Το 1997 μετά την ανάληψη της διοργάνωσης η επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας βρέθηκε μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα. Τα στάδια που θα φιλοξενούσαν τα διάφορα αθλήματα στην Αθήνα θα ήταν μόνιμα ή προσωρινά; Θα ακολουθείτο δηλαδή η παλαιά λογική της κατασκευής τσιμεντένιων σταδίων τύπου ΟΑΚΑ, που βασίστηκε στο σχέδιο του Ολυμπιακού Σταδίου του Μονάχου ή θα κατασκευάζονταν μεταλλικές κατασκευές τύπου Αυστραλίας οι οποίες θα μπορούσαν να ξεμονταριστούν μετά την ολοκλήρωση των Αγώνων;
Ενδεδυμένη με βερμπαλισμό και ιδεολογικό μανδύα, ακολουθήθηκε η πρώτη λύση. Τα γήπεδα των Ολυμπιακών του 2004 θα γίνονταν η «προίκα του ελληνικού αθλητισμού». Το κάθε άθλημα θα αποκτούσε το «σπίτι του». Μόνο που τα σπίτια ήταν σαν κάτι διαμερίσματα που αγόραζαν οι Ελληνες την εποχή της αστακομακαρονάδας. Τα διαμερίσματα των 250 τετραγωνικών με τα μπαλκόνια των 100 τετραγωνικών, που μπορεί να ήταν χρήσιμα για δεξιώσεις γάμων. Αλλά πόσες πια φορές μπορεί να παντρευτεί κάποιος στη ζωή του; Τσιμεντένια γήπεδα των χιλιάδων θεατών για αθλήματα που σε πανελλήνιους αγώνες συγκεντρώνουν μερικές ντουζίνες συγγενείς και φίλους. Πρόχειρες γκουμούτσες ασύμφορες στη συντήρηση και τη θέρμανση.
Τα οποία ακίνητα, επειδή κανένας δεν τολμούσε να γκρεμίσει για να φτιαχτεί κάτι περισσότερο λειτουργικό, περνούσαν σαν τον μουντζούρη από τη μία κυβέρνηση στην άλλη. Τελευταία προσπάθεια επανασχεδιασμού που θυμάμαι, τον Οκτώβριο του 2009, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, συνοδευόμενος από τον ισπανό αρχιτέκτονα, υπεύθυνο για την αναμόρφωση του παραλιακού μετώπου της Βαρκελώνης, περιόδευσαν με αυτοκίνητο τα Φάληρα. Αργότερα, όταν ανακάλυψε ότι αντίθετα με τους γνωστούς στίχους δεν υπήρχαν τάλιρα, το θέμα ξεχάστηκε.
Τα προηγούμενα θυμήθηκα όταν είδα τον δήμαρχο Νίκαιας Γιώργο Ιωακειμίδη να δηλώνει στην τηλεόραση της ΕΡΤ ότι το «Σπίτι της Αρσης Βαρών», άλλο ένα αχρείαστο προικώο των Αγώνων του 2004, θα χρησιμοποιηθεί από το Πανεπιστήμιο Πειραιά σαν πανεπιστημιακός χώρος. Το οποίο Σπίτι (με την καλή την έννοια) είχε απορριφθεί σαν χώρος προπονήσεων από την ομοσπονδία της Αρσης Βαρών ελλείψει χρημάτων για συντήρηση, είχε δοθεί στο ΠΑΠΕΙ μετά τους Αγώνες, αλλά λόγω θέσης και πρόσβασης δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ. Εφ’ όσον χρειάστηκε μελέτη ενός εκατομμυρίου ευρώ για να δοθεί στο ΠΑΠΕΙ, ας ελπίσουμε ότι θα αποκτήσει χρήση.
Το ίδιο όμως δεν μπορεί να ισχύει για όλα τα ολυμπιακά ακίνητα. Ούτε για τους «λευκούς ελέφαντες» του Δημοσίου. Τα κτίρια που κανένας δεν διανοείται σε τι μπορούν να χρησιμεύσουν, αλλά και κανένας δεν έχει το θάρρος να τα ρίξει. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη μπορεί να γίνει η πρώτη που θα τολμήσει να προχωρήσει σε ένα πρόγραμμα που δεκαετίες οι άλλες το αποφεύγουν.
Από τη γνωστή φράση στο «Oλα είναι δρόμος» του Βούλγαρη θα ονόμαζα το πρόγραμμα «Ηλία, ρίχ’ το».
Κάθε δημόσιο κτίριο χωρίς λόγο ύπαρξης, κάθε κολόνα με κάμερα για κλήσεις της τροχαίας που ποτέ δεν λειτούργησε, κάθε κρατικό ερείπιο που σαν φάκελος υπηρεσίας του Δημοσίου, κανένας δεν ξέρει γιατί τον κρατάνε, αλλά και κανένας δεν βρίσκεται να έχει το θάρρος να καταστρέψει. Το «Ηλία, ρίχ’ το», η απαλλαγή από την κρατική σαβούρα, χρειάζεται πολιτικό θάρρος, αλλά τα αποτελέσματα στην καθημερινή ζωή θα είναι θεαματικά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News