαλές καταφύγιο σε φουρτουνιασμένους καιρούς.
Μέσα σε αυτό το ρευστό σκηνικό πώς στέκεται η Ελλάδα; Εχει αλλάξει κάτι σε σύγκριση με την τελευταία φορά που η χώρα μας βρέθηκε να αιωρείται στο κενό, τον Ιούνιο του 2015; Είμαστε «θωρακισμένοι» όπως έλεγε η κυβέρνηση Καραμανλή το 2008, για να καταντήσει η φράση αυτή ανέκδοτο στα δέκα χρόνια της κρίσης; Το 2008 η κρίση άρχισε από τις τράπεζες και πέρασε το 2009 στις χώρες, με διασημότερο θύμα δυστυχώς την Ελλάδα. Το 2015 οι ελληνικές τράπεζες έκλεισαν και επιβλήθηκαν capital controls. H ασύντακτη χρεοκοπία αποτράπηκε με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου.
Είναι διαφορετικά τα πράγματα σήμερα; Ας συνοψίσουμε χωρίς πολλά τεχνικά στοιχεία την εικόνα σε σύγκριση με την τελευταία φορά που αντικρίσαμε την άβυσσο -το καλοκαίρι του 2015- με βάση όσα λένε όσοι μιλούν για εμάς εκτός Ελλάδας, απευθυνόμενοι και στις αγορές.
Μετά το τραυματικό καλοκαίρι του 2015, το κεφάλαιο «Ελλάδα» στις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν (εδώ στη σελ. 82) είχε τίτλο «η αβεβαιότητα αντιστρέφει την οικονομική ανάκαμψη». Η πρώτη παράγραφος της έκθεσης ανέφερε: «Η ελληνική οικονομία δημιούργησε θετική δυναμική το 2014. Ωστόσο, η ανεπιτυχής κατάληξη του δεύτερου Προγράμματος Προσαρμογής (σ.σ.: του δεύτερου Μνημονίου), το δημοψήφισμα τον Ιούνιο του 2015, η τραπεζική αργία που ακολούθησε (σ.σ.: το κλείσιμο των τραπεζών) και η εισαγωγή των capital controls αύξησαν την αβεβαιότητα και επιδείνωσαν τις προοπτικές ανάπτυξης».
Για το χρέος η ίδια έκθεση σημείωνε ότι αναμενόταν να κορυφωθεί στο «199,7% του ΑΕΠ το 2016». Στο τέλος του 2015 ανακεφαλαιοποιήθηκαν για τρίτη φορά οι ελληνικές τράπεζες.
Το 2023 τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Οι χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν (εδώ στις 13/02/2023) επιβεβαίωσαν ότι παρά το διεθνές πληθωριστικό τσουνάμι, η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα κινηθεί πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης -και της ΕΕ- το 2023 και το 2024. Για το χρέος, η Κομισιόν εκτιμά ότι θα υποχωρήσει στο 161,9% του ΑΕΠ το 2023 και περαιτέρω στο 156,9% του ΑΕΠ το 2024.
Σύμφωνα με έλληνες και ξένους ειδικούς, οι τράπεζές μας είναι σήμερα κερδοφόρες, έχουν μειώσει τα «κόκκινα» δάνεια, έχουν τον υψηλότερο λόγο καταθέσεων προς δάνεια στην Ευρώπη, ενώ -ακριβώς λόγω της εμπειρίας της περασμένης δεκαετίας- το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι ιδιαίτερα αυστηρό.
Το καλοκαίρι του 2015 οι οίκοι αξιολόγησης υποβάθμιζαν εκ νέου την Ελλάδα. Το 2023, η τελευταία εκτίμηση ήρθε από τον οίκο Moody’s (17 Μαρτίου) ο οποίος αναβάθμισε σε θετικές τις προοπτικές της Ελλάδας διατηρώντας σταθερή την αξιολόγηση σε Ba3. Ο οίκος σημειώνει την πτωτική πορεία του χρέους (χάρη και στον πληθωρισμό), τις προοπτικές ανάπτυξης και τη «σημαντική μείωση» των κόκκινων δανείων από τις ελληνικές τράπεζες το 2021 και το 2022.
Βεβαίως, όπως έχουμε διαπιστώσει πολλές φορές, τα καλά λόγια από τους οίκους αξιολόγησης μπορούν σε μια νύχτα να μετατραπούν σε αυστηρές προειδοποιήσεις. Ας μην ξεχνάμε δε τους επαίνους για την Lehman Brothers και την αδυναμία τους να εκπέμψουν σήμα κινδύνου το 2008.
Η κατάσταση της οικονομίας και των τραπεζών το 2023 σε σύγκριση με το 2015 μοιάζει να διαφέρει όπως η μέρα με τη νύχτα. Ούτε οι ελληνικές τράπεζες, ούτε η Ελλάδα αποτελούν το «προβληματικό παιδί» στο διεθνές περιβάλλον.
Το γεγονός αυτό μας προστατεύει όσο η νέα αυτή διεθνής τραπεζική κρίση ελέγχεται από εκείνους (ισχυρά κράτη και θεσμούς, με την εμπειρία πια και του 2008) που επιβάλλεται να κινούνται δραστήρια για να σταθεροποιούν την κατάσταση —για να προλαβαίνουν τον πανικό στις αγορές και τη ψυχολογία της αγέλης. Μέχρι τώρα κινούνται σωστά. Αν το πράγμα ξεφύγει (κάτι που -το τονίζουμε- δεν προκύπτει μέρχι στιγμής) και πέσει ο ουρανός στα κεφάλια των υπολοίπων, προφανώς θα πέσει και στο δικό μας.
Γι’ αυτό ένα είναι βέβαιο: η ανάγκη για σταθερότητα, που μέχρι τους σεισμούς στην Τουρκία ήταν εξαιρετικά επείγουσα στο πεδίο της εθνικής ασφάλειας (λόγω της επιθετικότητας του Ερντογάν), επανέρχεται τώρα στο προσκήνιο λόγω των διεθνών οικονομικών εξελίξεων.
Με άλλα λόγια, ενόψει του εκλογικού τριμήνου, καλό θα ήταν οι αρχηγοί όλων των κομμάτων να το λάβουν υπόψη τους —κι ας μην αφορά την Ελλάδα η παρούσα αναταραχή. Επίσης, όποια κι αν είναι η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις διπλές κάλπες, δεν θα πρέπει να ξυπνά στις αγορές τα αντανακλαστικά του τρόμου για τη χώρα μας που επικράτησαν το 2015.
Ακόμη και οι συμβολισμοί έχουν σημασία.
Ας πιάσουμε ένα ακραίο (ας ελπίσει κανείς) παράδειγμα. Η τοποθέτηση πχ. εκ νέου του Γιάνη Βαρουφάκη, από οποιαδήποτε κυβέρνηση σε οποιαδήποτε θέση ευθύνης για τα οικονομικά της χώρας -ο ίδιος δεν απέκλεισε να αναλάβει ακόμη και το υπουργείο Οικονομικών μιλώντας στην ΕΡΤ το περασμένο Οκτώβριο- θα έστελνε ένα ισχυρότατο και πολύ διαπεραστικό σήμα στη διεθνή κοινότητα ότι κινούμαστε ξανά αμέριμνοι προς τη λάθος κατεύθυνση. Ισως ακόμη και ότι μας έλειψε, μετά από οκτώ χρόνια, η θέα του γκρεμού να ανοίγεται κάτω από τα πόδια μας.
Επομένως, ας αρπαχτούν τα κόμματα μεταξύ τους όσο θέλουν αλλά ας μην κάνουν (καθόλου) πλάκα με την οικονομία. Γιατί τη σταθεροποίηση της χώρας την πλήρωσαν με αίμα οι πιο αδύναμοι πολίτες της, σε ένα βάθος 15 ετών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News