566
| CreativeProtagon/Shutterstock

Κάντε κάτι πριν από το επόμενο έγκλημα

|CreativeProtagon/Shutterstock

Κάντε κάτι πριν από το επόμενο έγκλημα

Δεν είμαι θιασώτης της αστυνομικής λογοτεχνίας, ούτε μανιακός τηλεθεατής φρικαλέων αστυνομικών θεμάτων. Οι φόνοι, οι απαγωγές, οι ληστείες, οι μπούκες στα σπίτια και τα μαφιόζικα ξεκαθαρίσματα στον δρόμο, αν δεν με αφήνουν αδιάφορο, σίγουρα δεν με συγκλονίζουν. Φροντίζω βέβαια να μη βρεθώ πρωταγωνιστής σε κάτι τέτοιο, έχω πόρτα ασφαλείας, αλλάζω κλειδαριές κάθε δυο-τρία χρόνια, έχω συναγερμό και κάμερες στο σπίτι μου, αλλά στο άκουσμα τέτοιων ειδήσεων δεν καταφεύγω σε εύκολες γενικεύσεις του τύπου «Σικάγο γίναμε». Πάντα επιμένω να λέω ότι η ανθρώπινη φύση διαθέτει και τέτοιες ακραίες εκδοχές, αλλά και να σκέφτομαι ότι τέτοια πράγματα συνέβαιναν ανέκαθεν στις ανθρώπινες κοινωνίες, απλώς δεν τα μαθαίναμε τόσο εύκολα, γρήγορα, λεπτομερειακά και δραματοποιημένα.

Ελα όμως που δεν σκέφτονται όλοι έτσι γύρω μου. Το διαπιστώνω μιλώντας με φίλους, γνωστούς, συγγενείς και συναδέλφους ή ως απλός ωτακουστής τυχαίων συζητήσεων στα διπλανά τραπέζια της καφετέριας όπου πάω καθημερινά για τον καφέ μου. Κάτι έχει συμβεί τον τελευταίο καιρό και ο κόσμος φοβάται. Το γράφω έτσι απλουστευτικά, διότι έτσι το εισπράττω. Θα μου πείτε ότι οφείλεται στο φρικτό έγκλημα των Γλυκών Νερών που συγκλόνισε την κοινή γνώμη, καθώς έβαλε κάθε μέσο άνθρωπο στη θέση αυτής της τραγικής οικογένειας. Ενδέχεται ο φόβος να οφείλεται σ’ αυτή τη συλλογική συγκινησιακή φόρτιση, όμως σας εξομολογούμαι ότι σκεπτόμενος τη νεκρή μάνα δίπλα στο βρέφος, ανέσυρα πολύ εύκολα άλλα τρία εγκλήματα των τελευταίων εβδομάδων: δολοφονία Καραϊβάζ, μαφιόζικη εκτέλεση στο κέντρο της Ζακύνθου και άλλη εκτέλεση στη μέση του δρόμου, στη Μεταμόρφωση. Σαν πολλά δεν μαζεύονται για κάποιον που δεν τα παρακολουθεί επισταμένως;

Ακουσα προχθές τον κ. Τριγκρή να λέει σε τηλεοπτική εκπομπή ότι, όπως για την Covid πρέπει να μιλούν και να αποφασίζουν μόνο οι γιατροί, έτσι και για τα εγκλήματα πρέπει να αποφασίζουν μόνο οι εγκληματολόγοι. Με τον ίδιο τρόπο σκέφτονται, υποθέτω, και στο υπουργείο Δικαιοσύνης και στο Προστασίας του Πολίτη: ότι δεν υπάρχει εν θερμώ αντιεγκληματική πολιτική, ότι μια φορτισμένη κοινή γνώμη δεν είναι ο καταλληλότερος φορέας για να εισηγηθεί περί ζητημάτων του ποινικού κώδικα, ότι τα γκάλοπ των τηλεοράσεων και τα σχόλια των social media δεν γίνεται να αντικαταστήσουν τους επαγγελματίες αστυνομικούς ή τους νομικούς, ότι ένα ευρωπαϊκό κεκτημένο περί δικαιωμάτων και σωφρονισμού δεν μπορεί να ανατραπεί μ’ ένα έγκλημα, όσο απεχθές κι αν είναι.

Σύμφωνοι, πλην οι κυβερνήσεις δεν είναι φόρουμ καθηγητών πανεπιστημίου που έχουν την άνεση να συζητήσουν κάποιο θέμα επί τέσσερα χρόνια πριν καταλήξουν σε μια απόφαση. Οι πρωθυπουργοί, οι υπουργοί, οι νομοθέτες, οι αρχηγοί των διωκτικών αρχών δεν συνομιλούν με την Ιστορία, αλλά με τον κοσμάκη. Ασφαλώς είναι λάθος να πηγαίνουν κόντρα και στην Ιστορία και στα διεθνή κεκτημένα και την επιστημοσύνη, αλλά είναι δυο φορές λάθος στο όνομα αυτών να μην ασχολούνται με τις, έστω και αρχέγονες, ενστικτώδεις αντιδράσεις του μέσου ανθρώπου. Αν ο απλός κόσμος φοβάται, τότε είναι υποχρεωμένοι να τον καθησυχάσουν, με λόγια και με πράξεις. Στον οικογενειάρχη που τρέμει ότι κάποιος θα μπει νύχτα στο σπίτι του και θα τον πνίξει, η απάντηση δεν είναι τρεις επιτροπές και έξι υποεπιτροπές του υπουργείου Δικαιοσύνης που θα αποφανθούν σε κάτι μήνες, ίσως και σε χρόνια.

Εντάξει, δεν γίνεται κάθε φορά που η κυρίαρχη συζήτηση απαιτεί αυστηροποίηση ποινών, αυτές να ανεβαίνουν νομοθετικά. Αλλά δεν είναι και νοητό μια ολόκληρη κυβέρνηση να μην αφουγκράζεται τον μέσο πολίτη που νιώθει ανασφάλεια και θεωρεί ότι αυτό οφείλεται στην αποθράσυνση των εγκληματιών λόγω ατιμωρησίας και χαμηλών ποινών. Και αν δεν απαντήσει τώρα σε αυτές τις ανησυχίες, θα το κάνει με πολύ χειρότερους όρους μετά το επόμενο απεχθές έγκλημα.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...