Το έχω ζήσει με τις ξαπλώστρες στη θάλασσα, εγώ και η μισή Ελλάδα μάλλον. Σε κάποια παραλία του Σουνίου, εννιά η ώρα το πρωί, να βλέπεις από μακριά μια άδεια παραλία, να λες τι ωραία θα πιάσω καλή θέση, και πλησιάζοντας να συνειδητοποιείς ότι οι μισές και βάλε ξαπλώστρες είναι πιασμένες. Με πετσέτες, με σαγιονάρες, με σωσίβια, με μπρατσάκια με τα πάντα όλα. «Μα, τι ώρα έρχονται και τα πιάνουν; » ρώτησα τον ιδιοκτήτη μιας παραδίπλα καντίνας, προσπερνώντας το ερώτημα «γιατί τις πιάνουν», μιας και η απάντηση σε αυτό ήταν: γιατί μπορούν. «Έρχονται αποβραδίς μου λέει.» Ε, ναι βέβαια, αποβραδίς, λογικό, να μην χαλάσουν και τον ύπνο τους.
Πετσετούλα στην ξαπλώστρα απ’ το προηγούμενο βράδυ λοιπόν, γιατί μπορείς. Και κορδέλα στο κιόσκι του άλσους απ’ το πρωί, να το καβατζάρεις για το απόγευμα που θα κάνεις εκεί τα γενέθλια του παιδιού σου. Το έχω δει κι αυτό, στο άλσος της περιοχής μου, το διαμάντι του δήμου Νέας Σμύρνης. Τα κιόσκια που έχει μέσα είναι τέλεια για να κάνεις πάρτι στο παιδάκι. Πώς όμως θα είσαι σίγουρος ότι θα βρεις κιόσκι ελεύθερο να εναποθέσεις τα συμπράγκαλα σου; Κορδέλα περιμετρικά στο κιόσκι που θες, βρε κουτό. Από πριν. Το οριοθετείς. Όπως στους τόπους εγκλημάτων. Εδώ είναι τόπος παιδικού πάρτι, μην κάθεστε, θα έρθουμε σε λίγες ώρες να παρτάρουμε. Γιατί; Γιατί μπορούμε!
Κι εδώ μιλάμε για μια απλή μέρα, ένα ταπεινό πάρτι, ένα μπάνιο στη θάλασσα. Πού να είναι και Πρωτομαγιά. Πού να είναι και Δεκαπενταύγουντος. Τέτοιες μέρες, θα βάλεις και αλυσίδα στο κιόσκι, στο παγκάκι, στην ξαπλώστρα, όπου θες να γιορτάσεις τέλος πάντων. Θα το αλυσοδέσεις, να είσαι σίγουρος. Οπως έκανε ο άνθρωπος στο πάρκο Αλεξανδρούπολης για να πιάσει τον Μάη. Μην σε πιάσουν οι ευγένειες και βάλεις απλώς πλαστική καρέκλα πάνω του. Μπορεί να έρθει κανένας κάφρος μεγαλύτερος από σένα και να σου πετάξει την καρέκλα και να το καβατζάρει αυτός. Ή να έρθει κανένας που κάνει ότι δεν καταλαβαίνει ότι έχεις καβατζάρει το σημείο με την καρέκλα και να στρώσει την πραμάτεια του.
Θέλουν προσοχή αυτά τα πράγματα, γιατί έχουμε γεμίσει μαλάκες που δεν σέβονται τον κόπο σου. Το ότι πήγες μέχρι το πάρκο αποβραδίς να καβατζάρεις το παγκάκι. Αντί να κάτσεις σπίτι σου να χαλαρώσεις, έτρεχες βραδιάτικα στα πάρκα κι έδενες καρέκλες σε πάγκους. Γι’ αυτό να αλυσοδένετε το παγκάκι σας. Κι εσείς που δυσανασχετείτε που το αλυσοδένει ο άλλος, να έρχεστε αποβραδίς, να αλυσοδένετε το δικό σας. Αφού μπορείτε!
Και γενικά, ό,τι γουστάρετε, να το κάνετε. Θέλετε θέση πάρκινγκ απ’ έξω απ’ την πόρτα σας; Βάλτε γλάστρες. Βάλτε καρέκλες. Βάλτε κάδους. Παμπάλαιο κόλπο, βγαλμένο απ’ τη σοφία των προγόνων μας, που περνάει από γενιά σε γενιά. Μην αφήνετε την παράδοση να σβήσει. Κάντε το, αφού μπορείτε!
Δεν θέλετε τον κάδο σκουπιδιών μπροστά στην πόρτα σας; Σύρετε τον στους απέναντι. Οδηγείστε χωρίς κράνος το μηχανάκι. Βάλτε σάντουιτς και το παιδί στη μέση. Παρκάρετε σε ράμπα. Παρκάρετε σε θέση ΑΜΕΑ. Καπνίστε όπου θέλετε. Αφού μπορείτε! Αφού δεν έρχεται κανένας να σας πει «αυτό απαγορεύεται», αφού κανένας δεν σας τιμωρεί όταν κάνετε κάτι που απαγορεύεται.
Αμα δεν το κάνετε δηλαδή, μπορεί να σας πούνε και κορόιδα.
ΥΓ. Κι είναι τέτοια η ατιμωρησία, που κοντεύουμε να ξεχάσουμε και τι απαγορεύεται και τι όχι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News