Είναι σπάνιες οι φορές που τα γεγονότα είναι τόσο μεγάλα και το τραύμα τόσο βαθύ που ο πόνος μετατρέπεται σε κοινό αίσθημα. Και απαιτεί πάνω απ’ όλα δικαιοσύνη. Σε τέτοιες ημέρες, όπως η συννεφιασμένη Τετάρτη, 28 Φεβρουαρίου, ένα χρόνο μετά το εθνικό έγκλημα των Τεμπών, οι δημοσιολογούντες πρέπει να προσέχουν τα λόγια τους. Οι σκοπιμότητες ακούγονται με κρότο στη σιωπή και οι απόπειρες συμψηφισμού και εκμετάλλευσης αποτελούν προσβολή στη μνήμη όσων έφυγαν —και στο μαρτύριο όσων συνεχίζουν.
Τα Τέμπη δεν ξεχνιούνται, ούτε αποσιωπούνται. «Είναι μια μορφή συλλογικού θανάτου και για αυτό πάνδημο είναι και το πένθος» όπως έγραψε γνωστός συνταγματολόγος. Από τα κόμματα, έναν χρόνο μετά έχουν ειπωθεί πια όλα. Ολα όμως μοιάζουν (δικαίως ή αδίκως) να περνούν μέσα από σκοπιμότητες.
Η πληγή είναι ανοιχτή. Και το μοτίβο των πολιτικών μας είναι γνώριμο. Οι λέξεις έχουν φορεθεί πολλές φορές χωρίς κανένα αντίκρισμα. Αυτή τη φορά δεν επιτρέπεται το ίδιο. Οσο γρηγορότερα το συνειδητοποιήσουν όσοι επενδύουν στη λήθη, αλλά και όσοι ονειρεύονται καριέρες με τα δάκρυα των άλλων, τόσο το καλύτερο. Η τραγωδία δεν «ζυγίζεται» με εκλογικά ποσοστά και δεν μπορεί να γίνει «βατήρας» για πολιτικά οφέλη. Γι’ αυτό και οι δηλώσεις των πολιτικών, ένα χρόνο μετά, βρέθηκαν μακριά από το κοινό αίσθημα.
Τίποτε δεν συγχωρεί την καθυστέρηση και τις δικαιολογίες από την πλευρά της κυβέρνησης, που έχει την κύρια ευθύνη, οι πάντες βλέπουν και κρίνουν όσους επιχειρούν την κομματική εκμετάλλευση από την άλλη πλευρά. Και είναι λογικό να υπάρχει καχυποψία. Η εικόνα της Εξεταστικής της Βουλής ήταν πέρα για πέρα απογοητευτική.
Οι υπουργοί, ο σταθμάρχης, οι διοικητές, η εταιρεία, αυτοί που παράγγελναν σουβλάκια και χασκογελούσαν, θα πρέπει όλοι να κριθούν από τη Δικαιοσύνη. Αν εκείνη ζητήσει την άρση της ασυλίας πολιτικών προσώπων, η Βουλή θα πρέπει να τη δώσει. Αν φτάσουμε εκεί, θα πρέπει να το ζητήσουν πρώτα από όλα τα ίδια τα πολιτικά πρόσωπα.
Προφανώς κανένας δεν θα κριθεί από λαϊκό δικαστήριο. Οι δικαστές είναι άνθρωποι που ζουν στην ίδια κοινωνία μαζί μας, έχουν παιδιά σαν κι αυτά που χάθηκαν στα Τέμπη, και δεν μπορεί κανείς να διανοηθεί ότι δεν διαθέτουν την αίσθηση του επείγοντος και τη συνείδηση της ευθύνης για το έργο που κλήθηκαν να επιτελέσουν.
Οσο κι αν αυτό που συνέβη αφορά το συλλογικό μας πρόσωπο, τα χάλια του κράτους που οικοδόμησαν σαν παράπηγμα οι πολιτικοί -και μαζί τους εμείς, με την ανοχή και την ψήφο μας-, οι γενικές διαπιστώσεις δεν νοείται να αποτελούν όχημα διαφυγής από τις ευθύνες. Σιδηρόδρομο είχαμε και επί Χαρίλαου Τρικούπη και ουδέποτε συνέβη κάτι τέτοιο. Κάποιοι φταίνε.
Το ρίγος που διαπέρασε τη χώρα την Τετάρτη κρύβει μέσα του και τη συλλογική ενοχή. Για τους τραυματίες και τους συγγενείς των θυμάτων. Πόσες φορές νοιαστήκαμε για όσα ζούσαν μετά τον Απρίλιο του 2023, όταν το τραγικό γεγονός έπαψε να είναι το πρώτο θέμα της επικαιρότητας. Η συνειδητοποίηση αυτή βάρυνε κι άλλο το αίσθημα. Και έτσι έπρεπε να γίνει.
Αυτό που συνέβη πριν από έναν χρόνο δεν είναι μια τραγωδία γενικώς και αορίστως. Είναι εθνικό έγκλημα. Οι άνθρωποι που μπήκαν στο τρένο και βρήκαν φρικτό θάνατο, όσοι επέζησαν και κουβαλούν ακόμη τα τραύματα στο σώμα και την ψυχή τους, δεν έπεσαν θύματα μιας «κακιάς στιγμής». Υπήρξαν τα θύματα συγκεκριμένων επιλογών και αποφάσεων. Είναι θύματα και υπάρχουν θύτες. Η Πολιτεία έχει καθήκον να τους βρει και να τους τιμωρήσει. Και, ταυτοχρόνως, να διασφαλίσει ότι ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ δεν θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μια τέτοια τραγωδία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News