Μια, μικρή αλλά χαίνουσα επί δεκαετίες, πληγή είναι έτοιμη να κλείσει. Και θα κλείσει με έναν ιδιαίτερα επωφελή και για την ελληνική πολιτική ζωή τρόπο, φέρνοντας και μια διπλή κάθαρση.
Η πληγή. Είναι, προφανέστατα, το περίφημο Μακεδονικό, το οποίο ανεφύη, στη νεότερη εκδοχή του, μετά τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και την απόφαση του νοτιότερου τμήματός της να γίνει ανεξάρτητο κράτος, στις 8 Σεπτεμβρίου 1991. Και το όνομα αυτού «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Για να είμαστε ειλικρινείς, οι βόρειοι γείτονες δεν έκαναν καμιά μεγάλη αλλαγή: από το προηγούμενο όνομά τους («Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας») αφαίρεσαν το πρώτο συνθετικό.
Εκτοτε η υπόθεση πέρασε από πολλά στάδια. Κατά πολλούς, η μεγάλη ευκαιρία να κλείσει το θέμα χάθηκε στα δύο πρώτα χρόνια. Η τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε αυτήν την προ(διάθεση). Αλλά είχε και δύο, αξεπέραστα όπως αποδείχθηκε, προβλήματα. Τους εντός της «μακεδονομάχους», προεξάρχοντος του Αντώνη Σαμαρά. Και, βεβαίως, το πρωτοφανές κλίμα πατριδοκαπηλίας και εθνικιστικής υστερίας, που διαμορφώθηκε από πολιτικούς, ρασοφόρους και μέσα ενημέρωσης.
Μικρή παρένθεση: καταλυτική σημασία σε όλα αυτά έπαιξε η πρώτη δήλωση του τότε Πρόεδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή περί μιας και μόνον ελληνικής Μακεδονίας (εδώ). Μια λανθασμένη δήλωση -και πολιτικά και επί της ουσίας- και είναι απορίας άξιον πώς ένας, κατά τεκμήριο, μετρημένος και ακριβολόγος πολιτικός, παρασύρθηκε από τον συναισθηματισμό της στιγμής. Θυμάμαι ότι ο Μητσοτάκης, λίγα χρόνια μετά, όταν δεν ήταν πρωθυπουργός και τασσόταν ανοιχτά υπέρ της συμβιβαστικής λύσης μού είχε πει τη χαρακτηριστική φράση: «Ολοι κάναμε λάθη σ’ αυτό το θέμα. Αλλά θα πληρώνουμε για πολλά χρόνια εκείνο το δάκρυ του Καραμανλή». Κλείνει η παρένθεση.
Οι λίγες συνετές φωνές, που επεσήμαιναν ότι ήταν προς το συμφέρον της Ελλάδας η εξεύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης με σύνθετη ονομασία, είτε δεν ακούγονταν είτε αντιμετωπίζονταν ως «προδοσία» από τους κατ’ επάγγελμα «πατριώτες». Τα συλλαλητήρια, το «τρύπιο» εμπάργκο και τα υπόλοιπα δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Οι αναγνωρίσεις πήραν την μορφή χιονοστιβάδας. Ολοι οι διεθνείς ηγέτες αποκαλούσαν το γειτονικό κράτος «Μακεδονία» και η Ελλάδα βρήκε «καταφύγιο» στην «προσωρινή» ονομασία FYROM και ελληνιστί ΠΓΔΜ, η οποία έφερε την παγίωση διεθνώς του ονόματος «Μακεδονία» (σκέτο). Οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) έβλεπαν το μάταιο της υπόθεσης και άρχισαν να αναζητούν μια λύση με σύνθετη ονομασία. Στην οποία η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή (υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη) έφτασαν κοντά το 2008, αλλά την τορπίλισε ο εθνολαϊκιστής Γκρουέφκσι, ο οποίος τάιζε τους τότε «Φυρομίτες» και οσονούπω «Βορειομακεδόνες» με γελοίο εθνικισμό και μακεδονισμό των δρόμων και των αγαλμάτων.
Οταν όλα αυτά υποχώρησαν, οι εθνικιστές ηττήθηκαν και η κυβέρνηση Ζάεφ έβαλε πλώρη για ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ενωση, όλα άλλαξαν. Η κυβέρνηση Τσίπρα ανταποκρίθηκε -η πιο ορθή απόφαση που έχει πάρει χωρίς καμιά ταλάντευση στη θητεία της- και η Συμφωνία των Πρεσπών ήρθε. Στην αρχή είχαμε ξανά λίγο από τον «μακεδονισμό» του παρελθόντος (συλλαλητήρια κ.α) και… την «ώρα του Καμμένου».
Η κάθαρση: Αυτή η (μακεδονική) «ώρα Καμμένου» φτάνει, κατά τα φαινόμενα, στο τέλος της. Ο Ζάεφ πέρασε την Συμφωνία, ο Καμμένος έχει λίγες ώρες ακόμα. Είτε παραμένει υπουργός και ο εξευτελισμός του γίνεται τέλειος είτε φεύγει και τελειώνει πρόωρα ακόμα και ο ρόλος του ως αρχηγού κοινοβουλευτικής ομάδας. Να ρίξει την κυβέρνηση δεν μπορεί (οι βουλευτές του δεν θα τον ακολουθήσουν), ούτε να αποτρέψει την κύρωση της Συμφωνίας. Μόνο αν κάνει ακόμα μία μεγαλοπρεπή κωλοτούμπα και ο ευεργέτης του Αλέξης Τσίπρας δεχθεί να τον κρατήσει στην κυβέρνηση, ο Πάνος Καμμένος θα διασωθεί προσωρινά. Αλλά ο Καμμένος ως βασικός παράγοντας διαμόρφωσης της κυβερνητικής πολιτικής -αυτό είναι το στίγμα της πρώτης κυβέρνησης παραδοσιακού αριστερού κόμματος στην Ελλάδα- τελειώνει. Και στις επόμενες εκλογές θα τελειώσει ως κομματικό φαινόμενο. Θα πάει στο σπίτι του να παίζει με το τρενάκι του και αν αναπολεί τα περασμένα μεγαλεία παρέα με τους Κατσίκηδες.
Αυτή θα είναι η μία πλευρά της κάθαρσης που επέρχεται. Η άλλη θα έχει γενικότερο ενδιαφέρον. Αν κυρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών και από την ελληνική Βουλή, οι πατριδοκάπηλοι και οι καιροσκόποι του «μακεδονισμού» θα υποστούν δεινή ήττα. Και δεν θα έχουν πλέον ρόλο. Σε ένα χρόνο από σήμερα η ελληνική Μακεδονία θα είναι στη θέση της και οι παραπλανημένοι «μακεδονομάχοι» θα έχουν καταλάβει πόσο σανό τους είχαν ταίσει τόσα χρόνια. Γενικότερα, η Ελλάδα θα κλείσει αυτήν την χαίνουσα πληγή στα βόρεια σύνορά της και θα ασχοληθεί με άλλες, σοβαρότερες.
Το θλιβερό σε όλα αυτά είναι ότι όσοι-κόμματα και πολιτικοί- κυβέρνησαν τις τελευταίες δεκαετίες και έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για την αρνητική πορεία του Μακεδονικού, σήμερα παριστάνουν τους τιμητές. Αυτή είναι η περίπτωση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Και ορισμένοι άλλοι, πέραν της -θεμιτής μέχρι ένα βαθμό- αντιπολιτευτικής κριτικής, φτάνουν στο σημείο να αρνούνται τα προφανή και να ετοιμάζονται να κάνουν ένα σοβαρό -και άχρηστο γι’ αυτούς- λάθος. Τέτοια είναι η περίπτωση κάποιων του Ποταμιού, που είναι δύσκολο στον μέσο πολίτη να καταλάβει γιατί θα καταψηφίσουν -αν , τελικά, το κάνουν- τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Ολοι ή κάποιοι από αυτούς μπορεί να το αποφύγουν, αν συνυπολογίσουν πώς το είχε πει ο αμερικανός πρόεδρος Τζον Κένεντι: «Ενα λάθος γίνεται σφάλμα μόνο αν προτιμήσουμε να μην το διορθώσουμε».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News