Αν κάνει κάποιος μία πολύ σύντομη ανασκόπηση στο διάστημα του τελευταίου διμήνου θα διαπιστώσει ότι η προεκλογική συζήτηση είχε ξεκινήσει λίγο πολύ με τις ματαιότητες για συνεργασίες, τη βίλα του Ραγκούση, τις Δήμητρες του Βαρουφάκη και τα σενάρια για τους χρυσαυγίτες.
Εγιναν οι πρώτες εκλογές, το αποτέλεσμα σάρωσε τα πάντα και κάπως – παραδόξως, αλλά και ευτυχώς – φτάσαμε να συζητούμε για τη φορολογία, τις οικονομικές πολιτικές, το θέμα της μειονότητας στη Θράκη, ακόμη και ζητήματα ταμπού, όπως οι θεραπείες των καρκινοπαθών και τα όρια της ιατρικής παρέμβασης.
Θα μπορούσε κανείς να το πει και πρόοδο και πιθανώς η στροφή αυτή σε ζητήματα πραγματικά και κρίσιμα να γίνεται από το πολιτικό προσωπικό όχι εν πλήρει συνειδήσει, αλλά σχεδόν αντανακλαστικά και εξ ανάγκης. Αν μη τι άλλο, θα μπορούσε να περιληφθεί η εξέλιξη αυτή στα θετικά των διπλών εκλογών – η πολλή ανοησία δε οφέλησε και ιδιαίτερα κανέναν, οπότε ας δοκιμαστεί κάτι διαφορετικό.
Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, φαίνεται ότι στις 25 Ιουνίου όλο αυτό το μαρτύριο θα τελειώσει και όλα θα κριθούν από τα απλά, όπως φάνηκε και στις 21 Μαΐου:
Ποιος έχει να πει κάτι συγκεκριμένο και μελετημένο, ποιος πείθει ότι κάνει για τη δουλειά και σε τελική ανάλυση, όπως συμβαίνει πάντα και παντού, ποιος θέλει να την κάνει. Ποιος θέλει δηλαδή να κυβερνήσει τη χώρα. Με το ζόρι δεν γίνεται τίποτε και πάντως, αν περιφέρεσαι βαριεστημένος και λες διάφορες πλαδαρές κοινοτοπίες, κανείς δεν θέλει να σε καμαρώσει Πρωθυπουργό.
Κατόπιν αυτών, και εφόσον οι απαντήσεις στα ερωτήματα αποδειχθούν πολύ πιο απλές απ’ ό,τι πολλοί θα φαντάζονταν, η μετεκλογική περίοδος θα έχει και αυτή την ιδιαιτερότητα της.
Αν όλα εξελιχθούν πάνω κάτω όπως διαφαίνονται, ο Μητσοτάκης θα έχει μία προφανή και πρωτοφανή πολιτική κυριαρχία και μία μαζική παρότρυνση να κάνει αυτά τα οποία εξήγγειλε, στο κράτος, στην Υγεία, στην Παιδεία και σε όλα αυτά για τα οποία δεκαετίες τώρα, όλοι λένε ότι κάτι θα κάνουν και δεν κάνουν τίποτε.
Και εκεί θα κριθούν τα πάντα. Σε αυτές τις εκλογές και τηρουμένων των αναλογιών, ο Μητσοτάκης θα λάβει μία εντολή που θα θυμίζει την αντίστοιχη του Ανδρέα το ’81 και του Κώστα Καραμανλή το 2004. Δεν θα έχει συμβεί τυχαία, ούτε με χαριστικό τρόπο.
Θα συνεχίσει να παίζει με αντίπαλο τον εαυτό του και είτε θα κάνει το μεγάλο βήμα, είτε θα επιβεβαιώσει τον καταραμένο «κανόνα της δεύτερης θητείας», όπου η φθορά και η αδράνεια επικρατούν και που κανένας έως σήμερα δεν έχει κατορθώσει να ανατρέψει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News