«Δεν ήταν μόνο δικαστική αυτή η περιπέτεια, του γκρέμισε όλη τη ζωή…». Τα λόγια αφορούν τον Γιώργο Λούκο, πρώην πρόεδρο και διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου και εκστομίζονται από πηγή που είναι σε θέση να έχει άποψη σε προσωπικό επίπεδο για το «κόστος» της ποινικής δίωξης σε βάρος του για απιστία.
Αφορμή, η πρόσφατη αθώωσή του από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, ύστερα από οκτώ ολόκληρα χρόνια (δίκη σε πρώτο βαθμό).
Ο ακούσιος πρωταγωνιστής αυτής της ιστορίας είναι σήμερα 73 ετών και διαμένει στη Λυών, έχοντας συνταξιοδοτηθεί από την ιδιότητα του –επί μακρόν– καλλιτεχνικού διευθυντή στο περίφημο Μπαλέτο της Οπερας της πόλης. Απομακρυσμένος πλήρως και από τα ελληνικά «δρώμενα» που τόσο του έχουν στοιχίσει. Τη μέρα της αθωωτικής ετυμηγορίας άλλωστε σχεδόν κατέρρευσε, είχε μέρες να κοιμηθεί.
Το άγος της ακροαματικής διαδικασίας, η φόρτιση στη σκέψη του προσωπικού διασυρμού, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο καθηγητής Ηλίας Αναγνωστόπουλος, συνήγορος του Γιώργου Λούκου, επισημαίνει στο Protagon ότι ως κατηγορούμενος ο εντολέας του είχε ταξιδέψει από σεβασμό προς το δικαστήριο –σε μια δίκη αξιοπιστίας, σημειωτέον– περισσότερες από 9-10 φορές στην Αθήνα. Συν τα ταξίδια για τις ανάγκες της ανάκρισης, της ποινικής προδικασίας δηλαδή, συν τις αναβολές της δίκης. Η πανδημία καθυστέρησε δραματικά την όλη διαδικασία: επί δύο χρόνια, ο πρώην επικεφαλής του Φεστιβάλ αδυνατούσε λόγω Covid-19 να ταξιδέψει.
Ο Γιώργος Λούκος έχει σπουδάσει Αρχιτεκτονική και Φιλοσοφία. Εχει υπάρξει χορευτής, πέρα από καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της Οπερας της Λυών, καθώς και βοηθός σε μεγάλες όπερες, όπως η Μητροπολιτική της Νέας Υόρκης και η Αγγλική Εθνική Οπερα (English National Opera). Εχει βραβευθεί από τη Γαλλική Πολιτεία με παράσημα, όπως αυτό του Ιππότη του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων. Οσοι τον έχουν συναναστραφεί, μιλούν για πρόσωπο με έμφυτη ευγένεια. Πολλοί είναι αυτοί, ειδήμονες μα και απλοί θεατές, που εξαίρουν την προσφορά του στο πολιτιστικό γίγνεσθαι τα χρόνια που ανέλαβε το Φεστιβάλ, 2006-2016 (ως τον Δεκέμβριο του 2015). Κρίνουν ότι το μπόλιασε με εξωστρέφεια, με καλλιτεχνικά ονόματα βεληνεκούς και ενδιαφέρουσες παραγωγές. Πάλαι ποτέ συνεργάτης του Μορίς Μπεζάρ, του Ρολάν Πετί, του Μπομπ Γουίλσον, ο Λούκος διέθετε τη δικτύωση και το κύρος που του επέτρεπαν την αναβάθμιση του θεσμού, την κοσμοπολίτικη υπόστασή του.
Η απομάγευση ήταν οδυνηρή. Οχι αυτή που προερχόταν από πάσης φύσεως μεσάζοντες για την πρόσκληση καλλιτεχνικών σχημάτων του εξωτερικού – συμφέροντά τους είχαν θιγεί και ίσως ο πόλεμος να λογιζόταν αναμενόμενος. Ούτε αυτή που προκαλούσαν εγχώριες βολές, όπως αυτή πρώην αξιωματούχου του υπουργείου Πολιτισμού που τον μεμφόταν γιατί ήθελε να ανεβάσει Μπέκετ στην Επίδαυρο.
Αλλά αυτή που συνόδευε την ατιμωτική κατηγορία περί διασπάθισης κρατικού χρήματος, ποσού ύψους 2,7 εκατομμυρίων ευρώ, από τα ταμεία του Φεστιβάλ. Στο πλαίσιο μιας υπόθεσης που έχει τις ρίζες της στο απώτερο παρελθόν, προ θητείας Λούκου, και αφορά ουσιαστικά τις διπλές πληρωμές προμηθευτών του Φεστιβάλ (σ.σ.: εκχωρούσαν αρχικώς τιμολόγια στην τράπεζα για να χρηματοδοτηθούν, καθώς το Φεστιβάλ καθυστερούσε ως κλασικό ελληνικό Δημόσιο να τους καταβάλει τα σχετικά ποσά). Και όλα αυτά, για ένα πρόσωπο που είχε παραιτηθεί της αμοιβής του τα έξι τελευταία χρόνια, ανάγοντας την προσφορά του σε εθελοντική, με το σκεπτικό ότι τα εισοδήματα από την επαγγελματική δραστηριότητά του στη Γαλλία ήταν επαρκή – το τονίζει ο συνήγορός του Ηλίας Αναγνωστόπουλος.
Δημοσιεύματα έγιναν η πρώτη σπίθα στην πυρά που θα έκαιγε τον Γιώργο Λούκο, ιδιότυπο μάγο στον χώρο του Πολιτισμού. Ο τότε αρμόδιος υπουργός Αριστείδης Μπαλτάς δεν προσπάθησε να τη σβήσει. Κάθε άλλο…
Είχε ήδη λάβει την απόφαση απομάκρυνσης του Γιώργου Λούκου, ενόσω διαβεβαίωνε για την καλή διάθεσή του, και πάντως αυτή για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, τους καλλιτέχνες που τον επισκέπτονταν την πιο κρίσιμη στιγμή, στον πέμπτο όροφο του κτιρίου στην οδό Μπουμπουλίνας, στο υπουργικό γραφείο του. Μεταξύ άλλων, τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, την Ολια Λαζαρίδου, την εκλιπούσα πια Μάγια Λυμπεροπούλου, τον Λάκη Λαζόπουλο, τον Νίκο Καραθάνο.
Τα προβληματικά οικονομικά του Φεστιβάλ ήταν ήδη γνωστά. Ο Γιώργος Λούκος, αφότου ενημερώθηκε για το ζήτημα, είχε δώσει εντολή στους νομικούς συμβούλους να προβούν στις δέουσες ενέργειες για την επιστροφή των ποσών που εισέπραξαν αχρεωστήτως οι εμπλεκόμενες εταιρείες. Από το 2009 η «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ Α.Ε.» είχε ασκήσει αγωγές ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά των αντισυμβαλλομένων εταιρειών, με αίτημα την αποζημίωσή της. Τον λόγο είχαν τα αστικά δικαστήρια – και έχουν ακόμη, η υπόθεση παραμένει ανοικτή κι ενώ μία από τις εταιρείες έχει πλέον υποχρεωθεί στην καταβολή 600.000 ευρώ.
Ηταν πολλοί που μιλούσαν από τότε για συνειδητή προσπάθεια σπίλωσης του Γιώργου Λούκου και ακόμη περισσότεροι όσοι συζητούσαν, και επιμένουν ακόμη, ότι όλη αυτή η ιστορία εκπορεύθηκε από πρόσωπα που εποφθαλμιούσαν τη θέση Λούκου στο Φεστιβάλ, φθονώντας ασφαλώς το έργο του.
Αλίμονο… Ο κοινωνικός φθόνος δεν είναι άγνωστο συναίσθημα στην ελληνική πραγματικότητα.
Τα αποκαΐδια της πυράς που στήθηκε προκαλούν σήμερα θλίψη. Την εποχή του brain drain, κι ενώ η χώρα ζητεί από τους άξιους να επιστρέψουν για να προσφέρουν. Ο Γιώργος Λούκος δεν κάηκε, ταλανίστηκε όμως, ουδείς θα ήθελε να βρίσκεται στη θέση του. Και ο Αριστείδης Μπαλτάς στέκει τώρα έκθετος. Πολύ μακριά από τον υψηλό, θεωρητικό στοχασμό με τον οποίο κάποτε συνδέθηκε, ως θιασώτης του μαρξιστή και κομμουνιστή φιλόσοφου Λουί Αλτουσέρ. Λερωμένος από τη λάσπη της Πολιτικής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News