Τίποτα δεν είναι δεδομένο σε αυτή τη ζωή, όλα είναι προσωρινά. «Ολα είναι ένα ψέμα, μια ανάσα, μια πνοή», που λέει σοφά και το άσμα. Αυτό είναι το πρώτο που καταλαβαίνεις βλέποντας ένα μνημείο σαν την Παναγία των Παρισίων, να καίγεται. Οχι ότι δεν το ξέρεις, αλλά έχεις πάντα μια ψευδαίσθηση ότι τα σπουδαία πράγματα, όπως και οι σπουδαίοι άνθρωποι, θα ζούνε για πάντα. Σαν να υπερβαίνουν τους νόμους της φύσης, σαν να μην υποτάσσονται σε φθορά, σαν να είναι υπερφυσικά, έτσι τα βλέπεις.
Ερχεται όμως ένα βράδυ που παρακολουθείς ένα μεγαλόπρεπο καθεδρικό μνημείο 850 ετών να παραδίδεται στην καταστροφική συνθήκη μιας πυρκαγιάς, με τον ίδιο τρόπο που παραδίδεται μια ταπεινή καλύβα, και η ψευδαίσθηση γίνεται κι εκείνη στάχτη.
Διδάσκεσαι μέσα από τις καταστροφές, αντιλαμβάνεσαι, συνειδητοποιείς, δυναμώνεις. Νιώθεις στο πετσί σου το πεπερασμένο των πραγμάτων. Και δεν χρειάζεται να ξέρεις τα άπαντα για την ιστορία ενός μνημείου για να καταλάβεις όσα πρεσβεύει. Αρκεί να έχεις ακούσει για μια Παναγία των Παρισίων, φοβερή, που αν θα πήγαινες κάποια στιγμή στο Παρίσι θα ήθελες οπωσδήποτε να την επισκεφτείς, κι αν έχεις πάει έχεις σίγουρα μια φωτογραφία μέσα απ’ το εσωτερικό της που τώρα θα βγάλεις στα social media δηλώνοντας τη θλίψη σου.
Αυτό έχουν καταφέρει όλα τα σπουδαία: να μας ενώνουν μέσα από μια συλλογική συναίσθηση της αξίας τους. Τα θαυμάζουμε όλοι, και όλοι στεναχωριόμαστε όταν τα χάνουμε. (Υπάρχουν βέβαια και μερικοί που χαίρονται με την καταστροφή ενός μνημείου. Εμφανίστηκαν κάποιοι και στα ελληνικά κοινωνικά δίκτυα οι οποίοι, την ώρα της πυρκαγιάς, δήλωναν περιχαρείς. Τι να πεις γι’ αυτούς… ας τους μελετήσει η επιστήμη, είναι case study)
Συμβαίνει και ένα ακόμα, χρήσιμο παράδοξο, σε μια τέτοια καταστροφή. Ανοίγει και η όρεξή σου για πληροφορία και γνώση. Από εκεί που ξέρεις δυο-τρία πράγματα για ένα μνημείο, τα βασικά, και δεν ενδιαφέρεσαι να μάθεις περισσότερα, όταν το βλέπεις να καταστρέφεται σου έρχεται να τα μάθεις όλα. Τι ήταν, ποιος το έφτιαξε, πόσα χρόνια υπάρχει. Και να μην σου έρθει να τα μάθεις, θα έρθει στους άλλους να σου τα πούνε. Κάηκε η Παναγία των Παρισίων και έκαναν αφιερώματα γι’ αυτήν ακόμα και σε πάνελ των οποίων η βασική προσφορά στον Πολιτισμό, είναι η παρουσίαση της τελευταίας δισκογραφικής δουλειάς του Νίνο και του Βέρτη.
Την ίδια στιγμή, οι ιντερνετικοί τοίχοι γέμισαν με άρθρα για ό,τι την αφορά: ποια έργα τέχνης κρύβει στο εσωτερικό της, πότε είχε καταστραφεί ξανά, πόσοι βασιλιάδες στέφθηκαν εκεί μέσα, σε πόσες κινηματογραφικές ταινίες εμφανίζεται, ποιος είναι ο Κουασιμόδος που έχει συνδεθεί μαζί της, πώς φτιάχτηκαν τα βιτρό και τα αγάλματα της, πόσοι τουρίστες την επισκέπτονται κάθε χρόνο, τα πάντα όλα. Είδα άρθρο ακόμα και για την ελληνική λέξη που έδωσε έμπνευση στον Βίκτωρ Ουγκώ για να γράψει το μυθιστόρημα «Η Παναγία των Παρισίων».
Η Παναγία των Παρισίων καιγόταν και ήταν σαν να κάναμε ταυτόχρονα μάθημα Ιστορίας, σαν να παρακολουθούμε ιστορικό ντοκιμαντέρ. Περίεργο, αλλά συνέβη. Καταστράφηκε κάτι και γίναμε λίγο σοφότεροι.
ΥΓ. «Ανάγκη» είναι η λέξη. Οπως ο Ουγκώ περιγράφει στον πρόλογο του βιβλίου του, την είδε σκαλισμένη πάνω σε μια πέτρα, σε έναν απ’ τους πύργους του μνημείου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News