Πάει κι αυτό. Δεν έβρεξε. Το χαλίκι στο Τατόι άντεξε, ο καψαλισμένος χώρος σουλουπώθηκε την τελευταία στιγμή, φυτεύτηκαν και δυο-τρία δέντρα. Ορισμένα πρόσωπα, βουλευτές και στελέχη της ΝΔ, πέρασαν από τη Μητρόπολη, με πιο αξιοσημείωτη την παρουσία του πρώην Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Πολύ περισσότεροι ήταν τελικά αυτοί που απουσίαζαν. Ισως ζύγισαν την αγωνία για τον σταυρό με την ευρύτερη τοποθέτηση και την εικόνα τους.
Σε γενικές γραμμές, παρά την παρουσία πολλών αρχηγών κρατών (συνήθως φτάνει ένας για να «κλείσει» όλη η Αθήνα), το σχέδιο της αστυνομίας απέδωσε. Ηρθαν, τίμησαν και απήλθαν με κάποια τάξη και ασφάλεια.
Τώρα που τελείωσε κι αυτό το φορτισμένο γεγονός, είναι η στιγμή για μια πρώτη αποτίμηση.
Για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, το εγχείρημα ήταν από την πρώτη στιγμή μια άσκηση ισορροπίας. Η πρώτη απόφαση ήταν η πιο σημαντική και αυτή που είχε και το μεγαλύτερο συμβολικό βάρος. Ηταν σωστή. Ο τέως βασιλιάς κηδεύτηκε ως ιδιώτης, χωρίς τριήμερο πένθος, κανονιοβολισμούς, μεσίστιες σημαίες, κιλλίβαντα πυροβόλου, αγήματα και όλο το τελετουργικό. Ευτυχώς.
Οταν μετά την αρχική απόφαση το Μαξίμου κατέγραψε τις αντιδράσεις από το πιο δεξιό κομμάτι της ΝΔ (με πρώτο τον Σαμαρά) και παράλληλα επιβεβαιώθηκε η παρουσία πολλών αρχηγών κρατών, «μοιράστηκαν» συμβολισμοί και προς τα εκεί.
Παρότι το πολιτικό πρόσημο της αρχικής απόφασης παρέμεινε το ίδιο, η αναβάθμιση της κυβερνητικής παρουσίας με την προσθήκη του Παναγιώτη Πικραμμένου, η τηλεοπτική κάλυψη, ο καλλωπισμός-εξπρές του Τατοΐου και η συνεννόηση με την οικογένεια για ένα σύντομο λαϊκό προσκύνημα, λειτούργησε ως αντιστάθμισμα προς τη διαμαρτυρόμενη πλευρά.
Κόσμος υπήρχε. Αλλά δεν ήταν «πάνδημο το ύστατο χαίρε», ούτε «ζωντάνεψαν τα φαντάσματα» για να μιλήσουμε με τίτλους εφημερίδων. Η αστυνομία υποβάθμισε, όπως παγίως κάνει, τον αριθμό των συγκεντρωμένων μιλώντας για 5.000 ανθρώπους. Ηταν ασφαλώς περισσότεροι.
Η άρνηση να αποδοθούν τιμές μπορεί να έχει κόστος για την ΝΔ (πιθανόν προσωρινό), από το μικρό τμήμα των υποστηρικτών της που βλέπει ακόμη με συμπάθεια τον θεσμό της βασιλείας. Παρά την καθαρή στάση του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1974, το 30,82% ψήφισε υπέρ της βασιλείας πριν από σχεδόν μισό αιώνα. Κι ενώ το θέμα έχει κλείσει οριστικά και αμετάκλητα, ενδέχεται να έχουν απομείνει, ίσως κάποιες δεκάδες χιλιάδες που έχουν ακόμη την ίδια άποψη.
Από την άλλη πλευρά, το -ενοχλημένο από την υπόθεση των υποκλοπών- κεντρώο τμήμα της Κεντροδεξιάς, παρότι ικανοποιήθηκε από την αρχική απόφαση, σίγουρα επιθυμούσε ακόμη πιο λιτό τελετουργικό και δεν χάρηκε με «χειρονομίες» όπως η αναβάθμιση της κυβερνητικής παρουσίας —κι ας υπαγορεύτηκε εν μέρει από τους ξένους επισήμους.
Παράλληλα ωστόσο, πρόκειται για το μέρος του εκλογικού ακροατηρίου το οποίο αντιλαμβάνεται ότι η ελεύθερη έκφραση του αισθήματος και των επιμέρους ταυτίσεων είναι όχι απλά ανεκτή σε μια δημοκρατία, αλλά αποτελεί και υποχρέωσή της Πολιτείας να τη διασφαλίζει.
Συμπερασματικά, το πώς κύλησε η ημέρα έχει θετικές και αρνητικές όψεις. Είδαμε στελέχη του κόμματος που δρομολόγησε την κατάργηση της βασιλείας να τιμούν εκείνον που όρκισε τη χούντα. Από την άλλη, αποφεύχθηκε η ένταση από ομάδες συγκεντρωμένων στο κέντρο της πόλης για ένα ζήτημα που το έχουμε αφήσει προ πολλού πίσω μας.
Ο χειρισμός του Μητσοτάκη απέτρεψε την ανάφλεξη, με «μπαχαλάκηδες» και «περικεφαλαίες» να κυνηγιούνται στην Ερμού. Δεν ήταν τέλειος, αλλά δεν θα μπορούσε και να είναι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News