Ηταν θέμα χρόνου το πολιτικό σύστημα να επανέλθει σε κατάσταση ισορροπίας μετά το δυστύχημα των Τεμπών. Οσο βγαίνουμε από τη διαδικασία του συλλογικού πένθους και η επικαιρότητα γεμίζει και με άλλα θέματα, το δυστύχημα, ως παρελθόν γεγονός πλέον, αποτελεί ένα συμβάν που εισέρχεται (και) στη σφαίρα της πολιτικής αποτίμησης.
Σε ένα υπερ-πολιτικοποιημένο σύστημα με αδύναμους ανεξάρτητους θεσμούς, η κυρίαρχη επεξεργασία του τραγικού συμβάντος γίνεται με όρους ωμού κομματικού υπολογισμού. Εισερχόμενο το συμβάν στην κομματική διαμάχη (μια διαμάχη που επισκιάζει κάθε άλλη συζήτηση), το κύριο κριτήριο κομματικής συμπεριφοράς είναι η αποκόμιση πολιτικού οφέλους.
Τι θα πει αυτό στην πράξη; Αυτό που βλέπουμε γύρω μας: παιχνίδι επίρριψης ευθυνών – blame game. Στο παιχνίδι αυτό, κύριο όπλο είναι η διαστροφή της γλώσσας και της λογικής. Οι έννοιες αδίστακτα τανύζονται, συσκοτίζονται ή διαστρέφονται, προκειμένου να προστατευθεί το κομματικό συμφέρον ή να πληγεί ο κομματικός αντίπαλος. Η λογική, ομοίως, χρησιμοποιείται καταχρηστικά για να προκύψουν αυτοεξυπηρετικά συμπεράσματα.
Ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για «θυσία» των 57 θυμάτων στην τραγωδία των Τεμπών. Περίεργο. «Θυσία», γράφει το Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών, είναι «η εκούσια προσφορά ή στέρηση αγαθού για την επίτευξη ενός σκοπού». Θυσιάστηκαν ο Μάρκος Μπότσαρης, η Λέλα Καραγιάννη και ο Γρηγόρης Αυξεντίου.
Θυσιάστηκαν και οι 57 συμπολίτες μας; Οχι, βέβαια. Εκτός και αν ο Πρωθυπουργός χρησιμοποιεί τη «θυσία» με την κυριολεκτική σημασία της: την προσφορά ανθρώπινης ζωής σε μια θεότητα. Αν ναι, ίσως αυτό το νόημα να μην απέχει πολύ από την πραγματικότητα: προσφέραμε τους 57 ως ανθρωποθυσία στον Μολώχ του αναξιόπιστου κράτους.
Ο πρώην υπουργός (και, είμαι βέβαιος, εκ νέου υποψήφιος στις επερχόμενες εκλογές) κ. Καραμανλής ανέφερε στην Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής ότι στη Λάρισα υπήρχε «τοπικό σύστημα τηλεδιοίκησης», το οποίο, αν χρησιμοποιούσε ο σταθμάρχης για τη χάραξη αυτόματης πορείας «[δεν θα είχαμε] τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα». «Υπήρχαν δικλίδες ασφαλείας στο σύστημα» συνέχισε ο κ. Καραμανλής.
Ποιες; Ανέφερε τις εξής: εκτός από τον ηλεκτρονικό πίνακα τοπικού χειρισμού (τοπική τηλεδιοίκηση), οι δύο επιπλέον σταθμάρχες, ο γενικός κανονισμός κινήσεως του ΟΣΕ, τα πρωτόκολλα για την αναγγελία των δρομολογίων και η δυνατότητα να δει κανείς στον πίνακα ελέγχου ότι το τρένο βρίσκεται σε λανθασμένη πορεία. «Τίποτα από αυτά δεν ακολουθήθηκε», είπε ο πρώην υπουργός.
Δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, η βάρδια των δύο άλλων σταθμαρχών έληγε στις 23.00 και το ατύχημα συνέβη λίγα λεπτά μετά. Το γεγονός είναι ότι ο άπειρος σταθμάρχης τοποθετήθηκε στη βραδινή βάρδια μόνος του. Δεύτερον, προσέξτε τον συλλογισμό του κ. Καραμανλή: αν όλα συνέβαιναν όπως έπρεπε να συμβούν, δεν θα είχαμε το δυστύχημα!
Με τον τρόπο αυτόν, όμως, όλα τα ανεπιθύμητα συμβάντα θα ήταν αποφεύξιμα, αν οι άνθρωποι δεν έκαναν λάθη. Αν λόγου χάρη φορούσα ζώνη ασφαλείας, δεν θα τραυματιζόμουν στο ατύχημα που είχα. Τα σύγχρονα αυτοκίνητα, όμως, σου παίρνουν τα αυτιά με τον εκνευριστικό ήχο τους, μέχρι να βάλεις τη ζώνη ασφαλείας, ακριβώς για να σε αποτρέψουν από το να κάνεις το λάθος.
Αυτό που αποκρύπτει ή δεν κατανοεί ο κ. Καραμανλής είναι ότι οι κανονισμοί και τα πρωτόκολλα δεν συνιστούν δικλίδες ασφαλείας, αλλά κανόνες διεκπεραίωσης εργασιών. Οι δικλίδες χρειάζονται ακριβώς όταν οι άνθρωποι δεν τηρούν τους κανόνες στη δουλειά τους – όταν κάνουν λάθη.
Αν οι εργάτες, λόγου χάρη, δεν φορούν κράνος στο εργοτάξιο, τους βλέπει η κάμερα ή ο επιβλέπων και εντοπίζεται το λάθος. Με άλλα λόγια, οι δικλίδες ασφαλείας υπάρχουν για να εντοπίζουν και να διορθώνουν τα λάθη. Δικλίδες ασφαλείας θα υπήρχαν στο μοιραίο δρομολόγιο αν υπήρχε υποχρεωτικά δεύτερος σταθμάρχης στη βραδινή βάρδια· αν υπήρχε σύστημα τηλεδιοίκησης σε όλο τη μήκος της διαδρομής, το οποίο θα ενημέρωνε τους μηχανοδηγούς ότι κινούνται αντίθετα στην ίδια γραμμή· κι αν υπήρχε η τεχνολογία ETCS, που θα ακινητοποιούσε τα τρένα. Τίποτα δεν υπήρχε. Ο κ. Καραμανλής για μια ακόμη φορά έδωσε παραπλανητικές εξηγήσεις στη Βουλή.
Η διαστροφή των εννοιών κορυφώνεται όταν χρησιμοποιείται ο όρος «τηλεδιοίκηση». Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί καταχρηστικά τον όρο: ο πίνακας χειρισμού της κυκλοφορίας στο Σταθμαρχείο δεν είναι τηλεδιοίκηση – είναι ένας ηλεκτρονικός πίνακας χειρισμού τοπικής εμβέλειας. Το γεγονός είναι ότι σύστημα τηλεδιοίκησης από τον Δομοκό μέχρι το Πλατύ δεν υφίσταται.
Η κομματική μικρόνοια διαστρέφει τις έννοιες και περιορίζει το πεδίο εστίασης: η μεν κυβέρνηση ορίζει «τηλεδιοίκηση» ακόμα και έναν τοπικό ηλεκτρονικό πίνακα («τοπικό σύστημα τηλεδιοίκησης»), η δε αξιωματική αντιπολίτευση επικεντρώνεται στο γενικό σύστημα τηλεδιοίκησης (την τηλεπαρακολούθηση της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας σε όλο το δίκτυο), χωρίς να λαμβάνει υπόψη το σημαντικότερο εργαλείο του σταθμάρχη – τον τοπικό πίνακα χειρισμού.
Ο καθένας βλέπει αυτό που θέλει να δει για να υποστηρίξει την κομματικά συμφέρουσα εκδοχή: η κυβέρνηση να αναδείξει την τεράστια σημασία των λαθών του μοιραίου σταθμάρχη («ανθρώπινο λάθος»), η δε αξιωματική αντιπολίτευση να αναδείξει την κυβερνητική ευθύνη για το ατελές σύστημα τηλεδιοίκησης του δικτύου.
Ο κομματικός καβγάς προσβάλλει τη μνήμη των νεκρών και το πένθος των συγγενών τους. Αν κυβέρνηση και αντιπολίτευση διαθέτουν αξιοπρέπεια και ορθολογισμό, οφείλουν να αναζητήσουν την αλήθεια, όχι να επιδίδονται σε κοκορομαχία διαστρέφοντας τις έννοιες και τη λογική. Η αναζήτηση της αλήθειας είναι συστατικό στοιχείο της φιλελεύθερης δημοκρατίας και απαιτεί εντιμότητα.
Αν δεν μπορούμε ως οργανωμένη κοινότητα να συμφωνήσουμε στα γεγονότα, δεν μπορεί να ασκηθεί η λογοδοσία, η μάθηση δεν είναι εφικτή και η χάραξη πολιτικής είναι προβληματική. Ολοι χάνουμε.
Εκτιμώ ότι θα επαναληφθεί μέχρι τέλους ό,τι και στο παρελθόν: κομματικές αντεγκλήσεις, επιλεκτικές ερμηνείες και συμψηφισμός τραγωδιών. Θλίβομαι για τους συγγενείς, λυπάμαι για τη χώρα.
Ο Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής Στρατηγικής Διοίκησης στην Εδρα Columbia Ship Management στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Warwick (www.htsoukas.com)
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News