1199
| CreativeProtagon

Γιατί μισούμε τους πλούσιους;

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 23 Ιουνίου 2023, 19:57
|CreativeProtagon

Γιατί μισούμε τους πλούσιους;

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 23 Ιουνίου 2023, 19:57

Ο Λέων Τολστόι έγραψε το 1886 την ιστορία του άπληστου Παχόμ, σε ένα διήγημα με τίτλο «Πόση γη χρειάζεται ένας άνθρωπος;». Ο Τζόις, χρόνια αργότερα, χαρακτήρισε το διήγημα «το σπουδαιότερο λογοτεχνικό έργο που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα».

O Παχόμ άκουσε ότι οι απλοϊκοί Μπασκίρ κυριολεκτικά χάριζαν τη γη τους· για 1.000 ρούβλια ο Παχόμ θα μπορούσε να αποκτήσει όση γη μπορούσε να «κυκλώσει» περπατώντας από την ανατολή του ηλίου έως τη δύση του. Πράγματι, ξεκίνησε να περπατά. Οσο ο ήλιος πλησίαζε στον ορίζοντα, όμως, ο Παχόμ ήθελε κι άλλη γη και άρχισε να τρέχει. Τερματίζοντας τον ιδιότυπο αυτόν αγώνα με τον χρόνο, είχε καταφέρει να γίνει ένας πάρα πολύ πλούσιος άνθρωπος. Και ένας πάρα πολύ νεκρός άνθρωπος, καθώς πέθανε από την εξάντληση. Πόση γη χρειαζόταν τελικά; Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου είναι αυτονόητη: μόλις τρία μέτρα.

Ο Τολστόι είπε με απλά λόγια αυτό που ξέρουμε όλοι: τα λεφτά δεν τα παίρνεις μαζί σου και η απληστία σκοτώνει. Από την αρχή του κόσμου τα ξέραμε αυτά, υπάρχουν παντού ως διδάγματα, στις θρησκευτικές γραφές, στις πολιτικές και οικονομικές θεωρίες, στη λαϊκή σοφία και στη λογοτεχνία. Ως είδος παράγουμε εντυπωσιακά πολλά διδάγματα για πράγματα που δεν τηρούμε στην πράξη.

Η αντιμετώπιση των ανθρώπων ως προς τον πλούτο που κατέχουν είναι αντιστρόφως ανάλογη πριν και μετά τον θάνατό τους. Οι φτωχοί απαξιώνονται εν ζωή και τους κλαίμε μετά θάνατον, οι δε πλούσιοι κάνουν εν ζωή ό,τι θέλουν, ενώ μετά θάνατον όλοι τους βρίζουμε. Οι πέντε άνθρωποι που επέβαιναν στο βαθυσκάφος «Τιτάνας» είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα. Κανείς δεν τους γνωρίζει προσωπικά, αλλά όλοι πιστεύουν ότι «έπαθαν αυτό που τους άξιζε» και τα social κάνουν κυριολεκτικά διαγωνισμό του πιο αστείου meme για τους θανάτους τους.

Η απάντηση στην ερώτηση του τίτλου δεν είναι τόσο απλή όσο αυτή στο ερώτημα του Τολστόι. Τα τελευταία χρόνια, και με την ανάπτυξη των social media, έχει γίνει απολύτως αποδεκτό να λες ό,τι θες για έναν πλούσιο άνθρωπο, ανεξάρτητα από το πώς δημιούργησε την περιουσία του. Στα ελληνικά social, για παράδειγμα, είναι αγαπημένο θέμα κοροϊδίας οι εμφανίσεις της Γιάννας Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη, σε μια εποχή που το να κοροϊδεύεις κάποιον για την εμφάνισή του είναι πιο ταμπού και απαράδεκτο από ποτέ – και ορθώς.

Η Γιάννα και η κάθε Γιάννα δεν έχει κάνει κάτι προσωπικά σε όλους αυτούς που την κοροϊδεύουν και αν τους ρωτήσεις γιατί το κάνουν, πιθανώς δεν θα έχουν κάποια πολύ συγκεκριμένη απάντηση να δώσουν, πέραν του ότι είναι πάρα πολύ πλούσια. Και αυτό είναι από μόνο του «έγκλημα». Είναι, όμως;

Η αντιπάθεια απέναντι στους πλούσιους έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αναλόγως προς τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Σύμφωνα με τον δείκτη Gini της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο οποίος μετράει τις οικονομικές ανισότητες ανά τον κόσμο, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο οι ανισότητες αυτές έχουν αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, αν και το πόσο ακριβώς είναι αμφιλεγόμενο.

Η διεύρυνση των ανισοτήτων δεν είναι νομοτελειακή, όπως θα ήθελαν να πιστεύουν κάποιοι, αλλά ζήτημα πολιτικών: Στη Γαλλία, ο ίδιος δείκτης καταδεικνύει ότι οι οικονομικές ανισότητες έχουν αμβλυνθεί. Κάτι κάνουν σωστά οι Γάλλοι, σε αντίθεση με τους Αγγλοσάξωνες, λοιπόν, τουλάχιστον στο συγκεκριμένο θέμα.

Ταυτόχρονα, υπάρχει και μια άλλη ανισότητα, πολύ λιγότερο γνωστή, αυτή ανάμεσα στις γενεές. Οι έρευνες δείχνουν ότι η περίφημη Generation-X, όσοι γεννηθήκαμε από το 1965 ως το 1980, ήμασταν (σε όλες μας τις ηλικίες) πιο εύποροι οικονομικά από τους Millenials, όσους γεννήθηκαν δηλαδή από το 1981 ως το 2000.

Ολα αυτά –και πάρα πολλά ακόμη που συμβαίνουν στον κόσμο– δικαιολογούν απόλυτα την όποια συζήτηση και αντίδραση στο πώς μοιράζεται ο πλούτος, αλλά και στο πώς φορολογείται. Δεν θα ανοίξουμε αυτή την κουβέντα εδώ, ας αρκεστούμε στο προφανές: Η άνιση κατανομή του πλούτου, η υπερσυσσώρευσή του από τους λίγους και η φτωχοποιήση των πολλών είναι μια πάρα πολύ προβληματική κατάσταση, με πολλαπλές κοινωνικές και άλλες συνέπειες.

Φταίνε οι ίδιοι οι πλούσιοι, όμως, γι’ αυτό; Και αν ναι, φταίνε όλοι οι πλούσιοι; Είναι όλοι τους απατεώνες που δεν πληρώνουν φόρους και κλέβουν τους φτωχούς; Η απάντηση είναι και πάλι αυτονόητη: όχι. Υπάρχουν πλούσιοι άνθρωποι που και κοινωνικό έργο επιτελούν και τους φόρους τους πληρώνουν και δεν ανεβάζουν γελοία tweets που πετάνε στα μούτρα του κόσμου την αναισθησία τους. Κι όμως, ακόμη και αυτοί στοχοποιούνται με κάθε αφορμή.

Οι Αμερικανοί, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, πιστεύουν σε ποσοστό 65% ότι οι πλούσιοι έγιναν τέτοιοι μόνο και μόνο επειδή έχουν περισσότερα πλεονεκτήματα από τους άλλους. Στο ακριβώς ίδιο ερώτημα, το 2018, το ποσοστό ήταν 42%. Μπορεί να φταίει που στο ενδιάμεσο τούς κυβέρνησε ο Τραμπ, βέβαια, υπόδειγμα «κακού πλούσιου».

Αυτό που κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα, παρ’ όλα αυτά, είναι «τι σημαίνει πλούσιος;». Οσες έρευνες έχουν γίνει για το θέμα κάνουν τους ειδικούς να τραβάνε τα μαλλιά τους. Πιθανώς ειδικότερος από όλους τους ειδικούς για να απαντήσει σε αυτό το, φαινομενικά κοινωνιολογικό και οικονομικό, ερώτημα είναι ένας ψυχίατρος.

Ο Ζίγκμουντ Φρόιντ είχε γράψει πρώτος για τον «ναρκισσισμό των μικρών διαφορών» (der narzissmus der kleinen differenzen), το οποίο είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα και εξηγεί πάρα πολλά για τις ανθρώπινες συμπεριφορές· στο προκείμενο, ο άνθρωπος που κερδίζει 2.000 ευρώ τον μήνα θεωρεί πλούσιο εκείνον που κερδίζει 4.000. Αυτός που μένει σε ένα τριάρι θεωρεί πλούσιο εκείνον που μένει σε μια μεζονέτα. Και όσοι οδηγούν Χιουντάι θεωρούν πλούσιους όσους οδηγούν Πόρσε. Και εκείνοι, με τη σειρά τους, όσους οδηγούν Φεράρι.

Θα αποφύγω τη λέξη «φθόνος» σε αυτό το κείμενο, αν και η σκληρή αλήθεια λέει ότι πολλοί από εκείνους που μισούν τους πλουσιότερους θα ήθελαν πάρα πολύ να είναι στη θέση τους. Ή, πάντως, δεν θα έλεγαν όχι, πιστεύοντας, για κάποιον ακαθόριστο λόγο, ότι εκείνοι θα ήταν «ηθικότεροι» πλούσιοι και δεν θα τους διέφθειρε το χρήμα. Απολύτως τίποτε δεν το υποστηρίζει αυτό, και επίσης, οι ίδιοι άνθρωποι που θεωρούν τον πλούτο ως κάτι de facto κακό είναι πολύ έτοιμοι να τον σχετικοποιήσουν εάν τον αποκτήσουν οι ίδιοι.

Εχουμε κάθε είδους εργαλεία, λοιπόν, για να οριοθετήσουμε τη φτώχεια, αλλά κανένα για να οριοθετήσουμε τον πλούτο. Εκτός από τα κλασικά «εκατομμυριούχος», «δισεκατομμυριούχος», «τρισεκατομμυριούχος» κ.λπ. Είναι, στ’ αλήθεια, πλούσιος ένας άνθρωπος που έχει ένα εκατομμύριο ευρώ; Εάν ναι, ο κόσμος έχει πάρα πολλούς πλούσιους. Δεν είναι έτσι ακριβώς όμως. Η φτώχεια είναι ένα μετρήσιμο και απόλυτο μέγεθος διότι συναρτάται με τις βασικές ανάγκες ενός ανθρώπου, ο πλούτος όμως είναι κάτι πολύ σχετικό.

Η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ, επιφανές μέλος του αμερικανικού Κογκρέσου και ίσως ότι πιο «αριστερό» έχει γεννήσει ποτέ εκείνη η χώρα, είπε κάποια στιγμή ότι «κάθε δισεκατομμυριούχος είναι μια αποτυχία του συστήματος». Η Κορτέζ μάλλον κατάλαβε καλύτερα από όλους ότι το πρόβλημα είναι στο ίδιο το πρόβλημα και όχι στους τρόπους και τα μέσα με τα οποία αυτό εκφράζεται. Το να λες ότι «φταίνε προσωπικά όλοι οι πλούσιοι για τις αδικίες του κόσμου» είναι περίπου σαν να λες ότι «φταίνε οι διακινητές για το προσφυγικό».

Το πρόβλημα είναι το παιχνίδι, όχι οι παίκτες. Μπορεί να αλλάξει το παιχνίδι; Φυσικά. Και, παραδόξως, εκείνοι που θα έπρεπε να έχουν πιο μεγάλη ανησυχία για να αλλάξει πράγματι, είναι οι ίδιοι οι πλούσιοι. Οσο οι πλούσιοι του κόσμου αυξάνονται ή πλουτίζουν περισσότερο, τόσο μεγαλώνει και η συλλογική αντιπάθεια ή και το μίσος απέναντί τους. Αν υποστήριζαν πιο δίκαιες κοινωνικές πολιτικές και τις στήριζαν και οικονομικά, ίσως αυτό βοηθούσε να αναστραφεί κάπως το κλίμα.

Μέχρι, τουλάχιστον, να εφεύρουμε ένα σύστημα στο οποίο ο πλούτος θα μοιράζεται δίκαια και οι κοινωνικές ανισότητες θα πάψουν να υπάρχουν.

Αν προλάβουμε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...